Όταν μιλάμε για χωρισμό, δεν έχουμε κάτι θετικό να σκεφτούμε. Περίεργο πράγμα ο χωρισμός. Ειδικότερα, όταν επέρχεται μετά από πολλά χρόνια ή κάτω από ασυνήθιστες συνθήκες. Αναγκάζεσαι, με κάπως βίαιο τρόπο να αποβάλλεις ό,τι περάσατε μαζί. Ευχάριστα, δυσάρεστα γεγονότα. Τα πάντα. Μαζί και συνθήκες που σπάνια μπορεί να ανταπεξέλθει ένα ζευγάρι. Εσείς, όμως, το καταφέρατε. Με δυσκολία; Με εύκολο τρόπο; Δεν έχει σημασία. Το σπουδαίο είναι πως έγινε, παρ’ όλο που ο καθένας στη συνέχεια πήρε τον δικό του δρόμο. Η μοίρα (ή η τύχη, όπως θέλεις πες το) σκαρώνει περίεργα παιχνίδια.

Τόσο περίεργα που σε ρίχνει, καμιά φορά, όλο και πιο βαθιά. Και μένεις να αναρωτιέσαι ποιος ο σκοπός εν τέλει για όλα όσα βιώνεις; Κι άντε, καλά, να είναι ένας χωρισμός απλός και ξεκάθαρος κι ο καθένας στη μεριά του και μακριά μετά τη λήξη της σχέσης. Αν όμως το παρελθόν και το παρόν μοιράζονται σχεδόν την ίδια πόρτα; Πιο συγκεκριμένα, την πίσω πόρτα του παραδιπλανού σπιτιού; Γείτονες και χωρισμένοι. Τώρα δέσαμε.

Το παράξενο είναι πόση τύχη (ή ατυχία) μπορεί να επιφυλάσσει μια τέτοια κατάσταση που βρίσκεις τον έρωτα στα δυο μέτρα του απέναντι χολ κι εκεί είναι που τον χάνεις κιόλας. Εκτός κι αν δεν είναι τύχη, αλλά προφανής ατυχία εξ΄αρχής. Όλα υποθέσεις είναι. Αλλά οι υποθέσεις δε βγαίνουν συχνά σε καλό. Το μόνο σίγουρο είναι πως κάποιος τράβηξε λίγο παραπάνω το σκοινί κι αυτό το «παραπάνω», καμιά φορά, είναι και ολέθριο.

Ναι, αλλά είναι τόσο ολέθριο που μπορεί να ξεγράψει τα πάντα και να μείνει στα μαύρα κατάστιχα, ως ένα ρομάντζο που τελικά ήταν ανέκαθεν ανεπιθύμητο; Ο εγωισμός που χτυπά κόκκινο σε αυτή την περίπτωση, είναι επηρεασμένος από όλη την κατάσταση, γιατί κακά τα ψέματα δε θέλεις να έρχεσαι ενώπιος ενωπίω του πρώην αμόρε-γείτονα και νυν μόνο γείτονα στο χολ που έχει κουβαλήσει το νέο αμόρε κι όχι γείτονα στο σπίτι που λίγες μέρες πριν εσύ πήγαινες με παντόφλες. Ούτε αντίστοιχα να λες τα τυπικά με κάποιον που -λόγου χάρη- το τελείωσες το έργο, αλλά είσαι αναγκασμένος λόγω κοινής εξόδου-εισόδου να έρχεσαι φάτσα-φόρα κάθε φορά που γυρνάς από τη δουλειά.

Είναι σκληρό να παίζουν οι καταστάσεις με το μυαλό. Πόσο μάλλον, με την καρδιά. Ακόμα και για το παρελθόν, όσο μακριά κι αν είναι. Είναι σαν να σου τρίβει ο άλλος στη μούρη την επιτυχία ή την αποτυχία των όσων ζήσατε, με απόσταση μιας πόρτας. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Τίποτα δεν περνά απαρατήρητο, όσο κι αν ο άλλος, ο κάθε άλλος, πιστεύει πως δεν το προσέχεις γιατί ζείτε σε κοινό σχεδόν χώρο- σε ένα μπαλκόνι να βγεις, μπορεί να δεις πράγματα που καλό είναι να μη βλέπεις μετά τον χωρισμό. Δεν είναι ανάγκη να το δει κανείς, επίσης. Φτάνει να το ακούσει. «Και οι τοίχοι έχουν αυτιά», που λέμε. Τι κάνουμε γι΄αυτό;

Αλλάζεις σπίτι; Μένεις και σφίγγεις τα δόντια; Η λύση είναι μια. Να μη δίνεις σημασία. Αλλά, εδώ που τα λέμε, πόσο να αντέξει κανείς; Το άτομο δεν είναι όποιο κι όποιο. Γιατί, κάποια στιγμή, νεύρα κι αντοχές σπάνε. Πόσο να αντέξουν κι αυτά τα έρημα; Είναι ενοχλητικό, ίσως και παραπάνω από έναν απλό χωρισμό που αλλάζεις στέκια και τελείωσες.

Ουδέν κακόν αμιγές καλού κατά μία έννοια, ποια είναι αυτή ψάχνουμε βέβαια. Όσο το κοιτώ, τόσο πιο δύσκολο είναι να απαντήσω τι μπορεί να διδάσκει ένας τέτοιος χωρισμός. Το μόνο που μπορώ να σκεφτώ είναι, προχώρα τη ζωή σου μέχρι να γίνει ένας απλός γείτονας που δεν πολυ-μιλάτε. Όλοι κάποια στιγμή φεύγουν, ακόμα κι αν πιστεύεις πως ήταν μόνο για σένα, ακόμα κι αν πίστεψες το παραμύθι των γειτόνων-εραστών. Κάτι καλύτερο θα έρθει, όσο κι αν το παλιό σε ενοχλεί. Όλα υποθέσεις είναι. Καμιά σίγουρη απάντηση. Αυτό που μένει πάντα να σκεφτόμαστε είναι «Τι κρύβει η επόμενη πόρτα;»

Συντάκτης: Σία Πέρση
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου