Σχεδόν έχω καταλήξει πως η στιγμή που χωρίζουν δύο άνθρωποι δεν ορίζεται όταν επισήμως ειπώνεται η φράση.

Δηλαδή, όχι όταν αναφερθούν λεκτικά σ’ αυτόν και με ό,τι συνεπάγεται μια τέτοια απόφαση.

Ούτε όταν έρχεται η απιστία. Το νέο από μόνο του δεν είναι αρκετό για να σε κάνει να αποχωρήσεις, ούτε να ενδώσεις.

Μπορεί να παίξεις για λίγο, να περάσεις ευχάριστα, αλλά η απιστία ως απιστία από μόνη της δεν είναι αυτή που ορίζει τον χωρισμό.

Γιατί για να έρθει η απιστία, και μιλάω πάντα για τη συναισθηματική απιστία, πρέπει να έχει προϋπάρξει αδιαφορία, απόσταση, το ενδόμυχο συμπέρασμα πως αυτή η σχέση δε σε καλύπτει. Πως καλή και η ηρεμία, αλλά πού σκατά είναι ο έρωτας; Όχι αυτός που έρχεται με τον καιρό, αυτό είναι αγάπη, ο άλλος που τα σαρώνει όλα και σε κάνει άνω κάτω και άλλα ερωτήματα που απαντώνται μόνα τους στη συνέχεια, αλλά τώρα είναι ρητορικά.

Όλοι μας έχουμε απαντήσεις. Όλοι μας ξέρουμε πότε μια σχέση έχει τελειώσει. Όλοι μας έχουμε μείνει σε σχέσεις που μυρίσανε θάνατο γιατί υπήρξαμε ανώριμοι με την ίδια ανώριμη απαίτηση να μας διευκολύνουν.

Ο ανεπίσημος χωρισμός λοιπόν, έρχεται όταν πιάνεις τον εαυτό σου να είναι ανοιχτός στο νέο. Όταν λειτουργείς σαν μονάδα και όχι σαν ομάδα. Όταν κοιτάς τον σύντροφό σου και συμπεραίνεις πως τελικά δεν θα μπορούσες να είσαι τίποτε περισσότερο από δυο καλοί συγκάτοικοι -στην καλύτερη των περιπτώσεων. Όταν προτιμάς να κοιμάσαι στον καναπέ, παρά στο πλάι του. Όταν όλα φαντάζουν σαν αγγαρεία στο στρατό. Όταν προτιμάς τις υπερωρίες από το να γυρίσεις σπίτι.

Θέλεις και άλλα; Φοβάμαι να μη σε κουράσω.

Ξέρεις, το σκεφτόμουν αυτό το θέμα. Πότε ουσιαστικά δύο άνθρωποι χωρίζουν. Τρόμαξα όταν κατέληξα με μαθηματική ακρίβεια, ότι από όσους γνωρίζω, αυτοί που έπρεπε να έχουν χωρίσει είναι ακόμα μαζί. Ένα μαζί που δεν κατανοώ, αλλά εγώ είμαι εγώ και δε με λες και τον πιο συμβατικό άνθρωπο και φυσικά, ούτε το μέτρο και το σταθμό.

Σχέσεις σε θνησιμότητα. Σχέσεις που μοιάζουν με κατασχέσεις και άνθρωποι στο περίπου ελεύθεροι. Στο περίπου μόνοι, στο περίπου διαθέσιμοι.

Ένα περίπου σε όλα και μια σχέση στο πουθενά και στο τίποτα.

Αυτό του είδους το μαζί που δεν αφήνει περιθώρια για ειλικρίνεια, ένα μαζί γιαλαντζί.

Ένα μαζί που έχει ήδη διασπαστεί, αλλά η ταμπέλα είναι ακόμα κρεμασμένη πάνω από την είσοδο του μαγαζιού. Και μαζί και μόνος. Και βγαίνεις, και άγεσαι και φέρεσαι ως ελεύθερος και ωραίος.

Και η σχέση μοιάζει πια σαν τα ξενοδοχεία ημιδιαμονής. Μένεις μέχρι να φύγεις. Ή να φύγει ο άλλος. Αυτό θα ήταν τόσο ανακουφιστικό ε;

Μπορεί να πάρει μήνες, χρόνια, ένας γάμος, και ένα διαζύγιο μερικές φορές, για να πούνε ορισμένοι άνθρωποι και το επίσημο αντίο.

Για να χωνέψουν όσα νιώθουν. Γιατί υπάρχει και η άρνηση, αυτή η άτιμη που έρχεται και σου λέει πως είναι αδύνατον, δεν έχεις να προσάψεις τίποτε στον σύντροφό σου κι αυτός σε στήριξε, και ήταν πάντα εδώ, και άλλα τόσα ενοχικά που δεν είναι της ώρας, αλλά γνωρίζεις πολύ καλά πού αναφέρομαι.

Υπάρχει ολόκληρη σχολή τέτοιων σχέσεων που έχουν τελειώσει, αλλά αν τους ρωτήσεις είναι σε σχέση. Όσο μπερδεμένο και να ακούγεται δεν είναι διόλου.

Εμπιστέψου με. Η ενηλικίωση είναι βίαιη για τους φυγόπονους.

Όταν αρχίζεις να λειτουργείς πια ανεξάρτητα, όταν όλα έχουν πρώτα να κάνουν με το εγώ και όχι με το εμείς, όταν τα θέλω σου σου σπάνε τα τύμπανα και δε σταματούν να ουρλιάζουν, όταν δεν θέλεις να μοιράζεσαι, το πανηγύρι έχει τελειώσει.

Κυκλοφορείς και οπλοφορείς και μόνο όσα εσύ επιθυμείς μονοπωλούν το ενδιαφέρον σου. Καταστρώνεις σχέδια διαφυγής, αποφυγής και φυγής από αυτό το μαζί που δεν το νιώθεις πια.

Σου θυμίζει εσένα όλο αυτό άνθρωπο σε σχέση; Γιατί εμένα μου μοιάζει άνθρωπο σε ομηρία ή καταναγκαστικά έργα. Έναν άνθρωπο που μόνο η φυσική του παρουσία κοσμεί την υποτιθέμενη σχέση, και γι’ αυτό πάλι δεν παίρνω και όρκο.

Μπορεί το μαζί να θέλει κότσια, αλλά στον χωρισμό τα χρειάζεσαι περισσότερο.

Το να χρονοτριβείς δεν είναι αποτελεσματικό. Αντιθέτως δυσχεραίνει την κατάσταση.

Ξέρω από δαύτα. Κάθε φορά που βίωνα έναν ανεπίσημο χωρισμό, που έπιανα τον εαυτό μου να κοιτάζει στο άπειρο και όχι τον σύντροφό μου, ήξερα πως ήταν η ώρα να το επισημοποιήσω. Όπως και όταν ο σύντροφός μου δήλωνε παρών-απών. Τον εαυτό μου διευκόλυνα, όσο δύσκολο και να μου ήταν.

Γιατί ξέρεις, όλοι μας ξέρουμε, πότε πραγματικά έχει τελειώσει μια σχέση. Και σίγουρα δεν είναι όταν σημειωθεί στα πρακτικά η λέξη «χωρισμός».

Συντάκτης: Μαρία Κωφίδου