Μια φοράδα είχε ανατραφεί με τις εξής φράσεις: «Πρόσεχε πάντα, φοράδα, ώστε ο καλπασμός σου να μην είναι υπέρ του δέοντος άστατος, γιατί έπειτα θα αποφανθούν πως δεν είσαι στα καλά σου, πράγμα που αποτελεί τη μέγιστη ντροπή για το σινάφι μας», «Το χλιμίντρισμά σου να μην είναι παρατεταμένο, καθώς πάλι μπορεί να πουν πως τα λογικά σου έχασες απ’ τη στιγμή που αδυνατείς να το ρυθμίσεις», «Τη χαίτη σου να διατηρείς λεία, αφού ένα αναμαλλιασμένο πλάσμα ως παράφρον θα χαρακτηριστεί κι έτσι θα μας στιγματίσεις όλες, μιας και τ’ άλλα πλάσματα θα μας καταδικάσουν κι εμάς».

Η φοράδα έβαζε τα δυνατά της για να ακολουθεί τις συστάσεις τους, γιατί δεν ήθελε να πάρει στο λαιμό της ολόκληρο το σινάφι και να το ντροπιάσει. Κάποια μέρα, όμως, μπροστά απ’ όλα τα πλάσματα, είχε αρχίσει στ’ αλήθεια να τρέχει χωρίς να μπορεί να ελέγξει τον εαυτό της, ενώ παράλληλα έβγαζε ένα άγριο χλιμίντρισμα. Έπειτα, έπεσε στις λάσπες, κατσαρώνοντας την όμορφη ουρά της. Μα κάτι παράξενο μεμιάς συνέβη: αντί η φοράδα να νιώσει την ντροπή που περίμενε, απλώς χαμογέλασε. «Παρ’ όλα τα σφάλματά μου, οι φοράδες τίποτα δεν έπαθαν μα κι ούτε έχασαν απ’ την υπόληψή τους», ψιθύρισε ανακουφισμένη.

Σαν αυτή τη φοράδα, λοιπόν, νομίζουμε κι εμείς πως ο ύστατος εξευτελισμός μας θα φέρει την καταστροφή, ενώ στην πραγματικότητα μπορεί να μας απελευθερώσει.

Καταρχάς η φοράδα δεν μπορεί παρά να ένιωθε μεγάλη πίεση και μόνο στη σκέψη πως με μια δική της υπερβολική συμπεριφορά, θα χαρακτηριζόταν άσχημα ολόκληρο το σινάφι της. Έτσι ανάγκαζε τον εαυτό της να μην παρεκκλίνει απ’ αυτά που της υποδείκνυαν, υπό το φόβο μην τυχόν και το εκθέσει. Ανακουφίστηκε όταν είδε πως δεν ήρθε η καταστροφή που της προμήνυαν τη στιγμή που έκανε όλα αυτά για τα οποία θα ντρόπιαζε τις άλλες φοράδες. Κι εμείς, λοιπόν, προβαίνοντας σε ενέργειες που πιστεύαμε πως θα ντρόπιαζαν το όνομα δικών μας ανθρώπων και βλέποντας πως τελικά μπορούν να ζήσουν κι έπειτα απ’ αυτές, παύουμε να ΄χουμε διαρκώς την έγνοια των επιπτώσεων της δικής μας συμπεριφοράς στη ζωή τους και μπορούμε να εκτεθούμε με μεγαλύτερη ευκολία.

Επιπλέον, μπορεί να ανακουφιστούμε με τον εξευτελισμό, καθώς δείχνουμε το χειρότερό μας πρόσωπο. Έτσι ό,τι κι αν κάνουμε στο μέλλον, δεν μπορεί να είναι χειρότερο από εκείνη τη στιγμή που γίναμε πραγματικά ρεζίλι κι αφού τα βγάλαμε πέρα στα χειρότερα, το δίχως άλλο θα τα καταφέρουμε σε κάτι που δε γίνεται να ‘ναι ακόμη χειρότερο.

Τέλος, η φοράδα όταν καταπάτησε τις συστάσεις του σιναφιού της δεν μπορεί παρά να αισθάνθηκε πως παρ’ όλο που έτρεχε σαν αφηνιασμένη και παρ’ όλο που κάποιος θα μπορούσε να την κακοχαρακτηρίσει λόγω της όψης της, εκείνη σε τίποτα δεν είχε γίνει χειρότερη. Έτσι, λοιπόν, κατάλαβε μια για πάντα πως καμία ντροπιαστική πράξη δε θα αρκούσε για να μεταβάλει τον πραγματικό χαρακτήρα της.

Κι έτσι, λοιπόν, οι φοράδες με το στόμα ανοιχτό έμειναν να κοιτάζουν τη φοράδα που σαν αφηνιασμένη έκανε κύκλους στην περιοχή. Μα, έπειτα, ζήλεψαν, βλέποντας το μακάριο χαμόγελο που καταπράυνε την όψη της.

Συντάκτης: Δημήτρια Κουρίδη
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.