Ένα πορτοκάλι είχε βαρεθεί να κρέμεται απ’ την πορτοκαλιά του. Όλο έλεγε, λοιπόν, να την αφήσει και να πέσει απ’ αυτήν, μα μερικοί υπολογιστικοί συλλογισμοί του δεν το άφηναν να κάνει αυτό που ήθελε.

«Αν πέσω απ’ την πορτοκαλιά, μπορεί να μη βρεθεί κανένας να με μαζέψει και θα καταλήξω εγώ, κοτζάμ ζουμερό πορτοκάλι, να σαπίζω άδικα των αδίκων στο έδαφος» μουρμούριζε κι εξακολουθούσε έτσι να κρέμεται στο κλαδί της πορτοκαλιάς.

Ύστερα, όμως, σκέφτηκε πως το πιο συμφερτικό θα ‘ταν να έπεφτε όταν θ’ άκουγε βήματα να φτάνουν κοντά στην πορτοκαλιά. Μα κι όταν αυτό έγινε, εκείνου πάλι δεν του ήταν αρκετό για να πέσει, καθώς υπολόγιζε: «Και τι θα κάνω αν με προσπεράσουν απλά και δε με περιμαζέψουν; Όχι, ας μην πέσω καλού-κακού κι ας τους ρωτήσω πριν το κάνω, αν θα με συνάξουν από χάμω ή όχι».

Κι έτσι, μόλις έφθασαν δίπλα στην πορτοκαλιά, το πορτοκάλι επιστράτευσε τους πιο ευγενικούς του τρόπους κι είπε μειλίχια: «Καλοί μου κύριοι, σταθήκατε βλέπω μπροστά στην πορτοκαλιά μου και σας είμαι υπόχρεο για την τιμή που μου κάνατε. Θα ήθελα να σας ρωτήσω, ευγενέστατοί μου, αν θα με μαζέψετε από κάτω αν πέσω απ’ την πορτοκαλιά».

Τότε, κοίταξαν μ’ απορία αυτό το παράξενο πορτοκάλι και του είπαν: «Γιατί μας ρωτάς, πορτοκάλι;» «Γιατί, ξέρετε, δε θα ‘θελα να πέσω, αν δε με μαζέψετε και να σαπίσω ύστερα μόνο μου στο έδαφος.» «Τότε μην πέσεις.» «Μα δεν μπορώ άλλο να κρέμομαι απ’ την πορτοκαλιά, κουράστηκα, μπούχτισα, δεν αντέχω.» «Αφού νιώθεις έτσι, πορτοκάλι, τότε μη μας ρωτάς και πέσε!»

Το πορτοκάλι, βάλθηκε να τους εξηγεί πως του ήταν αδύνατον να πέσει, χωρίς να ‘ναι σίγουρο πως θα το μάζευαν απ’ το έδαφος. Τότε, όμως, του πέταξαν μερικά σκληρά λόγια για απάντηση: «Λαχταρούσαμε, είναι αλήθεια, να γευτούμε τα ζουμιά σου κι ερχόμασταν εδώ προκειμένου να σε μαζέψουμε. Ξέρεις κάτι, όμως, πορτοκάλι; Αφού το θέτεις έτσι το ζήτημα κι αφού μας ζητάς εγγυήσεις για να πέσεις, η απάντησή μας είναι “όχι”, γιατί τώρα πια και να πέσεις, δεν πρόκειται να σε περιμαζέψουμε».

«Μα γιατί; Γιατί; Γιατί;» ρωτούσε σπαράζοντας το πορτοκάλι. «Γιατί εμείς, πορτοκάλι, δε θέλουμε τους δειλούς. Εμείς θα σε παραδεχόμασταν αν έπεφτες απ’ την πορτοκαλιά, αφού τόσο πολύ το λαχταρούσες να φύγεις απ’ αυτήν, κι ας σάπιζες!»

Σαν αυτό το πορτοκάλι, λοιπόν, θα την πάθουμε κι εμείς, αν θέλουμε να φύγουμε από μια σχέση και δεν το κάνουμε, προτού να σιγουρευτούμε πως δε θα μείνουμε μόνοι μας.

Καταρχάς, όπως είπαν στο πορτοκάλι πως αν δεν τους γύρευε εγγυήσεις, εκείνοι οπωσδήποτε θα το μάζευαν, καθώς αυτός ήταν εξαρχής κι ο σκοπός τους, έτσι και κάποιος που θα θέλει να ‘ναι μαζί μας, θα δυσαρεστηθεί και θα πάψει να το επιθυμεί, αν του ζητήσουμε να μας το εγγυηθεί πρώτα, προκειμένου να αφήσουμε τη σχέση μας γι’ αυτόν. Θα μας πει αντιδραστικά: «Αν δεν έψαχνες εγγυήσεις εγώ θα ‘μουν σίγουρα μαζί σου, μα αφού μου το ζητάς έτσι, τότε, όχι, μείνε στη σχέση σου». Και θα μας κοιτάζει πια με αληθινή περιφρόνηση ενώ θα σκέφτεται: «Τι ποταπότητα, να μη φεύγει απ’ τον άλλον, μέχρι να με ‘χει εμένα σίγουρο».

Επιπλέον, όταν θέλουμε να φύγουμε από κάποιον και δεν το κάνουμε, αν δε μας πει πρώτα ένας άλλος πως θα ‘ναι μαζί μας, τότε η καπατσοσύνη μας θα του κάνει οπωσδήποτε κακή εντύπωση. Όταν του ζητήσουμε εγγυήσεις για ν’ αφήσουμε τον σύντροφό μας, θα δείξουμε πόσο στυγνοί υπολογιστές είμαστε και πόσο καλά σχεδιασμένα θέλουμε να τα ‘χουμε όλα, προκειμένου να μη ζημιωθούμε στο ελάχιστο. Έτσι, θα δυσαρεστηθεί μέχρι αηδίας μαζί μας, καθώς το θράσος μας, πια, θα ‘χει φύγει από κάθε όριο.

Τέλος, με το να φερόμαστε τόσο μπαμπέσικα σε κάποιον με τον οποίο μέχρι πρότινος συνυπήρχαμε και με το να κάνουμε μάλιστα και τόσο ξεδιάντροπα παζάρια στην πλάτη του, ζητώντας από έναν άλλον να μας πει αν θα ‘ναι μαζί μας, για να δούμε αν θα τον αφήσουμε ή όχι, τότε δείχνουμε τι σόι άνθρωποι είμαστε. Ποιος θα ‘θελε να συναναστραφεί έναν τέτοιο χαρακτήρα και ποιος θα το δεχόταν να ‘ναι με κάποιον που έμαθε να φέρεται με τόση πονηριά και με ξετσιπωσιά ακόμη;

Κι έτσι, λοιπόν, το πορτοκάλι, όλο γύρευε εγγυήσεις για να πέσει απ’ την πορτοκαλιά, μα το μόνο που κατάφερνε ήταν να μειώνει τον εαυτό του και να τους κάνει όλους να το περιφρονούν για τη δειλία του και την πονηριά του. Μέχρι που μια μέρα η πορτοκαλιά κατάλαβε κι αυτή τι υστερόβουλο πορτοκάλι είχε στον κόρφο της, που του έδωσε μία και το ‘ριξε απ’ το κλαδί της.

 

Συντάκτης: Δημήτρια Κουρίδη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη