Υπό κανονικές συνθήκες κι όταν αναφερόμαστε σε υγιείς σχέσεις, το θέμα της οικειότητας δε θα έπρεπε να τίθεται καν σαν θέμα προς συζήτηση. Από την άλλη όμως, πόσο ανοιχτοί είμαστε προς τους άλλους όταν νιώθουμε πως δεν αντέχουμε στον χώρο τους ή δεν τους θέλουμε στον δικό μας; Ο σοφός λαός λέει, «Όποιος σπίτι σου δεν έρχεται, σπίτι του δε σε θέλει». Αν κι είναι κάπως απόλυτη σαν φράση, ενδεχομένως να είναι αλήθεια. Ότι δηλαδή δεν είσαι επιθυμητός όταν κι εσύ με τη σειρά σου δεν είσαι ανοιχτός και καταδεκτικός. Κάτι σαν τις παρέες και τα πηγαδάκια όταν ήμασταν πιο μικροί. Δε με παίζεις, δε σε παίζω.

Θα έπρεπε να μας προβληματίζει λοιπόν το γεγονός ότι κάποιος πολύ δικός μας άνθρωπος δεν καταδέχεται τον χώρο μας, το σπίτι μας και τη φιλοξενία μας; Σε πρώτη φάση ίσως κι όχι, ιδιαίτερα δε αν υπάρχει μια απολύτως λογική αιτία για την εν λόγω «απόρριψη». Αν δηλαδή υπάρχει χιλιομετρική απόσταση και δε ζούμε στο ίδιο μέρος, αν παρεμβαίνουν άλλου είδους καταστάσεις που εμποδίζουν μια συχνή φιλοξενία ή επίσκεψη όπως οικογενειακές υποχρεώσεις και παιδιά. Αν οι επαγγελματικές υποχρεώσεις είναι τέτοιες που δεν αφήνουν τη μια πλευρά να απολαύσει την οικειότητα μιας φιλοξενίας.

Είναι πολλές οι περιπτώσεις επίσης που μεταξύ φίλων ή συγγενών, υπάρχει πιο συχνή φιλοξενία από τη μια πλευρά λόγω συνθηκών διαβίωσης της άλλης. Σε τόσο ξεκάθαρα δικαιολογημένες καταστάσεις δεν πρέπει να τίθεται θέμα και ν’ αναρωτιέται κάποιος γιατί δεν τον επισκέπτονται στο σπίτι του ή γιατί δε δέχονται τη φιλοξενία του. Θα γίνει κι αυτό όταν το timing θα είναι το σωστό για όλες τις πλευρές.

Ωστόσο με τους ανθρώπους που έχεις ουσιαστική και βαθιά οικειότητα, κάτι τέτοιο ίσως και να μην το σκεφτόσουν καν. Ας πούμε λοιπόν πως ρίχνεις πρόταση για φιλοξενία ή έστω μια απλή επίσκεψη σε κάποιο πολύ δικό σου άτομο. Και το κάνεις αυτό αρκετές φορές. Προσφέρεις το σπίτι σου, τον δικό σου προσωπικό χώρο, τη φωλιά σου ως σημείο αναφοράς και συνάντησης με τα άτομα που θέλεις. Εκείνα απορρίπτουν την πρότασή σου επανειλημμένα. Από την άλλη δε δείχνουν να έχουν θέμα μαζί σου όταν σε συναντούν έξω ή ακόμη και στον δικό τους χώρο κάποιες φορές.

Υπάρχει επίσης και το τρελό σενάριο του να μη θέλει κάποιος πολύ δικός σου να έρθει στο δικό σου σπίτι αλλά να απαιτεί- εμμέσως πλην σαφώς- να επισκέπτεσαι εσύ το δικό του χώρο επί μονίμου βάσεως. Κάτι σαν μια άτυπη συμφωνία μεταξύ σας, μόνο που δεν ερωτήθηκες ποτέ γι’ αυτήν. Ακόμη κι αυτό φανερώνει πολλά για την οικειότητα μεταξύ σας.

Σε όλες λοιπόν αυτές τις περιπτώσεις, υπάρχει έλλειψη εγγύτητας. Αν αποφεύγουν χωρίς βάσιμες δικαιολογίες να δεχθούν τη φιλοξενία μας για να έναν καφέ, ένα γεύμα ή ακόμη και μια σύντομη διαμονή στο σπίτι μας, τότε ίσως να μη νιώθουν άνετα κι οικεία μαζί μας στον δικό μας χώρο. Μπορεί να έχει προηγηθεί κάτι, μπορεί οι επιλογές ζωής στην καθημερινότητα να διαφέρουν σημαντικά, κάτι ωστόσο, εμποδίζει τον επιθυμητό βαθμό της οικειότητας που θα θέλαμε να έχουμε. Μπορεί κι εμείς οι ίδιοι να μην υπήρξαμε φιλόξενοι, όταν προσκαλούμε κάποιον στο χώρο μας. Ίσως γινόμαστε μίζεροι και παράξενοι με το να μας πειράζουν τα δικά μας πράγματα ή με το να μοιραζόμαστε τους χώρους του σπιτιού μας με ανθρώπους που ξέρουμε μεν αλλά δε θέλουμε να έχουμε στα πολύ πολύ δικά μας κομμάτια.

Αν δε σε θέλουν κάπου θα φανεί, θα στο δείξουν και θα το καταλάβεις. Η οικειότητα είναι παράξενη αλλά ταυτόχρονα απολύτως κατανοητή όταν μας συμβαίνει. Δεν μπορεί να προσδιοριστεί απόλυτα, αφού ο κάθε άνθρωπος λειτουργεί διαφορετικά, οπότε είναι κάποιου είδους γλώσσα κι αυτή. Μπορεί για μένα οικειότητα να είναι το να πιούμε με τις πυτζάμες μας καφέ το πρωί, χωρίς να έχουμε συγυρίσει και να είναι όλα χύμα, ενώ για σένα οικειότητα να είναι το να συγυρίσουμε, ν’ αλλάξουμε και μετά να πιούμε τον πρωινό μας καφέ.

Το κατά πόσο ο άλλος νιώθει άνετα μαζί μας, πάντα φαίνεται. Το αν γουστάρει να είναι μαζί μας, επίσης φαίνεται. Δεν έχει να κάνει με χώρους, σπίτια και ντουβάρια. Επομένως η εν λόγω φράση ίσως να έχει και μια άλλη ερμηνεία που δεν έχουμε σκεφτεί. Όποιος σπίτι του σε θέλει, σέβεται και το ότι το δικό σου, είναι δικό σου.

Αφιερωμένο στα «θα περάσω να τα πούμε» που δεν πέρασαν και μείναμε με το καφέ στον δίσκο.

 

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Μαίρη Σάμου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου