Εκείνος, γεννημένος στις 6 Μάϊου 1856 στο Πρίμπορ, μετακόμισε με την οικογένειά του στη Βιέννη όταν ήταν παιδί. Προέρχεται από πολυμελή και μάλλον φτωχή οικογένεια, εβραϊκής θρησκείας, λόγο που αποτέλεσε πολλές φορές αιτία διωγμών, τόσο για τους γονείς του όσο και μετέπειτα για τον ίδιο. Παρά το ότι δηλώνει άθεος, διατηρεί τη θρησκεία του, αλλά παραμένει αντίθετος με τους θρησκευτικούς κανόνες και δογματισμούς. Η πορεία του ως μαθητής τον κάνει να ξεχωρίζει και τον οδηγεί να γίνει φοιτητής ιατρικής το 1873 στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης. Θα γίνει, μετέπειτα, παγκοσμίως γνωστός ως ο πατέρας της ψυχανάλυσης, η θεωρία του θα επηρεάσει αμέτρητους θεραπευτές και θα χρησιμοποιηθεί σε ανυπολόγιστα μεγάλο αριθμό ασθενών. Η παρουσία και η έρευνά του θα φέρουν το όνομά του ανάμεσα στους πιο ισχυρούς, πιο διάσημους -αλλά και πιο αμφιλεγόμενους- στοχαστές του 20ου αιώνα. Προς το παρόν, ωστόσο, βρισκόμαστε στο 1881 και μόλις απέκτησε το διδακτορικό του. Είναι ο Sigismund Schlomo Freud (Sigmund Freud όπως ο ίδιος διάλεξε από το 1878).

Εκείνη, γεννημένη στις 6 Ιουλίου του 1861 στο Αμβούργο, είναι εγγονή του Aρχιραββίνου της πόλης. Το 1869 μετακόμισε με την οικογένειά της στη Βιέννη. Γυναίκα από εύπορη οικογένεια και με έντονο θρησκευτικό συναίσθημα, είναι πάντα παρούσα και βοηθά με χαρά στις οικογενειακές υποχρεώσεις. Λεπτεπίλεπτη και έντονα θεατρόφιλη, συμμετέχει ενεργά στην κοινωνική ζωή της πόλης σε ένα από τα πάρτι της οποίας θα γνωρίσει τον μετέπειτα σύζυγό της. Είναι η γυναίκα για την οποία ο Φρόιντ αργότερα είπε ότι «τα πενήντα τρία χρόνια γάμου μαζί της άξιζαν περισσότερο από την απώλεια αυτής της επιτυχίας», όταν του ανέφεραν ότι θα μπορούσε να είχε μείνει στην ιστορία για την έρευνά του για την κοκαΐνη (έρευνα που φαίνεται ότι διέκοψε για να εστιάσει σε πιο αμειβόμενες θέσεις, που θα του έδιναν μισθό και θα τον έφερναν πιο κοντά στο να μπορέσει να την παντρευτεί). Είναι η Martha Berneys και απόψε θα γνωρίσει τον μέλλοντα σύζυγό της.

 

 

Η μεταξύ τους γνωριμία, σε μια από τις κοινωνικές βραδιές της εποχής , ήταν καταλυτική και για τους δύο. Εκείνος δεν είχε ασχοληθεί σχεδόν καθόλου με τις γυναίκες έως τότε, ενώ εκείνη ήταν μόλις εικοσιένα. Η βραδιά τους οδήγησε σε ένα μυστικό αρραβώνα δύο μόλις μήνες μετά και σε έναν τετραετή χωρισμό, μόλις έξι μήνες μετά τον αρραβώνα. Οι αντιρρήσεις του περιβάλλοντος της Martha υπήρξαν έντονες, καθώς καθόλου δεν ήθελαν η κόρη τους να παντρευτεί έναν, κατά δήλωση, άθεο και οικονομικά μη ευκατάστατο φοιτητή ιατρικής. Από την άλλη, η έμφυτα παθιασμένη φύση του Freud, η απόσταση που ήρθε πολύ γρήγορα μετά τη γνωριμία, αλλά και ο έρωτας της Martha που άνθισε με τον καιρό, οδήγησαν σε μια τεράστια ερωτική αλληλογραφία ανάμεσά τους.

Τα γράμματα ήταν καθημερινά -και μερικές φορές και δύο την ημέρα- οδηγώντας σε τετραψήφιο αριθμό επιστολών που αντάλλαξαν οι δύο εραστές. Περίπου χίλια πεντακόσια γράμματα φαίνεται να ήταν όσα ταξίδεψαν από τη Βιέννη αρχικά και έπειτα από το Aμβούργο (που είχε επιστρέψει η Martha), σε μια προσπάθεια των δύο νέων να νιώθουν πιο κοντά ο ένας στον άλλον. Η μεταξύ τους αλληλογραφία αναφέρεται από τους βιογράφους αλλά και τη βιβλιογραφία ως Die Brautbriefe (the engagement letters). Γράμματα που συμπλήρωναν το κενό ανάμεσα στις ελάχιστες συναντήσεις τους. Γράμματα που είχαν όλες τις εναλλαγές διαθέσεων που αναμένονται από δύο ερωτευμένους και πολύ περισσότερο όταν ο ένας από αυτούς ήταν ο Freud. Παρορμητικός, χειμαρρώδης, εκφραστικός, την αποκαλεί «πριγκίπισσά μου», «πολύτιμο, πολυαγαπημένο μου κορίτσι», «γλυκό μου κορίτσι» και της γράφει πράγματα όπως «με πονάει να σκέφτομαι ότι είμαι τόσο αδύναμος στο να αποδείξω την αγάπη μου για εσένα» (αναφερόμενος στην περίοδο που λόγω οικονομικής ανέχειας νιώθει ότι δεν μπορεί να της προσφέρει όσα εκείνος θα ήθελε). Η ερωτική του εξομολόγηση, δε, είναι καταιγιστική και αυτοαναλυτική, θα έλεγε κανείς ότι ισορροπεί ανάμεσα στα έντονα συναισθήματα και την προσπάθειά του να τα εκλογικεύσει (στα μάτια του και στα δικά της). Σε ένα από τα γράμματά του γράφει:

«Για την αγαπημένη μου Marty,

Ξεκινάω αυτό το γράμμα χωρίς να περιμένω την απάντησή σου, κορίτσι μου, για να σου πω περισσότερα για τον εαυτό μου και τις δραστηριότητές μου από όσα θα επέτρεπε η προσωπική μας επαφή. Θα είμαι πολύ ειλικρινής και εμπιστευτικός μαζί σου, όπως γίνεται για δύο άτομα που έχουν ενώσει τα χέρια τους για τη ζωή, με αγάπη και φιλία (ήταν ήδη αρραβωνιασμένοι). Αλλά καθώς δε θέλω να συνεχίσω να γράφω χωρίς να λάβω απάντηση, θα σταματήσω μόλις δεν απαντήσεις. Οι συνεχείς εσωτερικοί μονόλογοι για ένα αγαπημένο άτομο που δε διορθώνονται ή δεν ανανεώνονται από αυτό το άτομο, οδηγούν σε ψευδείς απόψεις για την αμοιβαία σχέση και ακόμη και σε αποξένωση όταν κάποιος συναντά ξανά αυτό το άτομο και βρει τα πράγματα να είναι διαφορετικά από αυτά που είχε σκεφτεί. Ούτε θα είμαι πάντα πολύ στοργικός, μερικές φορές θα είμαι σοβαρός και ειλικρινής, όπως ισχύει μόνο μεταξύ φίλων και όπως απαιτεί η φιλία. Αλλά, με αυτόν τον τρόπο, ελπίζω ότι δε θα νιώσεις στερημένη από τίποτα και θα βρεις εύκολο το να επιλέξεις ανάμεσα σε αυτόν που σε εκτιμά ανάλογα με την αξία σου και τους πολλούς, που προσπαθούν να σε κακομάθουν, αντιμετωπίζοντάς σε ως ένα γοητευτικό παιχνίδι».

Είναι ερωτευμένος, συγχρόνως παθιασμένος με την επιστήμη του, της στέλνει συχνές αναφορές για το έργο του, την καθημερινότητά του. Μοιράζεται μαζί της στοιχεία από την έρευνά του για την κοκαΐνη. Πριν τη συνάντησή του με τον Charcot της γράφει: «Αυτός (ο Charcot) με προσκάλεσε, μαζί με τον Richetti, να τον επισκεφτώ αύριο, Τρίτη, μετά το δείπνο στο σπίτι του. Πολλοί θα παρευρεθούν. Είμαι σίγουρος ότι μπορείς να φανταστείς την ανησυχία μου, που είναι ανάμεικτη με περιέργεια και υπερηφάνεια. Λευκά γάντια, λευκή γραβάτα, ακόμη και ένα νέο πουκάμισο, μια επίσκεψη στον κουρέα για τα μικρά μαλλιά που έχω αφήσει. Και λίγο κοκαΐνη για να χαλαρώσω τη γλώσσα μου». Θέλει να μαθαίνει τα νέα της και για το πώς περνά το χρόνο της και γίνεται απολογητικός όταν της θυμώνει ή τη μαλώνει. «Πολύτιμη αγάπη μου, το να είμαι θυμωμένος μαζί σου για το ότι απαιτείς να μαθαίνεις νέα μου, με τόσο ανυπόμονο τρόπο, είναι δύσκολο και είμαι σίγουρος ότι δεν είσαι σοβαρή για αυτό. Είμαι πολύ χαρούμενος που γνωρίζω ότι κάποιος με αγαπάει και ότι αυτός ο κάποιος είσαι εσύ».

Εκείνη από την πλευρά της είναι ενθουσιασμένη «Sigi, Sigi μου, σήμερα σε λέω για πρώτη φορά με το όνομά σου», εκδηλωτική και δηλώνει ευτυχισμένη πιο πολύ από όσο σε όλη της τη ζωή. Τον αποζητά, παραπονιέται «αγαπημένε μου, γλυκέ μου Sigi, γιατί δεν μπορούμε να είμαστε μαζί; Δεν μπορούσα να κοιμηθώ μισή νύχτα. H αγαπημένη και ευγενική εικόνα σου ήταν μπροστά μου και η λαχτάρα για σένα ήταν τόσο έντονη. Θέλω να είμαι όπως εσύ θέλεις να είμαι. Απλά αγάπα με λίγο, λίγο παθιασμένα. Φιλάς τόσο υπέροχα. Κάλυψε με με αγάπη…» Είναι αυθόρμητη και ειλικρινής. Του γράφει ότι τον είδε στον ύπνο της και κρατιόντουσαν από το χέρι και «κάναμε και κάτι παραπάνω αλλά δεν το λέω». Είναι συνεσταλμένη, αλλά δε διστάζει ακόμα και να του αποκαλύψει ότι βγήκε με κάποιον άλλον ενόσω ήταν αρραβωνιασμένη μαζί του.

Η αλληλογραφία τους συνεχίστηκε και παρέμεινε έντονη όλα τα χρόνια της σχέσης τους. Βέβαια, ενώ τα γράμματα κατά τη διάρκεια του αρραβώνα βρίθουν υποκοριστικών και συναισθημάτων, έντασης και πόθου του ενός για τον άλλον, αυτά που έρχονται μετά το γάμο είναι μάλλον πρακτικής φύσεως, σαφώς λιγότερα. Αποτελούν, μάλλον, περισσότερο ενημερωτικά σημειώματα παρά ερωτικές επιστολές, αναφέρονται κυρίως στα ταξίδια του Freud. Παρά ταύτα, θα ζήσουν μαζί ως το τέλος της ζωής του και θα αποκτήσουν έξι παιδιά. Η Martha θα πει αργότερα ότι «στα πενήντα τρία χρόνια γάμου δεν υπήρξε ούτε μία θυμωμένη κουβέντα ανάμεσά μας».

Έρωτας μυθιστορηματικός, αλληλογραφία που θα ζήλευε ακόμα και ο πιο ερωτικός συγγραφέας, ρομαντισμός, ένταση, πάθος, ζήλια και σεβασμός. Μια αγάπη που ακόμα κι αν έχασε κάτι από τη θυελλώδη έναρξή της, διατήρησε την αλληλοεκτίμηση. Ένας άντρας, το όνομα του οποίου ήταν και παραμένει σταθμός στην ιστορία της ανθρωπότητας. Μια γυναίκα, χωρίς την παρουσία της οποίας στη ζωή του η πορεία της ψυχανάλυσης μπορεί να ήταν τελείως διαφορετική. Freud και Martha.

Συντάκτης: Ελένη Καραχανίδη
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Ρουσσάκη