Η ζωή μας θα μπορούσε άνετα να παρουσιαστεί με σταθμό λεωφορείων. Τα λεωφορεία έρχονται και φεύγουν από το σταθμό ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Κάποια μένουν μόνιμα εκεί‧ εκείνα που δε χρησιμοποιούνται πλέον, δεν έχουν κάπου να πάνε. Ας πούμε ότι τα λεωφορεία είναι οι άνθρωποι στη ζωή μας. Κάποιοι έρχονται για να μείνουν λίγο και να φύγουν, κάποιοι έρχονται, θέλουν να μείνουν για «πάντα» αλλά δεν τους βγαίνει, άλλοι έρχονται με σκοπό να φύγουν και τελικά μένουν ενώ άλλοι θα θέλαμε σαν τρελοί να μείνουν και μας αποχαιρετούν το πρώτο δείλι.

Δύσκολη η ζωή κι ακόμη δυσκολότερη ότι περιλαμβάνει ανθρώπινες σχέσεις- Μα, γίνεται ζωή χωρίς ανθρώπους; Ε, εδώ είναι τα ζόρια. Δεν ήταν λίγες οι φορές που σε βρήκε το σκοτάδι να σκέφτεσαι τι ήταν αυτό που πήγε λάθος με κάποιους κι ενώ όλα έμοιαζαν τέλεια στην αρχή, διαλύθηκαν αμέσως μόλις έδεσε το μεταξύ σας λίγο παραπάνω. Τι να έκανες, άραγε, λάθος; Έφταιγες εσύ; Οι συνθήκες ή μήπως τ’ άστρα; Ίσως όλα μαζί, ίσως και τίποτα απ’ αυτά.

Κάποιοι είναι για λίγο, να γέρνεις μόνο ελαφρώς επάνω τους, να μην ακουμπήσεις πολύ γιατί θα πέσεις απότομα όταν φύγουν ξαφνικά. Όσο περισσότερο βασίζεσαι σ’ έναν άνθρωπο τόσο μεγαλώνει ο κίνδυνος να τον κάνεις να αισθανθεί πίεση και να θέλει να φύγει τρέχοντας. Κι η αλήθεια είναι πως αλλάζει όλος μας ο κόσμος όταν βγάζουμε προς τα έξω τον πιεστικό μας εαυτό, τον εαυτό εκείνον που κρέμεται σε κάποιον, που βασίζεται εξ’ ολοκλήρου πάνω του και του κόβει την ανάσα. Δεν είμαστε συνειδητά εμείς, αλλά μια εκδοχή πιο σκοτεινή που κρύβουμε μέσα μας και πολεμάμε κάθε μέρα για να διώξουμε.

Όταν ξεκινάμε να αντιδρούμε έτσι, ξεκινάμε να έχουμε και υπέρμετρες προσδοκίες από το άλλο πρόσωπο, ξεκινάμε να ζητάμε όλο και περισσότερα και να θυμώνουμε αν δεν τα κάνει. Οι απαιτήσεις μας γίνονται κουραστικές και το ενδιαφέρον πηδάει από το παράθυρο για να βρει τη χαμένη του ελευθερία. Αντιμετωπίζουμε το πρόσωπο που μας ενδιαφέρει ως το δικό μας «για πάντα». Ασχολούμαστε, όμως, τόσο με το παραμυθένιο ατέρμονο έρωτά μας και ξεχνάμε να τον ζήσουμε. Βουλιάζουμε και πνιγόμαστε στις προσδοκίες μας.

Όταν θεωρήσουμε κάτι σίγουρο και δεδομένο, θα κρατήσει -λέμε- σε βάθος χρόνου, τότε είναι που το διαλύουμε. Το διαλύουμε επειδή το αφήνουμε να κουβαλήσει ένα τεράστιο βάρος στις πλάτες του‧ της απογοήτευσης που κουβαλά μια αιωνιότητα, μια συνέχεια που σπάει και διαλύεται εν τέλει σε κομμάτια χρόνου.

Τώρα, όμως, που ο καιρός πέρασε και σκέφτεσαι πιο καθαρά, καθώς δε δένεσαι τόσο συναισθηματικά, μπορείς να καταλάβεις ότι αν το είχες πάρει χαλαρά, θα ήταν πολύ πιο ευχάριστη η ιστορία. Όταν βλέπεις έναν άνθρωπο που ήρθε στη ζωή σου ως κάτι εφήμερο, ως κάτι που δε θα το έχεις σ’ έναν χρόνο, τον αντιμετωπίζεις διαφορετικά και το ζεις πιο ευχάριστα, χωρίς την πίεση και την προσδοκία του να πετύχει.

Σε αυτό που θα κρατήσει λίγο, δεν του φορτώνεις μια λίστα με πράγματα που θέλεις να κάνει, τρόπους με τους οποίους θέλεις να συμπεριφερθεί και όνειρα για το μέλλον που πρέπει πάση θυσία να εκπληρώσει. Το «για λίγο», ή το “fling” σου όπως λέμε εμείς εδώ, το αφήνεις ελεύθερο να κάνει τις επιλογές του και να σε εκπλήξει μ’ αυτές.

Δεν είναι λίγες οι φορές που κοίταξες τις επιλογές του παρελθόντος σου κι αναγνώρισες άλλες πόσες φορές που οι προσδοκίες σου κατέστρεψαν μια γνωριμία που θα μπορούσε να είχε εξελιχθεί αλλιώς, αν το είχες πάρει χαλαρά και είχες βάλει ως προτεραιότητα το να περάσεις καλά.

«Μαζί σου έπρεπε μόνο να διασκεδάσω!», λες και πλέον το πιστεύεις με όλο σου το είναι. Μπορείς να το κρατήσεις από εσένα για σένα, ως συμβουλή για την επόμενη φορά που θα νιώσεις ότι επιβάλεις το «για πάντα» σου στο «για λίγο» κάποιου άλλου. Άλλωστε, ο χρόνος παραμένει αιωνίως σχετικός.

Συντάκτης: Κατερίνα Μάρου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου