Ο έρωτας έρχεται στη ζωή μας με απροσδόκητους τρόπους. Έρχεται και φέρνει μαζί του μια ταραχή, μια αναμπουμπούλα στον εσωτερικό μας κόσμο, τόσο μεγάλη, που τις περισσότερες φορές δε γνωρίζουμε καν πώς να διαχειριστούμε. Στην περίπτωση που ο έρωτας αυτός είναι αμοιβαίος, δηλαδή βιώνει και το άλλο άτομο τα ίδια συναισθήματα, η όλη κατάσταση γίνεται ευκολότερη, αφού κι οι δυο επιδιώκετε να ζήσετε στο έπακρο αυτό που σας συμβαίνει κι υπάρχει μια διάθεση να χτίσετε κάτι μαζί.

Τα πράγματα, από την άλλη, δυσκολεύουν στην περίπτωση που αυτό το συναίσθημα το νιώθει μόνο ο ένας από τους δύο, ενώ ο άλλος απαξιεί πλήρως, ή τουλάχιστον το βλέπει κάπως χλιαρά. Εκεί, το άτομο που έχει ερωτευτεί χωρίς ανταπόκριση, αισθάνεται ξαφνικά μια απελπισία, χάνει την αυτοκυριαρχία του και τις περισσότερες φορές ξεκινά να φέρεται παράλογα, κάνοντας πράγματα που, υπό άλλες συνθήκες, η λογική του θα τα απαγόρευε.

Το ‘χε πει κι η Λιλά στους Singles: «Ο έρωτας είναι εγωιστικός. Θέλεις τον άλλον μέσα σου, να γίνει κομμάτι σου. Αν θέλεις να τον ζήσεις εσύ με αξιοπρέπεια, κάν’ το αλλά ποτέ δε θα τον ζήσεις στο έπακρο. Διεκδίκησέ τον. Πιάσε πάτο. Πες του λιώνω για σένα.» Έτσι και παίρνοντας θάρρος από αυτό, ξεκινάς κι εσύ να κάνεις οτιδήποτε θεωρείς ότι περνά από το χέρι σου, προκειμένου να δείξεις τι νιώθεις, να διεκδικήσεις με όποιο μέσο διαθέτεις το άτομο που δεν μπορείς να βγάλεις από το μυαλό σου, έχοντας μέσα σου την ελπίδα ότι κάτι από όλα αυτά θα πετύχει και τότε θα ανταποδώσει το συναίσθημα που τόσο απλόχερα δύνασαι να προσφέρεις.

Και σταδιακά, χάνεις κάθε επαφή με την πραγματικότητα, αρρωσταίνεις. Ψάχνεις παντού στην πόλη να πετύχεις το έτερον ήμισυ -έστω και τυχαία- ώστε να διασταυρωθούν τα βλέμματά σας, θέλεις αγωνιωδώς να μαθαίνεις τι κάνει στη ζωή του, αν έχει προχωρήσει, αν βγαίνει με άλλο άτομο, αν περνάς έστω και φευγαλέα από τη σκέψη του. Ξυπνάς και κοιμάσαι με την αγωνία του. Ζεις την καθημερινότητά σου παρακαλώντας να εμφανιστεί στη ζωή σου και ν’ αποφασίσει ότι θέλει να μείνει μαζί σου. Ξεχνάς τι σημαίνει αξιοπρέπεια, πότε είναι μια καλή στιγμή να πεις πως φεύγεις, πως δεν μπορούν οι άνθρωποι να μας αγαπήσουν επειδή το κάναμε πρώτοι εμείς. Εκεί εσύ, τον χαβά σου.

Βγάζει μια κατινιά αυτός ο μονόπλευρος έρωτας, την οποία δεν μπορείς να ελέγξεις. Ξέρεις ότι αυτό που κάνεις είναι λάθος, ότι ρίχνει την αξιοπρέπειά σου κι ότι αν το μάθει -κατά πάσα πιθανότητα, αφού σταματήσει να γελάει, θα πέσεις και στα δικά του μάτια- αλλά θα το κάνεις έτσι κι αλλιώς. Θα πιάσεις το παρεάκι του και θα ρωτήσεις τι κάνει στη ζωή του, αν τους έχει πει κάτι για σένα, αν παρατηρούν να χαμογελά μακριά σου και να περνά καλά και κυρίως, θα τους θερμοπαρακαλέσεις, να προσπαθήσουν κι αυτοί να σε βοηθήσουν, ώστε να υπάρξει μια ευκαιρία μεταξύ σας. Ξέρεις βέβαια, ότι κατά πάσα πιθανότητα, θα το έχουν ενημερώσει γι’ αυτές σου τις κινήσεις στο 5 λεπτό που θα αποχωριστείτε, ε;

Ναι, το ξέρεις. Το υποψιάζεσαι, αλλά θα το ρισκάρεις ακριβώς επειδή νιώθεις πιο έντονα συναισθήματα για το άτομο αυτό από τον αυτοσεβασμό σου που σου χτυπά το καμπανάκι να μην φέρεσαι παράλογα. Δεν ορίζεται όμως, με τη λογική ο έρωτας και το ξέρεις αυτό πάρα πολύ καλά. Τίποτα από όσα κάνουμε για έναν μεγάλο έρωτα -ακόμα κι αν μόνο ο εαυτός μας τον βιώνει ως μεγάλο έρωτα- δεν είναι κατακριτέο. Να ξέρεις ότι όποιος το κρίνει, δεν το έχει ζήσει. Μόλις το ζήσει, θα καταλάβει γιατί φερόσουν έτσι.

Αν εσύ νιώθεις ότι αξίζει την προσπάθεια, αν βλέπεις στα μάτια του άλλου ατόμου ότι υπάρχει ελπίδα, παίξ’ τα όλα για όλα. Ο έρωτας δεν τούς αγαπά τους δειλούς ανθρώπους. Δε χαραμίζεις την αξιοπρέπειά σου όταν παλεύεις για έναν άνθρωπο που κάνει την καρδιά σου να σκιρτά τόσο έντονα, αρκεί -όταν δεις ότι τίποτα δεν πετυχαίνει- να σηκώσεις τον εαυτό σου από τον πάτο και να πας παρακάτω.

Συντάκτης: Κατερίνα Μάρου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου