Πολλές φορές έχω ακούσει φίλους και γνωστούς να λένε πως ονειρεύονται τη στιγμή που θα μπορέσουν να ζήσουν μόνιμα σε μικρότερη πόλη από εκείνη που ζουν τώρα. Τους ακούω και αναρωτιέμαι αν γνωρίζουν τις δυσκολίες που θα συναντήσουν. Κάποιος που κατάγεται από εκείνες τις περιοχές σαφώς είναι ευκολότερα αποδεκτός, τι γίνεται όμως με εκείνους που δεν έχουν ρίζες από εκεί ωστόσο έχουν αποφασίσει για προσωπικούς λόγους να κατοικήσουν σε τούτα τα μέρη, να ξεκινήσουν από την αρχή τη ζωή τους;

Οι μικρότερες κοινωνίες, και σε αυτές δεν εντάσσονται μονάχα τα χωριά, αλλά και οι πόλεις με μικρότερη έκταση και πληθυσμό από την Αθήνα, χαρακτηρίζονται από ευγένεια, φιλοξενία, υπό την προϋπόθεση όμως να μην πειράξει κάποιος τα κεκτημένα τους. Σε μια κοινωνία πιο κλειστή οι θέσεις εργασίας είναι σαφώς λιγότερες με αποτέλεσμα να προηγούνται οι ντόπιοι και μέσα από όλο αυτό συχνά προκύπτουν και αισθήματα μίσους, ζήλιας και ανεξήγητου θυμού απέναντι σε εκείνους που δεν έχουν γεννηθεί εκεί, αλλά επιθυμούν να προσφέρουν από τη δική τους μεριά. Και κάποιοι θα ρωτήσουν τι κέρδος αποκομίζει κανείς από τις φράσεις: «δεν είσαι από εδώ» και  «δε θα πάρουμε έναν ξένο στη δουλειά» ή «γυρίστε πίσω εκεί που ανήκετε, γιατί εδώ είστε ανεπιθύμητοι».

Προσπαθήστε να μπείτε στη θέση τους, στη θέση των ντόπιων και σαν το καταφέρετε θα αισθανθείτε το μίσος που έχει φωλιάσει μέσα τους, μίσος για οτιδήποτε δεν είναι δικό τους, μίσος προς εκείνους που προέρχονται από μεγάλες πόλεις, που τα έχουν όλα και εκείνοι δεν έχουν την αντίστοιχη ανάπτυξη. Το μίσος τους φανερώνει ανασφάλεια, ίσως κόμπλεξ και εσείς είστε ο δορυφόρος που θεωρούν ότι θα φανερώσει αυτά τα αρνητικά αισθήματα που τρέφουν προς τους κυβερνώντες που -όπως εκείνοι υποστηρίζουν- δεν ενδιαφέρονται για την περιφέρεια. Με όλο το σεβασμό κάθε πόλη έχει τους δικούς της πολιτικούς αρμόδιους που ευθύνη τους είναι να πιέσουν για να πετύχουν το καλύτερο δυνατό για τις περιοχές τους και αν δεν το πράττουν ή το πράττουν με τρόπο μη ορθό δεν είναι ευθύνη των πολιτών της πρωτεύουσας.

Ας μην περάσουμε, ωστόσο, σε πολιτικά μονοπάτια, αλλά ας ξαναγυρίσουμε στις κοινωνίες που έχουν μάθει να λειτουργούν με δικούς τους κανόνες, με το να στηρίζουν τους δικούς τους και να θεωρούν ξένο όποιον προέρχεται από άλλη περιοχή. Και το χειρότερο από όλα αυτά είναι πως θεωρούν πως αυτό είναι το φυσιολογικό. Βέβαια δε γίνεται να αγνοήσουμε και το γεγονός ότι λόγω της οικονομικής κρίσης οι θέσεις εργασίας μειώθηκαν, έκλεισαν επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα να παραμείνουν λίγες εταιρείες και άρα λιγότερες θέσεις εργασίας, αυτό όμως θα πούνε κάποιοι πως δεν είναι δικαιολογία. Όσο, λοιπόν, και να προσπαθούν οι νέοι κάτοικοι των κοινωνιών να ενσωματωθούν, γιατί ας μην ξεχνάμε πως η εργασία είναι σημαντικός παράγοντας για να επιβιώσει και συνεπώς να μείνει κάποιος σε μια πόλη, οι γηγενείς θα τους θεωρούν ξένο σώμα. Θα ξεκινάνε με το πόσο καλός είσαι, πως τους κάνεις για την εργασία μα σαν σε ρωτήσουν από πού είσαι και συνειδητοποιήσουν πως είσαι από αλλού, τότε θα κλείσουν την πόρτα και θα σου πούνε πως δε γίνεται να πάρουν έναν ξένο όταν τα δικά τους παιδιά χρειάζονται εργασία.

Τι να φταίει άραγε, από πού προήλθε όλη τούτη η συμπεριφορά; Ίσως να μην μπορεί να δοθεί επιστημονική απάντηση, αυτό που όμως μπορεί να πει κάποιος είναι ότι έτσι δεν προοδεύουν οι κοινωνίες και δε φέρουν ευθύνη οι τοπικοί πολιτικοί γι’ αυτό, αλλά οι αντιλήψεις. Μιλάμε για αποκέντρωση μα αυτή προϋποθέτει αποδοχή και η αποδοχή προϋποθέτει αλλαγή νοοτροπίας, πράγμα που θέλει χρόνο. Μέχρι τότε ο «ξένος» που μπορεί να έχει όρεξη, διάθεση να προσεγγίσει τους συμπολίτες του, διάθεση να προσφέρει εργασιακά και επιθυμία να αποτελέσει ενεργό μέλος του νέου τόπου του και να συμβάλει στην εξέλιξή του θα βρίσκει αφορμή για σχόλια, θα πρέπει να είναι επιφυλακτικός και να βιώνει αισθήματα αρνητικά.

Οτιδήποτε άγνωστο στους κατοίκους πόλεων και χωριών με τη λογική των δεδομένων στερεωμένη γερά μέσα τους εδώ και πολλές δεκαετίες θα είναι εχθρικό, ενοχλητικό και θα πρέπει με κάθε τρόπο ηθελημένα ή αθέλητα να το απομακρύνουν. Δε θα έλεγα πως είναι μόνο ελληνικό χαρακτηριστικό, απλώς στην χώρα μας υπάρχει μέσα στο DNA του κατοίκου της πατρίδας μας η άποψη πως όλοι οι άλλοι μας αδικούν, έχουμε την ανάγκη να επιρρίπτουμε ευθύνες στους άλλους και ποτέ σε εμάς και όλο αυτό αποτελεί τη βάση για καθήλωση και για ν’ αρνηθούν να προχωρήσουν παραπέρα και να αποδεχτούν οτιδήποτε και οποιονδήποτε δεν είναι από τα δικά τους μέρη.

Αν παρόλα αυτά απομακρυνθούν οι φοβίες, η καχυποψία, ο τοπικισμός, η αρνητικότητα και αποδεχτούν πως κάθε νέος κάτοικος είναι ένα νέο πρόσωπο στον τόπο και συνεπώς πρέπει να του δοθούν ίσες ευκαιρίες τότε θα δούνε να αλλάζει η στασιμότητα, θα έρθει μια μορφή ανανέωσης και φρέσκες ιδέες. Οι ντόπιοι απομακρύνοντας όσους δεν είναι ντόπιοι δεν κάνουν κακό σε εκείνους, μα στον τόπο τους γιατί καθένας που επιθυμεί να μείνει εκεί είναι σίγουρο πως μαζί του κουβαλάει εφόδια πολύτιμα για την εξέλιξη της κοινωνίας, εκτός και αν τους φοβίζει η λέξη εξέλιξη, οπότε θα πρέπει να σκεφτούν πώς πραγματικά φαντάζονται τον τόπο τους σε λίγα χρόνια από τώρα και τι ακριβώς ονειρεύονται για αυτόν.

Ο εχθρός του τόπου μας δεν είναι ο ξένος αλλά εμείς οι ίδιοι, εμείς και οι νοοτροπίες μας.

Συντάκτης: Γεωργία Κοκκονούζη
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.