Ηθοποιός σημαίνει φως, είπε ο Χορν και γεννήθηκε μια ατάκα που θα ζει για πάντα. Ηθοποιός, είναι ένας άνθρωπος που υποδύεται έναν χαρακτήρα, ένα σώμα που βγαίνει από το δικό του και συναισθάνεται κάποιο άλλο. Ένας καλλιτέχνης που συμμετέχει σε μια θεατρική παράσταση, μια κινηματογραφική δουλειά, μια τηλεοπτική σειρά, σ’ ένα ραδιοφωνικό έργο, μια περφόρμανς. Ένας άνθρωπος που το επάγγελμά του είναι να υποδύεται. Στη χώρα που γέννησε το θέατρο, το να είσαι ηθοποιός σήμερα είναι όμως κι επίπονο.

Για μερικούς ο ηθοποιός είναι χομπίστας που κάνει το κέφι του, που αραδιάζει κάνα- δυο αστεία στον κόσμο, που λέει ωραία ανέκδοτα και πληρώνεται -ή όχι- γι’ αυτό. Για άλλους είναι ένας αμφίβολης ηθικής άνθρωπος που για να γίνει αναγνωρίσιμος και να βγάλει λεφτά, θα καταλήξει ή σε πάνελ ή στο μπάτσελορ και τις οικογενειακές ιστορίες. Θ’ ακούσεις πως είναι ένας κακομοίρης-παλιάτσος, που θα πεθάνει στην ψάθα. Μπορεί να είναι το παλικάρι που σου σερβίρει τον καφέ στην καφετέρια, η κοπέλα που θα σ’ εξυπηρετήσει στο σούπερ μάρκετ, η κομμώτρια που σε χτένισε προχθές, η πωλήτρια που κάθισε με τις ώρες για να διαλέξεις το κατάλληλο παπούτσι. Ναι, είναι όλα αυτά, γιατί μπορεί να είναι όλα αυτά! Στην Ελλάδα του σήμερα ένας νέος ηθοποιός δεν κάνει απαραίτητα τη δουλειά που αγαπάει και δεν είναι ο μόνος, απλώς, δε μας νοιάζει και πολύ.

Αμέτρητες ώρες διαβάσματος, λιωμένες φόρμες σε απλήρωτες πρόβες, αμέτρητες ώρες έξω από οντισιόν, μια ζωή μέσα στην αβεβαιότητα και την αναμονή της έγκρισης. Να παίζεις καλά, να χορεύεις καλά, να τραγουδάς καλά, να είσαι ψηλός αλλά όχι και πολύ, να είσαι όμορφος, αλλά όχι τόσο που να μην προσέχουν πώς παίζεις, να έχεις εμπειρία αλλά να είσαι νέος, να δέχεσαι το γυμνό, να μην έχεις απαιτήσεις για τις συνθήκες εργασίας σου. Να είσαι φρέσκος και χαμογελαστός κι ας έχεις σηκωθεί από τις πέντε το πρωί για τη δουλειά κι ίσα που πρόλαβες να φας μια βλακεία από τον δρόμο.

Η αποτυχία σου θα μετρήσει παραπάνω από την επιτυχία σου- μήπως να κάνεις κάτι άλλο ρε ‘συ; Μην παλεύεις άδικα, εσένα περίμεναν άλλωστε όλοι οι σκηνοθέτες; Ήρθε η ώρα ν’ αποδείξεις τις ικανότητές σου με το «ταλεντόμετρο» της αναγνωρισιμότητας. Τι, δεν το ήξερες; Στην Ελλάδα του σήμερα που ό,τι δηλώσεις είσαι, η αναγνωρισιμότητα είναι το κύριο εφόδιο. Πού έχεις παίξει στην τηλεόραση; Με ποιους διάσημους έχεις συνεργαστεί στο θέατρο; Ξέρεις κανέναν προσωπικά; Στο instagram έχεις πάνω από 10Κ; Αν όχι λυπάμαι, αλλά για τη θεία από το χωριό θα είσαι «το παιδί που λέει αστεία».

Άλλη μια αποδοκιμασία. Η κακή διαχείριση και συμπεριφορά, η έπαρση, η γελοιότητα κι η διαστροφή κάποιων θα σε φέρει σε άβολη θέση στην παρέα σου ή και όχι. Με τη μέθοδο του τσουβαλιάσματος θα γίνεις κι εσύ ένα με το συρφετό κι άντε ν’ αποδείξεις πως δεν είσαι ελέφαντας. Το γεγονός ότι είναι ένα επάγγελμα με προβολή μοιάζει βολικό για κάποιους να το μηδενίσουν και να το αποδοκιμάσουν. Λες και σε όλα τα υπόλοιπα επαγγέλματα, επικρατεί αγιοσύνη και ταπεινότητα. Η γελοιότητα όμως, μπορεί να βρίσκεται στο απέναντι διαμέρισμα, στον δρόμο, σε κάθε επάγγελμα και σε κάθε αρρωστημένο μυαλό. Δεν είναι μονοπώλιο των καλλιτεχνών, ούτε τα έκτροπα του κόσμου ξεκινούν από ‘κει.

Oι ηθοποιοί, όπως κι όλοι οι καλλιτέχνες πρέπει ν’ αντιμετωπίζονται με την ίδια σοβαρότητα που αντιμετωπίζονται όλα τα επαγγέλματα. Ο ηθοποιός είναι το ίδιο σημαντικός, με τον ψυχολόγο σου, τον παιδαγωγό σου και πολλά άλλα επαγγέλματα. Είναι φάρμακο της ψυχής και του νου! Το θέατρο κάτι που θα πρέπει να διδάσκεται στα σχολεία, από τις πρώτες κιόλας τάξεις του παιδιού. Είναι εκείνο που θα κοινωνικοποιήσει, ταξιδέψει, προβληματίσει, ευαισθητοποιήσει, διασκεδάσει. Το θέατρο κάνει την ερώτηση.

Πριν μπεις λοιπόν στη διαδικασία να βάλεις σε δεύτερη μοίρα και να μην πάρεις στα σοβαρά έναν νέο ηθοποιό που αγαπάει την τέχνη του, σεβάσου τον όπως κάθε επαγγελματία. Κι αφού ηθοποιός σημαίνει όντως φως, ας τους αφήσουμε να λάμψουν. Γιατί αν μη τι άλλο, μπορούν.

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Έλενα Γ.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου