Γράφει η Α.

Σε σκεφτόμουν λιγάκι τελευταία. Μάλλον σε σκεφτόμουν πολύ, ας μη λέω ψέματα. Βασικά αν θέλω να πω την πλήρη αλήθεια, δε σε σκεφτόμουν μόνο τελευταία. Είναι που νιώθω ενοχές για τον τρόπο που έφυγα και σε άφησα πίσω και τα βράδια δε με αφήνουν οι τύψεις να κοιμηθώ. Και το χειρότερο είναι πως εσύ τα έκανες όλα σωστά κι εγώ τα κατέστρεψα.

Βλέπεις, εμένα αυτό το παραμύθι δε μου καθόταν και πολύ καλά. Δεν ήμουν και πολύ καλά μέσα μου κι έξω μου για να το ευχαριστηθώ και να το ζήσω. Ένιωθα πως όλοι με πίεζαν από παντού. Στη δουλειά προβλήματα, στο σπίτι προβλήματα κι εσύ εκεί κερί αναμμένο. Και θα μου πεις, «αυτό δε θα έπρεπε να κάνω ως σύντροφός σου;». Ναι, έπρεπε αλλά εγώ δεν μπορούσα άλλο αυτό ζεν σου.

Δεν άντεχα να ξεσπάω τα πάντα επάνω σου κι εσύ να με κοιτάς με μάτια όλο τρυφερότητα κι αγάπη. Ήθελα να κάνεις κάτι άλλο, να αντιδράσεις, να με βρίσ3ις, δεν ξέρω. Όχι, δεν είμαι μαζ@χίστρια. Απλώς, ήταν κουραστικό να μαλώνω μόνη μου, να νιώθω συνεχώς η περίεργη κι η τρελή της υπόθεσης, αυτή που χρειάζεται βοήθεια και κατανόηση.

Ένιωθα πως με λυπάσαι και με συμπονάς κι έκανες πάσο για να μη με κάνεις να νιώσω χειρότερα. Κι ήταν αφόρητο να μου φέρεσαι σαν να είμαι άρρωστη, σαν να σε έχω ανάγκη. Αυτό που είχα ανάγκη όμως δεν το ήξερα ούτε εγώ, γι’ αυτό μη με ρωτήσεις σε παρακαλώ ποια θα έπρεπε να είναι η στάση σου. Ούτε μπορώ να σου εγγυηθώ πως αν η συμπεριφορά σου ήταν διαφορετική, εγώ θα έμενα.

Ίσως για εμένα να ήσουν απλώς ο αποδιοπομπαίος τράγος, αυτός στον οποίο φόρτωσα όλα μου τα προβλήματα. Αυτός ο οποίος κατηγορούσα για ό,τι κακό μου είχε συμβεί και μου συνέβαινε. Και δεν μπορούσα ούτε να σε ακούω, ούτε να σε βλέπω. Κάθε συναναστροφή μαζί σου ήταν υποχρέωση. Μου προκαλούσε πόνο, νεύρα, θυμό και θλίψη.

Ένιωθα πως μαζί σου είμαι στάσιμη κι η ζωή μου ήταν βαρετή και μονότονη κι αρνιόμουν να ζήσω με αυτόν τον τρόπο την υπόλοιπη ζωή μου. Έψαξα δουλειά, σπίτι αλλού και πήρα τα μπογαλάκια μου κι έφυγα, χωρίς εξηγήσεις, χωρίς δικαιολογίες. Για λίγο ένιωσα ελεύθερη, ένιωσα πως πήρα μια ανάσα επιτέλους, κάτι που είχα ανάγκη χρόνια.

Ωστόσο, συνειδητοποίησα πως το πρόβλημά μου δεν ήσουν εσύ ή δεν ήσουν μόνο εσύ. Αρχικά, το πρόβλημα ξεκινούσε από εμένα που δεν ήξερα τι ήθελα, που δεν τα είχα βρει με εμένα, που σκεφτόμουν μόνο τι θα πούνε οι άλλοι, που περιτριγυριζόμουν από ανθρώπους που δε με γέμιζαν ούτε στο ελάχιστο. Εσύ ήσουν η εξαίρεση, όμως. Εσύ ήσουν ίσως η μοναδική σωστή επιλογή μου, απλώς σε επέλεξα και με επέλεξες σε λάθος στιγμή.

Έπειτα, έφταιγες κι εσύ κι όλοι οι άλλοι που δε με ξυπνούσατε από τον λήθαργο που ζούσα, που με ανέχτηκες σε όλες μου τις τρέλες. Έπρεπε να βάλεις ένα φρένο, να προστατέψεις τον εαυτό σου, να μη γίνεις θήραμα των δικών μου τραυμάτων που διψούσαν για εξιλέωση και εκδίκηση.

Σε σκεφτόμουν, λοιπόν, όχι γιατί θέλω να ξαναγυρίσω σε εσένα, αλλά γιατί έχω κατανοήσει τα λάθη μου, τα αναγνωρίζω, τα παραδέχομαι και θέλω να στο πω. Ξέρω πού ήταν το σφάλμα μου και ξέρω πως έχω πολλά κουσούρια που πρέπει να διορθώσω και σου υπόσχομαι πως τα δουλεύω και προσπαθώ καθημερινά να γίνομαι καλύτερη. Σου υπόσχομαι πως δε θα ξαναπληγώσω τον εαυτό μου, ούτε κι άλλους ανθρώπους που απλώς θα τύχει να βρεθούν στο διάβα μου. Σου υπόσχομαι πως ήσουν το πιο μεγάλο μου μάθημα.

Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Κουτσουρά