Ήρθε η ώρα λοιπόν να γκρεμίσουμε το μύθο σου. Εκείνον τον μύθο που έφτιαξες μόνος σου κι εγώ τον πίστεψα σα χάπατο.

Μα μιλάμε για μεγάλο χάπατο, ρε αδερφάκι μου.

Αλλά βλέπεις κάποιοι από εμάς έχουμε συναισθήματα και πιστεύουμε ό,τι μας πασάρουν. Έτσι πάσαρες και εσύ το παραμύθι σου και εγώ το κατάπια λες και ήταν η μεγαλύτερη αλήθεια του κόσμου.

Είναι αλήθεια λοιπόν, μετά το ψέμα σου, δεν πιστεύω σε όρκους αγάπης κι άλλες αντίστοιχες μαλακίες.

Δεν πιστεύω ακόμη και εάν κατέβει ο ίδιος ο love man μπροστά μου να το επιβεβαιώσει.

Χιλιογραμμένο βέβαια, αλλά όπου μπαίνει το σεξ για την ανδρική σας σύνθεση ο έρωτας κάνει αναστροφή και μπαίνει στο αντίθετο ρεύμα από το φόβο του.

Τόσο μεγάλος φόβος για την πραγματικότητα σας διακατέχει όλους εσάς τους ολιγαρκείς. Ολιγαρκής, όπως ακριβώς αυτοχαρακτηρίστηκες για να μου δικαιολογήσεις τις μισές στιγμές που προσέφερες. Είναι θέμα χαρακτήρα μάλλον, μα απορώ πώς δεν το αντιλήφθηκα από την αρχή.

Ο άντρας που απλά γουστάρει μόνο σεξ και πουλάει ποιήματα, στίχους και αγάπες δεν είναι μαλάκας, αλλά ολιγαρκής. Έ ρε σφαλιάρες που θέλουμε για να στρώσουμε οι άνθρωποι.

Τέλος πάντων, ας επιστρέψω στο θέμα μας, εσένα.

Εσένα που περίμενα επί δύο συναπτά έτη για να βρεθώ στο τέλος στο πουθενά. Αλλά ανάλογα το δρόμο που θα επιλέξεις πάει και ο προορισμός. Επέλεξα εσένα τον «πουθενά» και βρέθηκα ακριβώς στο τίποτα.

Μεγάλη είχε πλάκα που θεωρούσες ότι με κορόιδευες. Όχι καρδιά μου, δεν έπαιζες μπάλα εσύ αντίθετα εγώ σου έβαζα γκολάκια, όταν έκανα ότι δεν βλέπω τα μηνύματα, τα τηλέφωνα, τα «άλλα» σου, και τα «ποτέ» σου και αφηνόμουν στο σεξ που πρόσφερες.

Δεν το απολάμβανα απλώς προσπαθούσα να κερδίσω το στοίχημα μου.

Το μεγάλο στοίχημα που είχα βάλει, εσένα.

Είμαστε και εμείς βλέπει που είμαστε ολίγον κακομαθημένοι. Δεν μας έμαθε η μανούλα μας να χάνουμε και εγώ δεν θα αποδεχόμουν ήττα από εσένα, ακόμα και εάν χρειαζόταν να πέσω βρώμικη, ιδρωμένη και νεκρή στην αρένα σου.

Τελικά το στοίχημα είχε μεγάλη διάρκεια. Είχες μπει κι εσύ σε safemode ήμουν και εγώ δειλή, άρα το σύστημα δεν ήταν εύκολο να λειτουργήσει. Κάποτε έβγαινες για λίγο από τη διστακτική σου φάση, παραμυθιαζόμουν εγώ ότι προχωράμε ένα βήμα παρακάτω. Ήταν πλάνη βέβαια κι όνειρο θερινής νυχτός.

Μα αυτή η πλάνη που έδινες τόσο απλόχερα ήταν και το παιχνίδι που με έκανε να εθίζομαι. Ούτε με την κοκαΐνη τόσος εθισμός, καλέ μου. Γουστάρω να πλανεύομαι τελικά και ας οδηγήσει όπου θέλει. Το που οδηγούσε το έχω γράψει ήδη παραπάνω.

Μα τώρα ξέρεις τι γίνεται; Bαρέθηκα. Πλήττω ρε παιδί μου πώς να στο πω;

Εντάξει έπαιξες το ντέφι σου χορέψαμε, καλά περάσαμε αλλά νισάφι.

Δεν πάει να γαμηθεί και το στοίχημα; Aς το χάσω. Πόσο πια να παίζουμε κρυφτούλι και ρουλέτα;

Να πάει στο διάολο και το μυστήριο και το παιχνίδι και όλα. Δεν θα σπαταλήσω ούτε ένα λεπτό για να το συζητήσω παραπάνω και βαρέθηκα να περιμένω πότε θα φορτίσεις. Τόσος καιρός και ακόμα στο 1% μπαταρία είσαι. Μεταχειρισμένο κινητό παλιάς τεχνολογίας κατάντησες ανόητε.

Άσε μας αγόρι μου. Υπάρχουμε κι εμείς που δεν λογαριάζουμε κανέναν και αποδεχόμαστε τα πάντα από επιλογή. Εκμεταλλευόσουν λοιπόν ότι γούσταρα αλλά τώρα απλά δεν γουστάρω.

Αυτά και καλή τύχη ολιγαρκές αγόρι. Άλλωστε έτσι το παιχνίδι έχει μεγαλύτερη πλάκα.