Λέγεται και βροντοφωνάζεται ότι οι άνθρωποι έχουμε γίνει φοβητσιάρηδες· ότι κάθε που βλέπουμε κάποιον που μας αρέσει, χαμηλώνουμε στη στιγμή το κεφάλι, κρύβουμε την ουρά ανάμεσα στα πόδια και κρατάμε το βλέμμα φανερά κρυφό. Ότι προτιμούμε να μείνουμε μονάχοι στο ερημονήσι των εργένηδων απ’ το να πάμε στο μανάρι απέναντι και να συστηθούμε. Ότι ο φόβος κι η ντροπή κλαψουρίζουν «Άπαπα, τι πράγματα είναι αυτά!» κι αμέσως φοράμε το bitch-mode-face ή εκείνο του μαλάκα-ψώνιου που δεν καταδέχεται να αράξει τη ματιά του στους «κοινούς θνητούς». Εν μέρει είναι αλήθεια, όμως, κυρίες και κύριοι, υπάρχουμε κι εμείς!

Εμείς που βλέπουμε ένα όμορφο πρόσωπο, παρατηρούμε τη συμπεριφορά και τη διάθεσή του και το πλησιάζουμε. Του λέμε «Έψαχνα δικαιολογία να έρθω να σου μιλήσω, οπότε θέλεις να μου στρίψεις ένα τσιγάρο;», ρωτάμε όνομα και με ευχάριστη διάθεση δεχόμαστε την οποιαδήποτε ανταπόκριση θα έρθει. Πείτε μας γενναίους, πείτε ότι έχουμε κότσια κι ότι το θαυμάζετε, πείτε ότι σας εμπνέουμε, επιτρέψτε μου, παρ’ όλα αυτά, εγώ να πω «είμαστε χαϊβάνια!».

Ε δεν είμαστε όταν δε μαθαίνουμε ποτέ και συνεχίζουμε να διεκδικούμε, ενώ τρώμε τα μούτρα μας; Και σ’ αυτό φταίτε εσείς! Ναι, καλά διαβάσατε. Εσείς έχετε το βάρος που οι άνθρωποι σταματάμε να είμαστε τολμηροί και χάνουμε το κουράγιο μας. Γιατί όταν το άτομο μ’ εκείνα τα παιχνιδιάρικα μάτια μας πει πως χάρηκε που το πλησιάσαμε και μας πιάσει την κουβέντα, όταν ανιχνεύσουμε ενδιαφέρον στα λόγια και τις κινήσεις του κι όταν το πάει παρακάτω ζητώντας τηλέφωνο ή fb για να κανονίσουμε να βγούμε, τότε εμείς ενθουσιαζόμαστε και με ικανοποίηση κι ανυπομονησία για τη συνέχεια, το δίνουμε. Και τι γίνεται μετά;

Μετά καθόμαστε πάνω απ’ την καταραμένη συσκευή να περιμένουμε το τηλεφώνημά σας, ενώ η επαναφόρτωση της σελίδας -για να είμαστε σίγουροι ότι έχουμε ίντερνετ- κάνει το χέρι μας να πιαστεί! Κάθε ώρα που περνάει είμαστε στην τσίτα, κάνοντας σενάρια για το γιατί καθυστερείτε να επικοινωνήσετε· μήπως έχει σχέση ή παίζεται κάτι; Μήπως έκλεισε το κινητό προτού με κάνει add και δε θυμάται το προφίλ μου; Λες να μην έχει χρόνο με την εξεταστική ή να συνέβη κάτι προσωπικό; Μήπως ένας πελαργός με κουστούμι James Bond έπεσε από το διαστημόπλοιο του θεού Ποσειδώνα και του έκλεψε το κινητό; Μήπως είμαι τελείως ζοντόβολο;

Ναι! Εκεί καταλήγουμε, να κατηγορούμε τους εαυτούς μας που σας εμπιστευτήκαμε, αντί να σας βρίζουμε που μας παραμυθιάσατε. Αν δε γούσταρες, κοριτσάκι μου, ή αν δε σου κέντρισα το ενδιαφέρον, αγοράκι μου, τι στο καλό χαμογελάς σαν να με περίμενες όλο το βράδυ; Γιατί απομονώνεις την παρέα σου και μιλάς μόνο μαζί μου; Και πες ότι σ’ αρέσει το φλερτ, ωραία; Το αθώο φλερτ είναι μια χαρά κι υγιές. Γιατί όμως να ζητήσεις μέσο επικοινωνίας; Γιατί να με τυραννήσεις, μου λες;

Κάποιος από σας παίζει να πετάχτηκε τώρα και να είπε «Από ευγένεια!». Αφήστε με να στριφογυρίσω τα μάτια μου σε αυτό και να σας πω «Ας είμαστε ειλικρινείς με τους εαυτούς μας, παιδιά». Απλά δεν είχαμε τ’ αρχίδια να πούμε ότι δε θέλαμε συνέχεια, ότι «Κοίταξε, χάρηκα για τη γνωριμία, αλλά είμαι αλλού» ή «Χάρηκα, αλλά λέω να γυρίσω στην παρέα μου τώρα. Καλή συνέχεια». Τι πιο απλό κι ευγενικό για να λήξει μια κουβέντα; Ή το άλλο; Που αν επιμείνει ή ζητήσει να τα ξαναπείτε, πανικοβάλλεστε κι απαντάτε θετικά ακόμα κι αν δε θέλετε τον άλλον. Δεν έχουμε το θάρρος και την ευθύτητα να πούμε «Όχι, ευχαριστώ, αλλά δεν ενδιαφέρομαι» ή «Ας τα’ αφήσουμε καλύτερα» μ’ ένα χαμόγελο και να σταματήσει εκεί το πράγμα.

Αφού το βλέπουμε και το ξέρουμε· δε μας πλησιάζει και συστήνεται έτσι ο κόσμος στο άσχετο αν θέλει φιλία. Να μας γνωρίσει θέλει και να δει πού μπορεί να πάει στο ερωτικό. Αν νιώθουμε ξεκάθαρη έλλειψη χημείας κι είμαστε σίγουροι ότι δεν μπορεί να υπάρξει μέλλον, ας μην το δίνουμε το fb ή το κινητό. Ας δαγκώνουμε τη γλώσσα, ας παίρνουμε μια βαθιά ανάσα κι ας αρνούμαστε με ευγένεια.

Ας το παλέψουμε, ρε ‘σεις, με γενναιότητα και ντομπροσύνη κι οδηγό το σύνθημα «Όχι στις φρούδες ελπίδες! Όχι στη στιγμιαία εξαπάτηση! Όχι στα καρδιοχτύπια τα μάταια! Ναι σ’ ένα ειλικρινές αύριο!». Α, και για να το βγάλω από μέσα μου, φίλτατε γόη απ’ το μεταλάδικο τις προάλλες, άντε πνίξου! Αγάπη μόνο!

Συντάκτης: Μαρία Α. Καρμίρη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη