Πάει καιρός που κλείσαμε οριστικά με βρόντο την πόρτα του. Χρόνια που μοιάζουν πλέον τόσο μακρινά, χρόνια ξέγνοιαστα, αυθόρμητα κι ανέμελα. Χρόνια μοναδικής αθωότητας. Καθώς ο χρόνος περνά αμείλικτα κι η ζωή βρίσκεται σε μόνιμη δράση όλα τα δύσκολα της σχολικής ζωής ξεχνιούνται και το μόνο που μένει είναι μια ευχάριστη ανάμνηση και μια πνοή νοσταλγίας.

Και στο σημείο αυτό, βουίζουν γοερά στα αυτιά μου οι στίχοι εκείνοι της Αννούλας: «Τα μαθητικά τα χρόνια δεν τα αλλάζω με τίποτα». Ποιος, είτε αργόσχολος και ρομαντικός είτε δραστήριος και λιγότερο επιρρεπής στις αναπολήσεις δε θα άλλαζε τις υποχρεώσεις και το άγχος της τώρα ζωής του με εκείνα τα χρόνια του θρανίου; Η ζωή στο σχολείο, αν μη τι άλλο, ήταν η δική μας ζωή, ο ζωτικός μας μικρόκοσμος. Ίδια θρανία, ίδιες κιμωλίες, το μεγαλύτερο μέρος της καθημερινότητάς μας.

Τι κι αν τους περισσότερους δυσκολεύεσαι να τους αναγνωρίσεις στο δρόμο κι ενδεχομένως ούτε αυτοί εσένα, η παραδοχή είναι μία: Σε ‘κείνο το προαύλιο δημιουργήθηκαν φιλίες αναλλοίωτες, φιλίες που αξίζει να μνημονεύεις εσαεί, φιλίες που δε θα ‘ναι αντίστοιχες με καμιά.

Ένα reunion μπορεί να σε πείσει. Είναι πολύ της μόδας και πλέον ζήτημα μερικών κλικ -να ‘ναι καλά ο Ζούκερμπεργκ. Μεγαλώσαμε πια και δεν είναι δα και τόσο χάλια. Άλλωστε, όσο κοινωνικοποιημένοι κι αν είμαστε ή αν έστω εξελιχθήκαμε, όλοι επιθυμούμε να ανήκουμε κάπου. Γιατί να μην επιλέξουμε το σίγουρο και δοκιμασμένο παρελθόν; Αν μη τι άλλο πρόκειται για ανθρώπους που γνώρισες προτού καν αρχίσει να συνυφαίνεται το ιδεατό σου πλέγμα, όντας σε πνευματικά χάλια. Και με απαίσιο  styling. Ποιος θα τολμούσε να σε παρεξηγήσει σήμερα;

Η λέξη κλειδί που θα κυριαρχεί στην τρελοπαρέα και θα απαντά με συχνότητες πομπών ισχύος είναι το «θυμάσαι;». «Θυμάσαι τότε που έφαγες αποβολή για εκείνο το μουσικό μπρελόκ στην άλγεβρα;», «Θυμάται κανείς ποιος έκλεψε το απουσιολόγιο του Γ2;», «Η Θάλεια κι ο Ηλίας ήτανε ζευγάρι στην πενθήμερη κι ο Αλέξης είχε χαίτη». Κουβέντα να γίνεται. Ο Αντώνης το πειραχτήρι, η Σοφία η αγαθιάρα, η Βαγγελιώ το μαγκάκι, ο Κωνσταντίνος ο φύτουλας, η Φράνση η όμορφη, η Μαρία σικάτη από τότε.

«Σαν συμμαθητές που έχουν χαθεί». Χαμόγελα αμήχανα και ματιές κλεφτές, ερωτήσεις διστακτικές. Μια συνάντηση και μπαίνεις στη χρονοκάψουλα ταξιδεύοντας πίσω στα χρόνια τα μαθητικά. Μια τάξη που πέρασε στην ιστορία με τις φάρσες, τη σπιρτάδα, τις ατάκες, τις κοπάνες, αλλά και τις επιτυχίες. Σαν να μην πέρασε μία μέρα.

Άβολες αναμνήσεις, ανωριμότητες και στιγμές του παρελθόντος που καθιστούν σχεδόν αδύνατη την ταύτιση των τότε προσώπων με τους σημερινούς ενήλικες στους οποίους αντιστοιχούν. Μαλλιά που ‘χουν ξεκινήσει να γκριζάρουν, στομάχια που ‘χουν αρχίσει να κάνουν δειλά την εμφάνισή τους. Αναζωπύρωση στιγμιαία παλαιών φλερτ, οικειότητα που δεν είναι βεβιασμένη έστω κι αν έχει από καιρό απολεσθεί. Με τους συμμαθητές σου δεν μπορείς παρά να είσαι ο εαυτός σου. Κανείς δε θα φύγει ανικανοποίητος.

Εξάλλου, δεν υπάρχει άνθρωπος που μνημονεύοντας τα μαθητικά του χρόνια να μη σχηματίζει ένα χαζό μειδίαμα.  Ως εκ τούτου, κανείς δεν μπορεί να πει «όχι» σε μια πρόταση για reunion. Άσε που τέτοιου είδους συνεδρίες υπογράφουν τα καλύτερα ξενύχτια.

«Όπως παλιά».

Συντάκτης: Νατάσα Δόμβρου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη