Μανούλα, θα φύγω. Μην κλάψεις. Αυτό ήτανε. Λίγο η ανεργία που φλερτάρει με ένα 30%, για να μιλήσουμε κι επιστημονικά, λίγο η φορολογία που ολοένα κι εκτινάσσεται, η γραφειοκρατία που σου προκαλεί παραλήρημα, τα ΜΜΕ που δεν αφήνουν να περάσει λεπτό χωρίς να σε αγχώσουν ή το ότι έχεις υπάρξει θύμα εργασιακής εκμετάλλευσης από τότε που ξεκίνησες να θυμάσαι τον εαυτό σου.

Σίγουρα δεν κάνεις αυτό που επιθυμείς, σίγουρα δεν μπορείς να κάνεις εσαεί το γκαρσόνι ή τη γραμματέα των πεντακοσίων, δηλωμένη ως γενικών καθηκόντων. Τετριμμένο κι αφόρητα κλισέ αλλά, ναι, η ζωή είναι τόσο δα μικρή.

Η απόφαση πάρθηκε με ομοφωνία. Κανένας γονιός δε θέλει, άλλωστε, το παιδί του ηττημένο. Ο άνθρωπος δεν αντέχει και την πολλή πραγματικότητα, ξέρεις. Μάζεψες τα μπαγκάζια σου, κλείδωσες το παιδικό σου δωμάτιο, έβαλες το καπελάκι σου στραβά κι είπες να την κάνεις κι εσύ μπας και ξεφύγεις από τούτη την ατμόσφαιρα τρόμου. Στον απόηχο του κραχ, ο Λονδρέζος έπινε μέχρι πρωίας και γεννήθηκε η τζαζ και τα αρχοντορεμπέτικα, εσύ τι θα κάνεις το 2017 σε μια χρεοκοπημένη Σαλονίκη;

Με γεια σου με χαρά σου. Εμείς μαζί σου. Οφείλουμε, ωστόσο, να σε ενημερώσουμε, προς άρση παρεξηγήσεων, πως τα πράματα δεν είναι τόσο απλά. Το να μεταναστεύσεις στο εξωτερικό επ’ ουδενί  δεν είναι τόσο εύκολο, όσο ακούγεται.

And so the story goes. Κι εκεί βαράς δωδεκάωρα κι εκεί απολύεσαι κανονικότατα, αγαπητέ. Κι εκεί θα χρειαστεί να ‘χεις κονέ και να πάρεις τη δουλειά κι εκεί θα χρειαστεί να φτύσεις αίμα, σε ό,τι κι αν αυτό μπορεί να μεταφραστεί, προκειμένου να ανέβεις ιεραρχικά. Δεν είναι μόνο ελληνικά καμώματα τούτα.

Δε θα φτάσεις ποτέ στο επιθυμητό business level τη γλώσσα σου προκειμένου να εκφραστείς όπως θα ήθελες. Ήδη με το καλωσόρισμα, λοιπόν, έχεις χάσει την τσαχπινιά σου. Δε θα προσαρμοστείς ποτέ στον εκεί τρόπο ζωής όσο κι αν προσπαθήσεις να πείσεις τον εαυτό σου πως τον έχεις αφομοιώσει. Η εγκληματικότητα ενδεχομένως να ‘ναι και μεγαλύτερη, η χορηγία των γονιών θα πάψει να ‘ναι δεδομένη. Στην καλύτερη θα συγκατοικείς με άλλους τρεις κι όλη σου η ζωή θα ‘ναι ένα δωμάτιο το οποίο θα αποπληρώνεις με το ένα τρίτο του μισθού σου, all inclusive.

Τι θα πει διασκέδαση κανονική; Καλέ οι pub κλείνουν απ’ τις ένδεκα. Η δε παρέα σου ενδεχομένως  –στην απεγνωσμένη σου προσπάθεια να κοινωνικοποιηθείς εν τάχει– θα απαρτίζεται από ανθρώπους που ανήκουν στην ίδια κατηγορία στην ιεραρχία της καρδιάς σου με ‘κείνους που εδώ χαιρετάς βιαστικά απ’ την άκρη του δρόμου αφού δε στέφθηκε με επιτυχία η προσπάθειά σου να περάσεις αόρατος κι εν τέλει κανονίσατε να πάτε κάποια στιγμή για καφέ. Μίλα μου για κάτι άλλο.

Αμ ο καιρός; Πού, πες μου πού, θα βρεις ξανά σαν το ελληνικό κλίμα; Μπόλικη υγρασία για τις μπούκλες σου, υδράργυρος στο ναδίρ, μαγιό καταχωνιασμένο στο τελευταίο συρτάρι κάτω από στοίβες κασκόλ. Σίγουρα θα ‘θελες μια τέτοια ζωή; Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει πουθενά αυτή η Γη της Επαγγελίας. Κι αν υπάρχει πες μου πού βρίσκεται να πάω να μετοικήσω κι εγώ.

Ξανασκέψου το. Θα χαιρόμασταν να δίναμε έστω και τα τελευταία σεντς μας αν γνωρίζαμε πως έτσι βοηθούμε κάποιον να λάβει τη σωστή απόφαση.

Και στην τελική γιατί να φύγεις; Μείνει και γίνε το ταλέντο που θα δουλέψει και θα δημιουργήσει τη νέα ιστορία μας. Μπορείς.

Συντάκτης: Νατάσα Δόμβρου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη