Όλοι οι άνθρωποι προφανώς κουβαλούμε αρνητικά στοιχεία στο χαρακτήρας μας. Κανείς δεν είναι τέλειος, ούτε αψεγάδιαστος κι αυτό εξάλλου θα ήταν παράλογο να το περιμένουμε ή να το απαιτούμε. Γι’ αυτό δε ζητούμε από έναν άνθρωπο την τελειότητα, γιατί πολύ απλά δεν υπάρχει. Δεν είναι φυσιολογικό, πώς να το κάνουμε δηλαδή;

Δεκτά λοιπόν τα ψεγάδια και τα ελαττώματα, μας ξεχωρίζουν κιόλας, απλά υπάρχουν κι ορισμένα σκοτεινά σημεία σε ένα χαρακτήρα ικανά να χαλάσουν κατά πολύ τη συνολική εικόνα του, ικανά να τον αλλοιώσουν. Κάτι τέτοια ελαττώματα μακάρι να μην τα συναντούσαμε πουθενά, αφού προκαλούν με ευκολία χαμό και κάνουν κακό τόσο στους ίδιους τους κατόχους τους όσο και στις συναναστροφές τους. Με βάση αυτά ποδοπατούν άλλους, με βασιλιά της ματαιοδοξίας, της αχαριστίας και του εγωκεντρισμού την απληστία.

Όλοι σε αυτή τη ζωή παλεύουμε για το καλύτερό μας. Θα διαβάσουμε, θα μπούμε σε μια καλή σχολή κι έπειτα θα βρούμε μια δουλειά που θα μας προσφέρει ένα καλό εισόδημα. Βασισμένοι σε αυτές τις απολαβές θα κάνουμε πολλά απ’ τα όνειρά μας πραγματικότητα και θα κατακτήσουμε όσα περισσότερα μπορούμε απ’ όσα ποθούμε. Δεκτή η κοσμοθεωρία αυτή κι ως ένα βαθμό φυσιολογική.

Κανείς δεν μπορεί να μας στερήσει το δικαίωμα, εφόσον δουλέψουμε με κόπο, να επιθυμήσουμε και να αποκτήσουμε υλικά αγαθά κι ανέσεις. Αλίμονο αν δε μας καλομαθαίναμε και δεν κάναμε κάτι για εμάς. Όμως κι εδώ υπάρχει ένα όριο, όπως και σε καθετί. Το να θέλουμε διαρκώς ακόμη παραπάνω απ’ ό,τι ήδη έχουμε, να το διεκδικούμε με μανία κι έπειτα να μην ικανοποιούμαστε ούτε με αυτό που μόλις αποκτήσαμε κάνει την κατάσταση να ξεφεύγει. Χάνουμε πια το μέτρο. Η υπερβολή κι η λύσσα μας να τα θέλουμε όλα δικά μας μάς ορίζει και μας αλλάζει, μας καθιστά επικίνδυνους.

Για έναν άπληστο άνθρωπο τίποτα δεν είναι αρκετό για να αισθανθεί ικανοποίηση. Ποτέ δε θα είναι ευχαριστημένος με αυτά που έχει και πάντα θα θέλει κι άλλα. Όσα κι αν του δώσεις, ακόμη και γυάλινους πύργους με χρυσά καθίσματα, εκείνος πάντα θα θέλει κάτι ακόμη περισσότερο.

Τα υλικά αγαθά πλέον χάνουν την αξία τους, αφού είναι ανίκανα να του προσφέρουν ευχαρίστηση. Η μόνη χαρά βρίσκεται στη δίψα του να θέλει και να ζητάει διαρκώς. Δε θα τον ικανοποιήσει αυτό που με κάθε μέσο θα κατακτήσει, απλά το θέλει, γιατί μόνο αυτό ξέρει να κάνει: να ζητάει διαρκώς.

Ο μόνος στόχος του είναι το περισσότερο. Έστω ότι έχεις δέκα να του δώσεις, εκείνος θα απαιτήσει είκοσι, ίσως και πιο πολλά. Πάντα υπάρχει δηλαδή το αίσθημα του ανικανοποίητου. Θέλει ό,τι έχουν οι άλλοι και μάλιστα περισσότερα από αυτούς. Ο φθόνος βαδίζει χέρι-χέρι με την απληστία, αφού είναι αδέρφια. Κι η ανυπομονησία φίλη της απληστίας κι αυτή. Δεν μπορεί να περιμένει. Ό,τι θέλει το θέλει εδώ και τώρα, χωρίς να τον νοιάζει τίποτε άλλο πέρα απ’ την απόκτησή του.

Κάποιες φορές ίσως νιώσει μια προσωρινή ευχαρίστηση, που δεν κρατάει παρά ελάχιστα όμως. Ξερή στιγμιαία ευχαρίστηση, όχι ικανοποίηση, ούτε φυσικά πληρότητα. Γιατί όσα είναι ικανά να μας κάνουν ευτυχισμένους δεν αγοράζονται. Κι εκείνος μέσα απ’ τις διαρκείς επιφανειακές απαιτήσεις του παλεύει μάταια να καλύψει κενά πολύ βαθύτερα.

Καταστροφικό χούι η απληστία, τρώει τον ίδιο άνθρωπο που την λατρεύει.

Συντάκτης: Ειρήνη Κουκέλλη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη