Ύπνος, η μεγαλύτερη απόλαυση που υπάρχει σε τούτον εδώ τον κόσμο. Εντάξει, ομολογώ πως γίνομαι κάπως υπερβολική, υπάρχει και το φαγητό και το σεξ και πολλά ακόμη πράγματα που προκαλούν ευθυμία και το κυριότερο δεν κοστίζουν, επομένως ας τον κατατάξω σε μία απ’ τις μεγαλύτερες απολαύσεις.

Όποιος έχει πει ότι δεν του αρέσει να κοιμάται ακόμη κι αν έχει χορτάσει ύπνο, έστω να χουζουρεύει, δίχως σκοτούρες κι υποχρεώσεις, βουτηγμένος στα σκεπάσματα, ανάμεσα στα μεγάλα φουσκωτά του μαξιλάρια και τα δροσερά σεντόνια, είναι ψεύτης. Σε ποιον θα δινόταν η ευκαιρία να κοιμηθεί λίγη ωρίτσα παραπάνω και θα την αρνιόταν; Εγώ πάντως θα δεχόμουν δίχως να το σκεφτώ δευτερόλεπτο.

Όχι, οι λάτρεις του ύπνου δεν είναι άνθρωποι τεμπέληδες, που δεν κάνουν σχεδόν τίποτα στη ζωή τους και χαραμίζουν τη μέρα, αφιερώνοντάς την αποκλειστικά στο να κοιμούνται. Οι υπναράδες όπως θα χαρακτηρίζονταν απ’ την πλειονότητα είναι άνθρωποι που και στη σχολή τους πηγαίνουν, και στη δουλειά τους είναι τυπικοί, και φίλους έχουν, και στα ραντεβού τους δίνουν το παρόν, απλά φέρνουν το πρόγραμμα στα μέτρα τους. Ούτε ξεχασιάρηδες είναι. Απλούστατα ορίζουν αυτοί το πότε κι αν βολεύει και στους άλλους καλώς, αλλιώς κάποια άλλη φορά, καλά να είμαστε κι ύπνο πολύ να κάνουμε.

Είναι εκείνοι που όταν πήγαιναν σχολείο οι γονείς τους έκαναν αμάν και πώς να τους ξυπνήσουν, γι’ αυτό και τους φώναζαν πιο νωρίς απ’ την κανονική ώρα, αφού ήξεραν ότι θα ακούγονταν δεκάδες «δύο λεπτάκια και θα σηκωθώ». Είναι οι έφηβοι κι αργότερα οι φοιτητές που στο κινητό τους υπήρχαν αμέτρητα ξυπνητήρια με διαφορά δύο λεπτών και χιλιάδες αναβολές. Εντάξει, μπορεί πού και πού να έχαναν καμία πρώτη ώρα, έτσι κι αλλιώς κι ο καθηγητής στις οχτώ το πρωί νυστάζει. Άντε και κανένα αεροπλάνο ή λεωφορείο αν το ξυπνητήρι ήταν χαλασμένο και δε χτυπούσε στην ώρα του.

Είναι οι άνθρωποι που προτιμούν να εργάζονται σε επαγγέλματα όπου τα ωράρια θα ξεκινούν απ’ τις τρεις το μεσημέρι και μετά ή ακόμη καλύτερα τη νύχτα. Είναι παιδιά της νύχτας. Τους αρέσει να ξενυχτάνε, να βγαίνουν και να γυρνούν πρωί. Δεν είναι εθισμένοι στον ύπνο απλώς έχουν μια ιδιαίτερη δυσκολία στο πρωινό ξύπνημα γι’ αυτό τον λόγο επιλέγουν να ξυπνάνε μετά τις δύο. Ίσως η εξήγηση να βρίσκεται στο ότι έχουν αλλεργία στο φως του ήλιου ή μπορεί να είναι βαμπίρ και να βγαίνουν μονάχα βράδυ. Αμέσως να τους φορτωθούν ταμπέλες όπως «υπναράδες», «χουζούρηδες» και χίλια δύο επίθετα που δεν ανήκουν στην πραγματικότητα.

Δεν έχουν ανάγκη να καταβροχθίσουν εκατοντάδες κόκκους καφέ, πράγμα που τους κάνει κι ιδιαίτερα ήρεμους, αφού οι μπαταρίες τους γέμισαν απ’ τον ύπνο. Συν το γεγονός ότι το δέρμα τους είναι αξιολάτρευτο και φρέσκο, ενώ οι μαύροι κύκλοι είναι πράγμα άγνωστο για εκείνους.

Επίσης προτού τους προσάψουμε χίλια δύο κοσμητικά επίθετα, να μην ξεχάσω να αναφέρω πως οι άνθρωποι αυτοί διάβασα σε έρευνα πως έχουν βγει ιδιαίτερα περιπετειώδεις, έξυπνοι και δραστήριοι και να θυμάσαι πως τις ώρες που έχουν πέσει σε χειμερία νάρκη ονειρεύονται δεκάδες ιστορίες και ζουν πολλαπλά ονειρικά παραμύθια, ενώ εσύ αγχώνεσαι, ξυπνάς αξημέρωτα και πίνεις πολλαπλούς καφέδες για να αντέξεις τη μέρα!

Συντάκτης: Κατερίνα Νικολακοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη