Λένε πως η ζωή είναι ένα τεράστιο ρίσκο. Ποτέ δεν ξέρεις τι θα σου κληρώσει και μένεις συνεχώς με μια απορία για το τι ενδέχεται να σε βρει στην επόμενη γωνία, στο επόμενο στενό. Πολύ άγχος γενικώς, πολλή βαβούρα για το τίποτα στην τελική. Ας το πάρουμε απόφαση μια και καλή πως ό,τι είναι να έρθει θα έρθει, όσο και να παρακαλάμε, όσο κι αν ευχόμαστε να μας έρθουν όλα βολικά. Σταματήστε τη ζωή μου, θέλω να κατέβω.

Με τα πολλά, κατόπιν δύσκολων περιστάσεων, ήρθε και μια στιγμή που τα βρήκαμε σκούρα. Μαύρισε το τοπίο, μαύρο κι άραχνο, μαύρο σαν καλιακούδα και τι θα κάνουμε τώρα. Όλα φαντάζουν άθλια, η ελπίδα παρότι τελευταία στη σειρά, μας έχει από καιρό εγκαταλείψει και δυναμικά εναποθέτουμε τις βλέψεις μας στο σύμπαν μπας κι αξιωθεί να μας δώσει μια ελπίδα, ένα θετικό σημάδι, κάτι βρε αδερφέ. Τι ζητήσαμε; Ένα φωτάκι μέσα στη μαυρίλα να μας βγάλει απ’ το μονοπάτι που ανάθεμα κι αν ξέρουμε πού οδηγεί.

Αντί όμως αυτού του φωτεινού σημείου στον ορίζοντα, που ενδεχομένως θα μας βγάλει απ’ το τούνελ και θα μας βοηθήσει να ξανασταθούμε στα πόδια μας, είχαμε εκείνον τον τύπο, ο οποίος προφανώς κατατρεγμένος απ’ τα δεινά της ζωής, σωστό θαλασσοδαρμένο σκαρί που έφαγε τη ζωή με το κουτάλι, πέταξε τη χιλιοειπωμένη ατάκα «Έλα μωρέ, πώς κάνεις έτσι, υπάρχουν και χειρότερα». Είχες που είχες το χάλι σου το μαύρο, έχεις κι αυτόν το φιλοσοφικό στοχασμό να σου υπενθυμίζει πως όντως υπάρχουν και χειρότερα. Τέτοια ώρα, τέτοια λόγια.

Ώρα να το πούμε κι αυτό πως το «υπάρχουν και χειρότερα» δεν παρηγόρησε ποτέ κανέναν. Ποτέ δε μας έκανε ν’ αναθεωρήσουμε τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε τον κόσμο και ουδέποτε θα το κάνει. Μοιάζει περισσότερο με εκείνο το τετριμμένο «τα παιδάκια στην Αφρική πεινάνε» που μας έλεγε η μάνα μας όταν αρνούμασταν να φάμε εκείνη την τελευταία κουταλιά αρακά που απέμενε στο πιάτο μας. Αν την τρώγαμε εμείς την κουταλιά, θα χόρταιναν τα παιδάκια στην Αφρική; Δε μας απάντησαν ποτέ. Μόνο τύψεις νιώθαμε για την άχαρη μοίρα αυτών των παιδιών κι ο αρακάς έμενε στον πάτο του πιάτου.

Σαφώς και υπάρχουν και χειρότερα. Σαφώς και σε ολόκληρο τον πλανήτη θα υπάρχει κάποιος κάπου, που αντιμετωπίζει τα πάνδεινα. Σαφώς και δεν είμαστε εμείς οι κατατρεγμένοι που μας ήρθαν όλα ανάποδα και δεν υπάρχει ελπίδα για το άτομό μας. Αυτά τα ξέρουμε, δε χρειάζεται να μας τα υπενθυμίζετε κάθε τρεις και λίγο. Τώρα έχουμε τα ζόρια μας, τώρα έχουμε τις μαύρες μας και πιστέψτε μας, ελάχιστα μας ενδιαφέρει αν υπάρχουν κι άλλοι αυτή τη στιγμή που βιώνουν χειρότερα και δεν έχουν στον ήλιο μοίρα.

Μη μας παρεξηγείτε, δεν κατακρίνουμε τις ζωές των άλλων, απλώς έχουμε και μια δική μας ν’ ασχοληθούμε. Αλήθεια, πόσες φορές σε παρηγόρησε τούτο το επιχείρημα; Εκεί που κόντευες να σκάσεις απ’ τα νεύρα ή τη θλίψη, σκέφτηκες ποτέ πως δεν υπάρχει λόγος να χαλιέσαι επειδή υπάρχει ένας τύπος στην άλλη άκρη της Γης -ή ακόμη και στο διπλανό διαμέρισμα- που έχασε τον έρωτα της ζωής του, τη μισή περιουσία του και το σκυλί που το είχε από παιδί; Δε νομίζω. Δε λέω, σκληρή αντιμετώπιση από τη φουκαριάρα τη ζωή που δε λέει να σοβαρευτεί κι αυτή κάποια στιγμή, αλλά παραέχουμε δικά μας ζόρια για ν’ ασχοληθούμε και με των άλλων.

Δε θυμάμαι ποτέ κανείς ν’ ανακουφίστηκε επειδή κάποιον άλλον τον μούτζωσε η μοίρα και τον άφησε να αναρωτιέται αν υπάρχει ένα καλύτερο αύριο, ούτε να ένιωσε καλύτερα επειδή εμείς έχουμε να φάμε και κάποιοι άλλοι δεν έχουν. Αναμφίβολα θα εκτιμήσουμε και δις και τρις τα καλά που μας έλαχαν, θα ευχαριστήσουμε για τα θετικά και τα όμορφα, δεν είμαστε αχάριστοι, ας μη λέμε κι ό,τι θέλουμε. Πάντως πάνω στην απελπισία και τον πανικό μας το τελευταίο που χρειαζόμαστε είναι να έχουμε εκείνον τον τύπο πάνω απ’ το κεφάλι μας να βροντοφωνάζει πως θα μπορούσε να είναι και χειρότερο το πράγμα.

Σιγά το μέγα φιλόσοφο. Δηλαδή μ’ αυτή τη λογική, πρέπει να ευχαριστούμε και γι’ αυτό το «light» δεινό που βρέθηκε στο διάβα μας και να ευχόμαστε μη γίνουν τα πράγματα χειρότερα. Ώρα είναι να εγκαταλείψουμε και τα εγκόσμια και ν’ αποσυρθούμε σε κάποιο ξεχασμένο βουνό αναζητώντας την ολοκλήρωση και τη συναισθηματική κάθαρση φορώντας φυλλώματα δέντρων, χιλιόμετρα μακριά απ’ τον πολιτισμό.

Καλή κι η αισιοδοξία στη ζωή, καλή κι η πνευματική ανύψωση με θετικές σκέψεις και συναισθήματα, αλλά δεν είναι όλες οι ώρες ίδιες. Θα έρθουν και στιγμές που θα μας πάρει από κάτω, θα χάσουμε τα αυγά και τα πασχάλια κι ανάγκη θα έχουμε μια αγκαλιά συμπαράστασης παρά πνευματικές ανυψώσεις και συζητήσεις ανωτέρου επιπέδου. Αυτά τα αφήνουμε για κάποια άλλη ώρα, που θα στέκουμε καλύτερα στα λογικά μας και δε θα έχουμε τα χίλια δυο να μας ταλαιπωρούν με μότο το «να ζει κανείς ή να μη ζει». Λύστε μου για αρχή αυτήν την απορία που ταλανίζει ανά τους αιώνες κόσμο και κοσμάκη και κατόπιν ίσως είμαι κι εγώ σε θέση να αισθανθώ κάπως καλύτερα επειδή υπάρχουν και χειρότερα.

Προς το παρόν, όταν τα χειρότερα μοιάζουν να έχουν χτυπήσει την πόρτα μας, να έχουν αράξει στον καναπέ και να μας γνέφουν, δεν έχουμε χώρο για τα χειρότερα που κάπου υπάρχουν και βασανίζουν κάποιον άλλο επάνω στον πλανήτη. Ας λύσουμε μία τα δικά μας, που όπως φαίνεται αδυνατούμε να τα φέρουμε βόλτα κι ας αφήσουμε τα κλισέ για κάποια στιγμή που ίσως να το σηκώνει περισσότερο το φιλοσοφικό πνεύμα.

Συντάκτης: Αλίκη Αμπατζή
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου