Δεν ξέρω αν έδωσα όσα μπορούσα ή αν πήρες όσα ήθελες ή όσα πρόλαβες. Η ουσία είναι μία. Σου έδωσα τόσα όσα πίστεψα πως ήταν ικανά να σε κρατήσουν ή τουλάχιστον να σε κάνουν να μείνεις και να καταφέρεις να γίνεις κίνητρο για να συλλέξεις τα καλύτερά μου κομμάτια. Όσα έγιναν κι όσα ειπώθηκαν, ποτέ δε θα μάθουμε αν ήταν αρκετά ή μάλλον εκ του αποτελέσματος κρίνουμε πως δεν ήταν. Ένα τέλος που φάνηκε απ’ την αρχή.

Ποτέ δεν μπορεί να πει κάποιος ότι είπε ή έκανε τα πάντα για κάποιον άλλον. Άλλωστε αισθάνομαι πως από τα ειπωμένα μου πάντα θα λείπει εκείνη η λέξη ή εκείνο το σημείο στίξης που θα σου έδειχνε το δικό μου πολύ. Κι από τα πεπραγμένα μου πάντα θα υπάρχουν μισοτελειωμένες πράξεις που δεν πρόλαβαν την εκπνοή του χρόνου.

Παρ’ όλα αυτά δε θα θεωρήσω σε καμία περίπτωση τον εαυτό μου ανεπαρκή κι ούτε θα πω πως δεν πάλεψα για σένα, για μας. Αν το κάνω είναι σαν να μου αφαιρώ αξία. Δε θα το κάνω. Όχι από εγωισμό αλλά από απλή λογική.

Με την ίδια λογική που αποφασίζω να σβήσω το φως κλείνοντας το διακόπτη για να τυλίξω στο σκοτάδι όλα τα πολύβουα σ΄αγαπώ μου. Εκείνα που σου έκαναν αισθητή την παρουσία μου και σε γέμιζαν αυτοπεποίθηση, εκείνα που σου προκάλεσαν πανικό και δεν ήξερες πώς να τα διαχειριστείς. Εκείνα που νόμιζες πως σε πνίγουν και σου στερούν το δικαίωμα της επιλογής. Κάποιο δίκιο θα είχες σε όλα αυτά, όπως άλλωστε όλοι μας όταν αντιδρούμε έχουμε το δικό μας δίκιο.

Έφτασε όμως αυτή η στιγμή που κουράστηκαν τα συναισθήματα να περπατούν και να κατευθύνονται προς εσένα. Πίστευαν κι αυτά μαζί με μένα πως στο τέλος θα βρίσκεσαι εκεί να τα αγκαλιάσεις, μα αντί γι’ αυτό συναντούσαν εκείνο τον άχαρο τοίχο και κάθε σύγκρουση μαζί του τα συνέθλιβε και τους στερούσε τη ζωή. Επαναστάτησαν και μου ζήτησαν τα δικαιώματά τους.

Προτιμάνε μου είπαν να σιωπήσουν και να αποκοιμηθούν για λίγο παρά να τραυματίζονται συνεχώς. Κι έτσι κι εγώ αποφάσισα να τα ακούσω και να τα περιθάλψω όσο καλύτερα μπορώ για να συνεχίσουν να υπάρχουν. Ίσως τώρα που δε θα τα βλέπεις και δε θα τα νιώθεις και δε θα τα ακούς να καταλάβεις την απουσία τους, μιας κι η παρουσία τους παραήταν για σένα.

Δεν έχω μέσα μου ούτε ίχνος ασχήμιας για όσα κλείνει το κουτάκι τούτης της συνύπαρξης. Άλλωστε αν με ξέρεις έστω και λίγο θα θυμάσαι πως έχω μάθει να κρατάω μόνο τα καλά. Μόνο που αυτή τη φορά μαζί με τα καλά θα κρατήσω κι αυτή την περίφημη ενός λεπτού σιγή προς τιμήν των όσων περάσαμε και θα φροντίσω τούτη η στιγμή να διαρκέσει όσο το δυνατόν περισσότερο.

Μετά από τόση προσοχή ίσως τελικά η σιωπή να είναι η καλύτερη επιλογή για δυο ανθρώπους που δεν κατάφεραν να συνεννοηθούν με τόσες λέξεις που μπορούσαν να αρθρώσουν. Και μη νομίζεις, μη γελιέσαι. Βλέπεις, καμιά φορά η σιωπή κρύβει τόσα όσα τα λόγια δε θα μπορούσαν να αποδώσουν.

Αν αποφασίσεις να την κακίσεις και να την αφορίσεις πιστεύοντας πως κρύβει θυμό, απαξίωση, απογοήτευση, λυπάμαι μα θα έχεις πέσει έξω γι’ ακόμη μια φορά. Στη δική μου σιγή υπάρχει μόνο ησυχία και κενό. Άδειασα, βλέπεις. Τόση πολλή η φασαρία μου, τόσο πολύ καιρό που άρχισα να με χάνω. Σιωπώ, λοιπόν, γιατί κουράστηκα να με προδίδω, ράγισα από την πολυχρησία, ξεθώριασα και τώρα έσπασα. Δε μετανιώνω, δεν παίρνω πίσω τίποτε, παίρνω μόνο τον εαυτό μου, αυτόν ορίζω μόνο έτσι κι αλλιώς κι αυτό όχι από γινάτι ή σαν πράξη αναζήτησης της προσοχής σου αλλά για να τον ξεκουράσω από μένα.

Αυτό που με φόβιζε ως τώρα και δεν τολμούσα ήταν η ψευδαίσθηση πως όσο σε προσέχω και σου θυμίζω πως υπάρχω, εσύ θα καταλάβαινες πώς αισθάνομαι. Πόσο ανόητη προσδοκία. Είναι δυνατόν να πιστεύουμε πως τα συναισθήματα θα τα εκτιμήσει κάποιος με το μυαλό του; Τα συναισθήματα μπορούν να ζήσουν και να γίνουν αντιληπτά μόνο περνώντας μέσα απ’ την καρδιά του άλλου.

Η αγάπη δε θέλει ανάλυση μια απλή μετάγγιση θέλει, μόνο που πρέπει να γίνει την σωστή στιγμή. Αλλιώς η σιωπή θα κάνει τη δουλειά της πολύ πιο σωστά απ’ την όποια φλυαρία. Απεφάνθη λοιπόν και σωπαίνω.

Συντάκτης: Μελίνα Αγγελάκη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη