Η βία κι η αγάπη, όσο αντίθετα κι αν είναι μεταξύ τους, πάντα θα επιλέγουν τους ίδιους πρωταγωνιστές για το έργο που κάθε τόσο ζούμε στη ζωή μας, έναν θύτη κι ένα θύμα. Εμείς οι ίδιοι ρίχνουμε πάντα τους προβολείς μόνο στον δεύτερο. Το θύτη τον κατακρίνουμε, τον απωθούμε ή στην καλύτερη περίπτωση απλά τον αγνοούμε. Σαν να μην υπήρξε ποτέ και σαν να μην υπήρξαμε ποτέ, ο θύτης.

Βλέπετε, η οπτική του θύματος ήταν ανέκαθεν βολικότερη. Αυτός που πληγώθηκε, αυτός που τραυματίστηκε, αυτός που έχασε, αυτός που ξεγελάστηκε, αυτός που χρειάζεται προσοχή και παρηγοριά, εν ολίγοις, ο καλός της υπόθεσης. Διαλέγουμε να είμαστε το θύμα στη δική μας ιστορία κι όσο για των άλλων, ποτέ κανένας δε νοιάστηκε να μάθει την ιστορία του θύτη.

Κι όμως, ο θύτης στην πραγματικότητα είναι πιο θύμα από το θύμα. Εκείνος κατακρίνεται, εκείνος θα πάρει τη θέση του κακού, του άδικου, του άσπλαχνου, τη θέση εκείνου που μένει μόνος τη στιγμή που χρειάζεται περισσότερο βοήθεια, μαζί με τις τύψεις του και με έναν εαυτό που όσο κι αν θέλει, δεν μπορεί να διορθώσει, πόσο μάλλον να συγχωρέσει. Ποιος να πλησιάσει, ποιος να σκεφτεί την οπτική του «κακού»;

Μεγαλώνουμε σε μια κοινωνία που σημασία έχει να φαίνεσαι καλός κι όχι να είσαι άνθρωπος. Γιατί όλοι κάνουμε λάθη αλλά μας έμαθαν να τα κρύβουμε κάτω από το χαλί και να βροντοφωνάζουμε τα λάθη των άλλων. Όλοι θα μιλήσουμε για τις φορές που πληγωθήκαμε, μα ποτέ για τις φορές που πληγώσαμε. Θα τονίσουμε τα καλά μας στοιχεία, μα ποτέ τις ατέλειες. Και τόσο καλός φαίνεται πια ο κόσμος που έχει καταντήσει μισός και κάποτε απάνθρωπος.

Πώς μπορεί κάποιος να μεταδώσει κάτι που ο ίδιος πρώτα δεν έχει δεχτεί; Το έχουμε σκεφτεί ποτέ αυτό; Η απάντηση είναι πολύ απλή. Δεν μπορεί. Το συμπέρασμα, απλούστερο. Όπως το καλό εμπεριέχεται μέσα στο κακό και όπως η αγάπη συμπεριλαμβάνει το μίσος, έτσι ακριβώς κι ο θύτης κρύβει πάντα κι ένα θύμα μέσα του. Πρέπει να έχεις χτυπηθεί για να χτυπήσεις, να έχεις πληγωθεί για να πληγώσεις, να έχεις ξεγελαστεί για να ξεγελάσεις, να έχεις κλάψει για να προκαλέσεις δάκρυα, μα τότε δεν ήταν κανείς εκεί να σε προστατέψει ως θύμα κι επέλεξες να γίνεις αυτό που φοβάσαι για να σταματήσεις να φοβάσαι πια.

Σε κάθε ιστορία να θυμάσαι στη ζωή σου, πως υπάρχουν δύο πλευρές. Μην προσπαθήσεις να τις διαχωρίσεις σε καλή και κακή, είναι μάταιο να κρίνεις ζωές με όρους που μόνο στα όρια της υποκειμενικότητας υφίστανται. Εσύ να προσέχεις σαν ζωές να τις λογαριάζεις και να τις ακούς μόνο, να μην τις κρίνεις, να μην τις κατακρίνεις, να βοηθάς όπου μπορείς και να σωπαίνεις αν δεν μπορείς.

Όσο για τη δική σου οπτική γωνία, να ξέρεις πως ποτέ κανείς δεν υπήρξε θύμα χωρίς την σιωπηλή συγκατάθεση του. Αν τόσο πολύ σε βολεύει αυτή η θέση, τουλάχιστον στον εαυτό σου να παραδεχτείς ότι εσύ ο ίδιος είσαι αυτός που την επέλεξε. Ο θύτης με όποιον τρόπο και για όποιο λόγο κι αν μπήκε στην ζωή σου, βρήκε την πόρτα ανοιχτή.

Συντάκτης: Βασιλεία Παπαδημητρίου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου