Γέλασε ειρωνικά που δεν έπιασα το αυτονόητο,
κι εγώ τον βάφτισα ανόητο
που πριν μια ώρα σε κάποιον άλλον έκανε τον Κινέζο
παρότι Έλλην από τα γεννοφάσκια του.
Σιγοέβρασα απ’ το θυμό μια έξυπνη απάντηση,
μα μάρτυς μου ο Θεός
αλλιώς φαινόταν στο μυαλό μου.
Ξεψύχησε στα πρώτα δυο λεπτά της ζωής της
κι αυτόματα εμένα με βάφτισαν κουτό.
Ψιλοπορεύτηκα σαν τέτοιος για κάποιες στιγμές,
μα κάπου μπερδεύτηκα.
Μπερδεύτηκα αν όντως τ’ άξιζα ή
αν η οργιάζουσα λογική μου καμουφλαρίστηκε ατυχώς
στα σκαλοπάτια μιας τάχα κοινωνικής πολιτικής.
Είπα να δανειστώ έναν άλλο ρόλο, λοιπόν,
μ’ αυτό προϋπέθετε θύμα παρθένο,
και το βρήκα αμαρτία.
Κι όσο ζύγιαζα σε διαδρόμους και πάνω σε μάρμαρα και σε πλακάκια
τα γραμμάρια της αντοχής μου,
εκτίμησα εκ νέου εκεί πριν λίγο τα σαράντα
των εποχών το μέγα αυτονόητο.
Δείτε με, λοιποί φωστήρες.
Έξυπνα κουτός ξύπνησα και σήμερα
για ένα περπάτημα
πάνω στα δεδομένα της ανυπαρξίας του.
