Ας κάνουμε μια μικρή αναδρομή στο παιδικό παρελθόν μας, εκεί που γινόμασταν δραπέτες των παιδικών ονείρων μας και φτιάχναμε τα δικά μας κάστρα από μαξιλάρια κι από σεντόνια. Οχυρά που όντας μέσα τους πετούσαμε έξω κι υπερνικούσαμε και την πιο μικρή μας ανασφάλεια.

Εκεί, η αβεβαιότητα κι οι δεύτερες σκέψεις χάνονταν κι ήμασταν μικροί ήρωες βγαλμένοι απ’ το δικό μας παραμύθι, δυνατοί, άτρωτοι και με ζαχαρένια όνειρα. Ήμασταν στον κόσμο μας κι αυτό μας άρεσε και δε μας ένοιαζε η κρίση κανενός.

Κρυβόμασταν μέσα στο σκοτάδι κάτω από κουβέρτες κρατώντας φακούς στα χέρια και λέγοντας τρομακτικές ιστορίες με τ’ αδέρφια, τα ξαδέρφια και τους πρώτους φίλους μας, ξέροντας πως κανένα κακό δε θ’ ακουμπούσε και θα διαπερνούσε αυτήν την «ασπίδα σωτηρίας» που είχαμε με τέχνη δημιουργήσει. Τετραπέρατες παιχνιδοκατασκευές μας, βλέπαμε να φτάνουν ως τα πέρατα του σαλονιού, πολύ πιο πάνω απ’ το ύψος μας, κάνοντάς τες να φαίνονται στα μάτια μας οι πιο μεγαλειώδεις πύργοι.

Μικροί παραμυθιαζόμασταν ώστε να ξεγελάσουμε την ενηλικίωσή μας χωρίς να το ξέρουμε, χωρίς να μας το έχει μαρτυρήσει κάποιος το πώς θα’ ναι όταν μεγαλώσουμε. Παιδότοποι αναψυχής φτιαγμένοι με πολύπλοκη φαντασία κι αθωότητα, όρισαν τη συνέχεια των μυθοπλασιών μας.

Αντικείμενα που χρησιμοποιούσαμε για την κατασκευή των κάστρων μας, των σκηνών μας, των σπιτιών μας, ήταν σε κάθε γωνία καλά στηριγμένα και μαγκωμένα με προσοχή ώστε να μας κρατήσουν ασφαλείς, δίνοντας ρεσιτάλ πρωτοτυπίας κάθε φορά για τους μεγάλους που μας παρακολουθούσαν σαστισμένοι. Όσο η πλοκή των ιστοριών μας εξυψωνόταν, τόσο τα έπιπλα, τραπέζια, καρέκλες, κομοδίνα, κουτιά και παλιά μπαούλα αποκτούσαν πολυμορφικές ιδιότητες. Πλασματικά σπαθιά, πανοπλίες από αμέτρητα αρκουδάκια μέσα απ’ τα ρούχα μας, μπέρτες υπερηρώων, κορώνες, μαγικά ραβδιά, ιπτάμενες σκούπες, όλα στο προσκήνιο.

Ίδια ιδιότητα είχαν κι οι τοίχοι που δεν ήταν λίγες οι φορές που με πολύχρωμους μαρκαδόρους ζωγραφίζαμε πάνω τους τη σκέψη μας ή και πόρτες που θα μας μετέφεραν -υποτίθεται- σ’ έναν μαγικό κόσμο, στον μαγικό κόσμο που θα΄δινες τα πάντα, μέχρι και σήμερα, ο Πήτερ Παν να ζούσε στ’ αλήθεια.

Ταξιδεύαμε σε άλλα μέρη, μέσα από το σπίτι μας, μια ικανότητα που σ’ όσους συνέβη σίγουρα θα έμεινε αξέχαστη εμπειρία. Το παίξαμε βασιλιάδες, πρίγκιπες, ιππότες, μάγοι, νεράιδες, γιατροί, κτηνίατροι, επιστήμονες, μουσικοί και ζωγράφοι. Πιστεύαμε σε κάθε παραμύθι που μας διάβαζαν κι υπήρξαν στιγμές που σιγουρευτήκαμε πως μέσα στο βράδυ τα παιχνίδια μπορούν να ζωντανέψουν κι εμείς καθόμασταν ξάγρυπνοι μπας και τα πιάσουμε στα πράσα.

Δεν ήταν λίγες οι φορές που ζωντανέψαμε ταινίες, βιβλία, παραμύθια, μύθους και θρύλους, φιλήσαμε λούτρινα βατραχάκια για να γίνουν πρίγκιπες, φτιάχναμε σε διαδρόμους εμπόδια και βάλαμε και τα κατοικίδιά μας να πρωταγωνιστήσουν σαν πιστοί σύντροφοι στην περίπλοκή μας επιχείρηση.  Πολεμούσαμε δράκους, τέρατα, μάγισσες, γίγαντες, διάσημους κακούς ιστοριών, γίναμε οι τέλειοι αστυνόμοι και ντετέκτιβ κι έτσι πήραμε διδακτορικό και γίναμε ειδικοί στο μάθημα της φαντασίας.

Από τα βάθη των ονείρων μας ως τις κορυφές των παιδικών μας καταφυγίων, οι σκέψεις αυτές να μας κρατάνε απ’ το χέρι κάθε φορά που πάμε να μεγαλώσουμε. Να θυμόμαστε πάντα πως τότε τολμούσαμε να φέρουμε πάνω κάτω τον κόσμο όλο με την τόλμη μας. Να θυμόμαστε, να μην ξεχάσουμε.

 

Συντάκτης: Θέλγια Γρύλλη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου