Έχει ήδη περάσει, αρκετός καιρός, απ’ το πρώτο ραντεβού. Κι ίσως νιώθεις, πως ήρθε η ώρα να κάνεις το επόμενο βήμα. Όποιο κι αν είναι αυτό. Γιατί η καταφατική σου απάντηση, μπροστά σε γόνατα λυγισμένα, δόθηκε. Καλά μπορεί να μην ήτανε στα γόνατα, αλλά μια πρόταση έγινε. Ακόμα κι αν το ένα έφερε το άλλο, εσύ βρέθηκες να περπατάς σ’ ένα διάδρομο που θα σ’ οδηγήσει προς μία ευτυχισμένη ένωση.

Κι επειδή το Λας Βέγκας πέφτει αρκετά μακριά για να δοκιμάσεις τη τύχη σου- μ’ ένα πλαστογράφο του Έλβις- σκέφτεσαι πάνω απ’ τα άπλυτα πιάτα στο νεροχύτη ότι είσαι ένα άτομο που εγείρεται από ερωτήματα. Ένα άτομο που σκέφτεται πραγματικά ότι η αγάπη μπορεί να κατακτήσει τα πάντα, αλλά δεν μπορεί να δώσει εκείνες τις μεγάλες απαντήσεις που χρειάζεται.

Και ξαφνικά πιάνεις τον εαυτό σου ν’ αναρωτιέται για όλα εκείνα τα τυφλά σημεία και την ανάγκη σου να διαλευκάνεις εκείνο το «κάνω», που δέχτηκες. Δεύτερες σκέψεις -θα μου πεις- κι ένας πανικός που τους πιάνει όλους πριν από μία τέτοια απόφαση. Λογικό, -θα πω- και θα σου παραθέσω πέντε ερωτήσεις που θα πρέπει ν’ απαντήσεις για να ‘χεις τη σιγουριά πριν αποφασίσεις να κάνεις το σπουδαίο βήμα να μοιραστείς τη ζωή σου με ένα άτομο.

 

1. Είναι δίκαιη αυτή η σχέση;

Τίποτα δε δένεται τόσο εύκολα. Ακόμα κι ο γάιδαρος, που λέει και ο λόγος. Και πίσω απ’ αυτό κρύβεται μία ισορροπία και μία συναισθηματική εργασία. Μπορεί να είσαι ανώτερο άτομο και σίγουρα δε θα μιλήσεις για οικονομικά θέματα. Αλλά τι γίνεται, όταν κάποιος δίνει το κάτι περισσότερο, συμβιβάζεται και επικεντρώνεται στις ανάγκες του άλλου; Μήπως να σκεφτείς την επανεκτίμηση; Γιατί όταν κάτι δεν είναι ισορροπημένο, μπορεί να επιστρέψει και να σε δαγκώσει. Και μην ξεχνάς πως το να ξοδεύεις όλη σου την ενέργεια προκειμένου να κρατάς μία σχέση ευτυχισμένη, το φορτίο θα μεγαλώσει όταν υπάρξουν παιδιά και παραπάνω κοινές υποχρεώσεις.

 

2. Πώς επηρέασαν οι γονείς ορισμένες προσδοκίες μου;

Αχ αυτή η οικογένεια και οι επιρροές της. Όμως είναι σημαντικό- όσο μοναδικό ζευγάρι κι αν είσαι με το έτερο ήμισυ– να εξετάσεις πώς οι γονείς έχουν συμβάλει σε μερικές οικογενειακές προσδοκίες σου. Απλά διαισθάνεσαι, δεν ξέρεις τι σημαίνει η οικογένεια γι’ ένα άλλο άτομο και φυσικά δεν μπορείς να περιμένεις απ’ τον άλλον να ξέρει τι σημαίνει γι’ εσένα. Σκέψου ότι το πώς μεγάλωσες -ανεξάρτητα ή με πίεση- θα καθορίσει και τη δική σου τάση. Ψάξ’ το.

 

3. Θέλω παιδιά;

Είναι απ’ τις περιπτώσεις που δε χωράνε και πολλές διαπραγματεύσεις. Εάν κάποιος δε θέλει, δε θέλει. Δύσκολα θα βρεις συμβιβασμό. Είναι απ’ τα χαρτιά που πρέπει να πέφτουν ανοιχτά στο τραπέζι. Κι αν τα πράγματα τα φέρουν αλλιώς, εντάξει, δεν είναι όλοι προορισμένοι για να γίνουν γονείς.

 

4. Ποιοι είναι οι στόχοι της ζωής μου; Είναι συμβατοί μ’ αυτούς του συντρόφου μου;

Είναι σημαντικό να ξέρεις ποιος είσαι και τι ακριβώς ζητάς απ’ τη ζωή. Διαφορετικά δεν μπορείς να αλληλοσυμπληρωθείς ποτέ και με κανέναν. Η ευτυχία είναι κάτι που πηγάζει από μέσα σου και η αυτονομία κάτι που θα πρέπει να διατηρήσεις. Κι έτσι οι στόχοι της ζωής σου θα πρέπει να μπορούν να συγχρονιστούν μ’ αυτούς που μπορεί να’ χει ο σύντροφός σου. Γιατί διαφορετικά, το ριζικά διαφορετικό, δε θα μπορέσεις να το υποστηρίξεις.

 

5. Τι να κάνω για να προετοιμαστώ για το επόμενο βήμα;

Και το μυαλό σου σταματάει στην πιο λάθος ερώτηση. Γιατί σημασία δεν έχει η προετοιμασία της επόμενης μέρας αλλά να σκεφτείς ενεργά πώς να χτίσεις μία επιτυχημένη σχέση. Μπορεί η αγάπη και οι σχέσεις να ‘ναι διαισθητικές, αλλά πρέπει ν’ αποκτήσουν κι εκείνα τα εργαλεία που θα τις βοηθήσουν ν’ αναδυθούν. Κι αν τα πεταμένα ρούχα στο πάτωμα είναι ένα πρόβλημα κι ένας στόχος που θα μπορέσεις να πετύχεις, το μόνο που θα καταφέρεις είναι ν’ αλλάξεις μία συνήθεια κι όχι έναν άνθρωπο.

 

Πέντε απλές ερωτήσεις που περιμένουν τις δικές σου απαντήσεις. Άφησε στην άκρη την ανάκριση και τις συζητήσεις με τους φίλους. Βρες την ίδια σελίδα με το αίσθημα και αφοσιωθείτε στο «εμείς». Κι αν τώρα δεν έφτασε η ώρα της κρίσεως γι’ εσένα, έχε στο μυαλό σου τα παραπάνω, για να ‘σαι σ’ ετοιμότητα όταν έρθει το επόμενο βήμα.

Συντάκτης: Αναστάσιος Καλλίας
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου