Στον καθένα από εμάς αξίζει να γράψει τον επίλογο του θέλει, στη δική του ιστορία αγάπης. Ακόμα κι αν αυτός ο επίλογος, δεν έρθει ποτέ. Ακόμα κι αν προστεθούν, όσες φορές χρειαστεί, αλλαγές και σημεία. Ακόμα κι αν κλάψεις ή γελάσεις, για όλα εκείνα τα παιχνίδια και τα μυστήρια που κρύβει μέσα του. Ακόμα κι όταν πιστέψεις, πως ο έρωτας είναι μία τεράστια πλάκα που σου κάνει κάποιος.

Το μόνο που χρειάζεται να καταλάβεις είναι, πως αυτή η ιστορία, σε θέλει πρωταγωνιστή. Και καθετί ξένο μέσα σ’ αυτή, απλά, δεν έχει θέση. Κι εμείς βρήκαμε και φτιάξαμε τη δική μας ιστορία. Μόνο γι’ εσένα και γι΄ εμένα. Μέσα σ’ έναν έρωτα και μία αγάπη που δεν κάνει φασαρία. Κι αν προτιμήσαμε τη σιωπή, είναι γιατί αυτά τα δύο από μόνα τους, προκαλούν τις μεγαλύτερες δονήσεις. Είναι γιατί το ολόκληρο, του πάθους και της ορμής, έχει το όνομα «έρως».

Κι αφήνω τον εαυτό μου στην αγκαλιά σου, σ’ εκείνα τα βράδια που θέλω ν’ αισθανθώ λίγο παιδί. Ν’ αισθανθώ το χάδι σου στο πρόσωπό μου και στη ράχη του κορμιού. Ν’ ανατριχιάσω με το άγγιγμά σου και να ονειρευτώ κλείνοντας τα μάτια μου. Να πάρω όλα τα γράμματα από το σ’ αγαπώ και να ταξιδέψω με την αναπνοή σου, τη γοητεία σου και το πάθος σου, κλέβοντας, λίγο απ’ την ώρα σου.

Να πάρω όλες εκείνες τις απορίες που βλέπω στο βλέμμα σου και να σου δώσω απαντήσεις. Όχι γι’ εκείνα, που πιθανόν, θέλεις ν’ ακούσεις. Αλλά γι’ εκείνα που θέλω να σου πω. Εκείνα που ξεκινάνε με αισθήματα και κρύβουν μέσα τους αλήθειες. Εκείνα που με κάνουν να χαμογελάω κάθε φορά που σ’ ακούω, σε βλέπω και σ’ αισθάνομαι.

Γιατί ο έρωτάς μας ξεκίνησε σαν μία αφηρημένη πινελιά. Τέχνη πάνω σ’ έναν τοίχο. Σκόρπιες πινελιές που βάφαμε κάθε μέρα ο καθένας μας. Μέχρι που αυτό άρχισε να μεταμορφώνεται σ’ έργο τέχνης. Χωρίς ιδιαίτερα χρώματα. Άλλωστε τα απλά είναι αυτά που δημιουργούν τη ζωντάνια. Κι αν σε μερικά σημεία χάλασε, βρήκαμε τον τρόπο και τον ξαναφτιάξαμε. Βάλαμε μία τολμηρή απόχρωση κι αυτή βρήκε τον τρόπο να ταιριάξει. Κι αυτό είναι το ομορφότερο. Χωρίς αυτήν, ίσως, να μην καταφέρναμε να φτιάξουμε αυτόν τον υπέροχο πίνακα.

Το αξίζουμε άλλωστε. Φάγαμε τόσο χρόνο για να βρούμε κάποιους να μας ολοκληρώσουν. Ψάχνοντας να βρούμε την αγάπη. Αλλά μαζί, σταματήσαμε, να ψάχνουμε να βρούμε τον τρόπο να κρατήσει. Γιατί η γνώση κρύβεται, πίσω απ’ την ανακάλυψη του άλλου σου μισού, είναι βουβή. Είναι μία ενότητα, που κανένας μας δε θα γνώριζε μεγαλύτερη χαρά απ’ αυτήν, λαχταρώντας για το άλλο μισό της ψυχής του.

Ξέρεις, κάπου στην αρχαιότητα, μας απέδωσαν περισσότερα άκρα από δύο. Μας έδωσαν δύο πρόσωπα και ήμασταν ευτυχισμένοι. Αλλά οι θεοί φοβήθηκαν ότι θα καταπνιγόταν η ανάγκη για λατρεία και μας έσκισαν στα δύο. Αφήνοντας χωρισμένους τους εαυτούς μας, να περιπλανιούνται άσκοπα στη γη, λαχταρώντας. Αυτό το άνω–κάτω χρειαζόμασταν κι εμείς. Κι αν μας έβλεπαν τώρα, θα καταλάβαιναν, πως η λατρεία έχει ένα πρόσωπο. Κι είναι το δικό σου.

Αφήνω πίσω μου όλα εκείνα τα καλοκαίρια που πέρασαν. Αφήνω πίσω μου και τους χειμώνες. Μας πάει περισσότερο η άνοιξη και το φθινόπωρο μαζί. Δεν είμαστε για μία κρύο και μία ζέστη, εμείς οι δύο. Γιατί όταν με βλέπεις μπορείς και μ’ ακούς. Κι όταν μ’ ακούς μπορείς και με βλέπεις.

Συντάκτης: Αναστάσιος Καλλίας
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου