Όταν κάποιος ακούει τη λέξη λίμπιντο η πρώτη σκέψη που του έρχεται στο μυαλό είναι η σ**ουαλική ορμή, η γενικά η σ**ουαλική «κίνηση» ενός ατόμου, ή η επιθυμία κάποιου για ερωτική δραστηριότητα. Γενικά σκέφτεται πράγματα που έχουν σχέση με το κρεβάτι, γεγονός που αποδεικνύει, ότι ο όρος έχει λάβει μια απροκάλυπτα σ**ουαλική σημασία στον σημερινό κόσμο.

Επειδή όμως σαν ανθρώπους μας αρέσει να βλέπουμε τι άλλο μπορεί να κρύβεται πίσω από κάτι, εξερευνήσαμε τον όρο λίγο πιο βαθιά στην ψυχαναλυτική θεωρία και επιβεβαιωθήκαμε γι’ αυτή την περιέργειά μας. Γιατί η λίμπιντο, στην ψυχολογία, είναι κάτι περισσότερο απ’ την ερωτική ορμή.

Είναι μια ενέργεια. Είναι η κινητήριος δύναμη κάθε συμπεριφοράς και γενικότερα αντιπροσωπεύει όλη την ψυχική ενέργεια του ατόμου και όχι μόνο την ερωτική. Και μέσα απ’ τα μονοπάτια της ανάλυσης του Φρόιντ, βρήκαμε ότι η λίμπιντο είναι μέρος του id μας και έχει επιρροές από το Εγώ και το Υπερεγώ -τα τρία δηλαδή συστατικά μιας προσωπικότητας. Και εδώ αναρωτιέται κανείς πώς λειτουργούν και πώς επηρεάζουν αυτά τα τρία τη λίμπιντο.

Στην ψυχαναλυτική θεωρία λοιπόν, η ταυτότητα ενός ατόμου είναι μέρος της προσωπικότητας που υπάρχει απ’ τη γέννηση, το id δηλαδή, που είναι όλη η πηγή της ψυχικής ενέργειας και το κύριο συστατικό ενός χαρακτήρα. Είναι η δεξαμενή ασυνείδητων ενστικτωδών και πρωτογενών συμπεριφορών, οι οποίες αναζητούν την ευχαρίστηση, απαιτώντας την άμεση ικανοποίηση των επιθυμιών -και όχι μόνο των ερωτικών.

Εν ολίγοις, το id, ελέγχεται απ’ αυτό που ονομάζεται «αρχή της ευχαρίστησης» και ουσιαστικά προσπαθεί να κατευθύνει όλες τις ενέργειες και τις διαδικασίες του σώματος για να πετύχει τη μεγαλύτερη απόλαυση. Έχει τον τρόπο του να παίρνει αυτό που θέλει, όταν θέλει, ανεξάρτητα από μια κατάσταση. Αλλά αν αυτό λειτουργούσε καθαρά μόνο του θα δημιουργούσε πολλά προβλήματα κι επιπτώσεις.

 

 

Κι έτσι έρχεται η επιρροή του «Εγώ», που εμποδίζει τον άνθρωπο να ενεργεί με βάση τα πιο βασικά -και ζωώδη- ένστικτα και τις επιθυμίες. Έρχεται επιφορτισμένο ν’ αξιοποιεί και να διασφαλίζει ότι κάθε ορμή θα εκφράζεται με αποδεκτούς τρόπους, γιατί διέπεται απ’ την αρχή της πραγματικότητας και βοηθάει στην επίτευξη στόχων με ρεαλιστικούς και αποδεκτούς τρόπους. Για παράδειγμα, ενώ το id σου λέει, ν’ αρπάξεις ένα ντόνατ απ’ το ράφι ενός καταστήματος, το εγώ, σου βάζει φρένο σ’ αυτήν την παρόρμηση γιατί κάνεις διατροφή.

Για ν’ ακολουθήσει με τη σειρά του το Υπερεγώ που σε βάζει σε μια πιο περίπλοκη διαδικασία. Σε βάζει σ’ εκείνο το μέρος της προσωπικότητάς σου που περιλαμβάνει τα ιδανικά και τα ήθη απ’ την οικογένειά σου ή την κοινωνία. Δηλαδή, είναι κάτι σαν μεσολαβητής μεταξύ των βασικών απαιτήσεων που δημιουργούνται απ’ τη λίμπιντο και των ιδεαλιστικών προτύπων. Και για να μπούμε πάλι στο νόημα, το υπερεγώ σε βάζει στη διαδικασία να πεις «θ’ αρπάξω το ντόνατ, θα το φάω και θα φύγω χωρίς να με δει κανένας». Δεν το κάνεις όμως γιατί σε βοηθάει και να καταλάβεις πως είναι κλεψιά.

Κι έτσι φτάνουμε στο σημείο που λέγαμε. Σ’ εκείνο όπου η λίμπιντο έχει ένα γενικότερο ψυχολογικό υπόβαθρο και μια σταθερά. Έχει εκείνο τον τρόπο έκφρασης που εξαρτάται απ’ το στάδιο ανάπτυξης ενός ατόμου. Ο Φρόιντ, στη θεωρία των ψυχοσ**ουαλικών σταδίων, εξήγησε πως η λίμπιντο επικεντρώνεται διαφορετικά σε κάθε ένα απ’ αυτό τα στάδια και πως κάθε σωστή μετάβαση απ’ το ένα στάδιο στο άλλο δίνει έναν υγιή και επιτυχημένο ενήλικα.

Για παράδειγμα, στο πρώτο στάδιο της θεωρίας του Φρόιντ για τη σ**ουαλική ανάπτυξη είναι το στοματικό στάδιο. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η λίμπιντο του παιδιού επικεντρώνεται στο στόμα. Επομένως, δραστηριότητες όπως το φαγητό, το πιπίλισμα και η κατάποση είναι σημαντικές. Εάν όμως, για κάποιον λόγο, κάποιος παραμείνει εστιασμένος σ’ αυτό το στάδιο, στην ενήλική ζωή του μπορεί να οδηγηθεί στο κάπνισμα, στο ποτό ή στο δάγκωμα των νυχιών.

Όμως πέρα απ’ τη φροϋδική προέλευση κι αν δούμε τη σημασία της λέξεως στη σημερινή εποχή, η λίμπιντο περιλαμβάνει κι αυτό το κάτι περισσότερο από την επιθυμία για κρεβάτι. Περιλαμβάνει και μελετάει όλους εκείνους τους ψυχολογικούς και κοινωνικούς παράγοντες που συμβάλλουν κι επηρεάζουν την ερωτική δραστηριότητα. Δηλαδή την αυτοεκτίμηση, τις ορμονικές διαταραχές, τη μοναξιά, την οικειότητα, την ασθένεια που οδηγεί σε υποκινητή σ**ουαλική ορμή, την κατάθλιψη αλλά και το ψυχικό τραύμα.

Επομένως όταν μιλάμε για λίμπιντο -πέραν της γενικής επιθυμίας για κρεβάτι-, μιλάμε και για όλες εκείνες τις ψυχικές βιολογικές ενέργειες κι επιρροές που μπορεί να κρύβει από πίσω της.

Συντάκτης: Αναστάσιος Καλλίας
Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου