Τι περίεργο συναίσθημα που είναι θυμός. Αυτός ο έντονος ψυχικός ερεθισμός που σε κάνει να στρέφεσαι ενάντια σε κάποιον άλλον, παρόλο που στην ετυμολογία του, κρύβει μέσα τη σημασία της προσφοράς. Κι εκεί που ο χρόνος μπορεί να τον σταματήσει, καταφέρνεις να θυμώνεις εναντίον των περιστάσεων, ακόμα κι όταν αυτές είναι κουφές.

Αλλά ο θυμός είναι απλά μία ένδειξη. Δεν είναι λύση. Ένδειξη ότι κάτι δεν πάει καλά. Έρχεται για να σε προειδοποιήσει ότι κάπου υπάρχει πρόβλημα. Ευέξαπτοι χαρακτήρες ή θυμώδεις άνθρωποι μέσα από θυμώδεις οικογένειες; Ιδού η απορία. Και μία απάντηση που δεν αρέσει σε μερικούς. Γιατί τα παιδιά μαθαίνουν τον θυμό απ’ τους γονείς. Μαθαίνουν πότε να θυμώνουν, πώς και πόσο. Μίμηση προτύπων και κάτι που έρχεται να γυρίσει μπούμερανγκ.

Και η αλήθεια είναι ότι ένα απ’ τα πιο συγκλονιστικά και δύσκολα συναισθήματα που μπορεί να νιώσει κάποιος για τους γονείς του, είναι ο θυμός. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να’ ναι αποδεκτό στη παιδική ηλικία ή στην εφηβεία μ’ ένα μικρό ξέσπασμα. Αλλά ως ενήλικας τι γίνεται; Φτάνει μία ευρέως φιλική σχέση μεταξύ τους ή ακόμα κι αυτό είναι απαιτητικό;

Για να ‘ρθει η κοινωνία και τα πρότυπά της, παρουσιάζοντάς σου καταστάσεις, όπου πρέπει να ‘σαι πρόθυμος να συναντηθείς, να πάρεις ένα τηλέφωνο ή να στείλεις ένα μήνυμα στα γενέθλια, στις διακοπές, στην ημέρα τη μητέρας και του πατέρα. Κι αν για κάποιους είναι κάτι όμορφο, υπάρχουν και κάποιοι που νιώθουν την κατάσταση καταπιεστική.

Με την ιδέα και μόνο χάνουν το χαμόγελό τους. Δεν μπορούν να γράψουν αυτά που πραγματικά θέλουν και αισθάνονται. Βρίσκουν αφόρητες τις στιγμές της συνομιλίας μαζί τους. Αισθάνονται αμέσως ένοχοι και καταπιεσμένοι. Για να ‘ρθει στο τέλος να κουμπώσει και ο θυμός. Με μία παρένθεση, αυτή της αγάπης, που δεν ξεκουμπώνει.

Μέχρι που συνειδητοποιείς ότι όντως είσαι θυμωμένος με τον γονέα σου. Και μία αλήθεια που ‘χει τη ρίζα του πολύ βαθύτερα απ’ όσο πιστεύεις. Μία ρίζα που βρίσκεται στην παιδική ηλικία. Κι όσο καθαρό κι αν είναι το μυαλό σου και τα συναισθήματά σου, πρέπει να βρεις το θάρρος κάποια στιγμή, να μιλήσεις γ’ αυτό.

Ξέρω ότι ακούγεται πολύ περίεργο . Σίγουρα δε θέλεις να πληγώσεις ούτε ν’ αναστατώσεις. Και εν μέρει έχεις δίκιο, γιατί βαθιά μέσα σου, φοβάσαι. Αλλά πρέπει να βρεις έναν τρόπο. Ακόμα κι αν απογοήτευσες κάποιους ανθρώπους -κατά καιρούς- η διαδικασία πήγε αμφίδρομα. Ακόμα κι αν είχες ό, τι χρειαζόσουν, προφανώς, κάτι σου έλειπε. Δεν είναι τυχαίος ο θυμός.

Απλή αποδοχή, ωμή αγάπη κι ένα συναίσθημα που σου λείπει με σημασία γι’ εσένα, ακόμα και τώρα, μερικές φορές τα λαχταράς. Υπάρχουν κενά από τότε και στιγμές που δε θέλεις να θυμάσαι αλλά τα κουβαλάς κληρονομιά. Κι ένα κομμάτι του εαυτού σου που θυμώνει ακόμη- παρ’ όλο που το μόνο που θέλεις να κάνεις είναι ν’ αγαπάς.

Αλλά δυστυχώς, όλες εκείνες οι θυμωμένες στιγμές, ήρθαν για να μείνουν. Αν κατάφεραν να σε κάνουν λιγότερο ή περισσότερο, να επηρεάσουν τη σχέση σου ή τη δουλειά σου, να παλεύεις με το παρελθόν -περισσότερο απ’ όσο θα έπρεπε- ίσως είναι μία ένδειξη για να βρεις τη φωνή σου, προκειμένου να πάψεις να φοβάσαι, απ’ τα λάθη του παρελθόντος.

Άλλωστε ο θυμός προσφέρει. Τι; Την ευκαιρία για αγάπη. Κι αν ακούγεται δύσκολο, μην αφήνεις ένα κομμάτι του εαυτού σου να θυμώνει άσκοπα. Σε καμία περίπτωση δε θα βγεις χαμένος αν αποφασίσεις να το αξιοποιήσεις. Είτε το καταλάβουν και θα ‘στε πιο κοντά, ή δε θα καταλάβουν και θα ‘σαι ελεύθερος.

Συντάκτης: Αναστάσιος Καλλίας
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου