Στατιστικά, αν δεν πέσαμε σε μία απ’ τις λίγες φωτεινές εξαιρέσεις, είσαι κι ένας απ’ αυτούς που κάποτε μπήκε στον πειρασμό να ψάξει την έμπνευση αλλού, όταν η κόλλα της εξέτασής του παρέμενε απελπιστικά κατάλευκη. Ίσως κοίταξες την κόλλα του διπλανού σου ή για πιο ασφαλή αποτελέσματα εκείνου που είχε σίγουρα διαβάσει, ακόμα κι αν βρισκόσασταν σε διαμετρικά αντίθετες αποστάσεις μεταξύ σας.

Προσπάθησες να κλέψεις κάποια ιδέα, έστω μία σωστή απάντηση για να μην παραδόσεις λευκή κόλλα. Γιατί μπορεί να μη διάβασες, για τον όποιο λόγο, αλλά έχεις και μια αξιοπρέπεια που δε σου επιτρέπει να ρεζιλευτείς με το απόλυτο κενό ή αν είσαι υπεραισιόδοξος, μια ελπίδα να πάρεις έναν βαθμό ή και να περάσεις το μάθημα. Εξάλλου, οι καλοί φίλοι και συμμαθητές/συμφοιτητές σε τέτοιες δύσκολες στιγμές σαν κι αυτή φαίνονται.

Έρχεται, όμως, για κακή σου τύχη, σχεδόν πάντα, η στιγμή που ενώ η αντιγραφή μεταξύ σας πάει καλά, το μυρίζεται ο καθηγητής και σας χωρίζει. Κι αυτό είναι το καλό σενάριο, γιατί αν σε μηδενίσει, χαιρέτα μας τον πλάτανο. Δεν απογοητεύεσαι, όμως. Ψυχραιμία. Θα τη βρεις τη λύση. Εξάλλου, δεν είσαι πρωτάρης. Έχεις ήδη προνοήσει για να περάσεις αυτό το μάθημα με οποιοδήποτε κόστος. Γιατί ποιος θέλει βιβλία και διαβάσματα μες στο κατακαλόκαιρο για να δίνει τον Σεπτέμβρη; Κανείς.

Παίρνεις μια ανάσα, ελέγχεις το πεδίο και ψάχνεις τρόπους να βγάλεις τα σκονάκια, που φυσικά κι είχες ετοιμάσει από την προηγούμενη, για να περάσεις το πολυπόθητο μάθημα χωρίς να σε πάρουν χαμπάρι. Πράγμα δύσκολο, αν έχεις αυστηρούς επιτηρητές και λίγο ξινό καθηγητή, αλλά παλιά μου τέχνη κόσκινο, που θα έλεγε κι η γιαγιά μου. Γιατί και το σκονάκι τέχνη είναι, θέλει το μεράκι του και την προσοχή του, τα μικροσκοπικά γράμματα και τις πιο κουλές ιδέες για το πού να το κρύψεις. Τέχνη που με τα τόσα χρόνια στα θρανία εξελίσσεται για να απογειωθεί στα φοιτητικά μας χρόνια.

Εντάξει, αν θέλουμε λίγο να μιλήσουμε σοβαρά, κανέναν δεν τιμάει να περνάει τα μαθήματα με αντιγραφή κι ούτε είσαι (ή έστω δε θα έπρεπε να είσαι) περήφανος για τα σκονάκια σου, αλλά είναι και φορές που το διάβασμα δε βγαίνει λόγω όγκου και χρόνου (εδικά αν δουλεύεις παράλληλα) ή που όλα αυτά που καλούμαστε να παπαγαλίσουμε είναι εντελώς ανούσια, επομένως ας κάνεις μια πονηριά να πάρεις ένα πενταράκι, μπας και πάρεις ποτέ το πτυχίο. Όχι τίποτα άλλο, να χαρεί κι η μανούλα.

Μην τα χρεώνουμε όλα στο πανεπιστήμιο, βέβαια. Και στα σχολικά σου χρόνια έμπαινες απ’ τους πρώτους στην αίθουσα, έπιανες ένα θρανίο –ή τα έπαιρνες όλα με τη σειρά σβάρνα, γιατί δεν ήξερες πού θα κάτσεις– κι έγραφες ολόκληρες εκθέσεις, μαθηματικούς τύπους, αρχαία κείμενα και λατινικά, κάπου ανάμεσα σε στιχάκια από τραγούδια και συνθήματα ομάδων για καμουφλάζ.

Μέσα στα μαθητικά και τα φοιτητικά σου χρόνια, έχεις αποκτήσει πολλά τατουάζ στα χέρια σου από στιλό, κρατώντας τα sos για ώρα ανάγκης. Κι όταν, τελικά, χρειάστηκε να τα χρησιμοποιήσεις, ήταν συνήθως τόσο μικρά και κωδικοποιημένα, που δεν μπορούσες να βγάλεις νόημα -κι ας τα είχες γράψει εσύ.

Άλλοι πάλι είναι πιο επαγγελματίες στο θέμα «σκονάκια, όπως εκείνη η φίλη μου που φορούσε το bluetooth απ’ το κινητό της, διάβαζε ψιθυριστά το θέμα στον συνομιλητή της στην άλλη πλευρά του ακουστικό κι έπαιρνε την απάντηση στο αφτί της απευθείας. Είχε και μακριά μαλλιά, οπότε δε φαινόταν τίποτα κι εν τέλει πέρασε όλα τα μαθήματα χωρίς να κουραστεί ούτε ένα βράδυ για να διαβάσει ή έστω να προσποιηθεί πως διαβάζει. Δεν υιοθετούμε, ούτε και κρίνουμε.

Υπάρχουν, βέβαια, κι κλασικοί τύποι που κάνουν ακόμα τα παραδοσιακά σκονάκια σε χαρτάκια, με γράμματα που συνήθως χρειάζεσαι μεγεθυντικό φακό για να τα δεις, πατέντες σε μπουκαλάκια του νερού, όπως για παράδειγμα ένα μικρό χαρτάκι μέσα στο καπάκι με τη λύση μιας άσκησης στα μαθηματικά. Υπάρχει, όμως, και το ρίσκο εδώ το χαρτάκι να ναυαγήσει μέσα στο νερό και τότε πάει, ναυάγησε κι η ελπίδα.

Πολλοί και διάφοροι οι τρόποι για να εξασκήσει κανείς την τέχνη της αντιγραφής, προκειμένου να περάσει το μάθημα και να βγει ο βαθμός. Σίγουρα δεν το επικροτούμε –αν κι οι περισσότεροι, αν όχι όλοι, το ‘χουμε δοκιμάσει έστω μία φορά–, αλλά αν κάποιον δεν τον ψήνει καθόλου το σενάριο να μπει στον κόπο να ανοίξει κανένα βιβλίο, η μόνη λύση είναι αυτή. Και θέλει θράσος και μαστοριά για να τη βγάλεις καθαρή σε μια ακόμα αντιγραφή.

Συντάκτης: Ανδρέας Πετρόπουλος
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη