«Tι έγινε; Την έριξες τη μικρούλα γερο-μπισμπίκη;», άκουσε για πολλοστή φορά η Τίνα τη φάρσα στον Κωνσταντάρα κι αναρωτήθηκε πώς να περνάει άραγε η μικρούλα και ο «θείος». Βλέπετε, δεν είχε ποτέ την τύχη να αποκτήσει το δικό της «θείο», πέραν των εξ’ αίματος – που ‘χει και τέσσερις, ζωή να ’χουν.

Χαριτολογώντας με τα προσωνύμια, ας παρατηρήσουμε μαζί το φαινόμενο έλξης, όπου «θείος» σημειώσατε 35 και «ανηψούλα» 18.

Συν-πλην δύο οι ηλικίες, μη μας πούνε και απόλυτους. Θέτουμε τυχαία μεταβλητή εν ονόματι «Γιωργάκης», έστω συνομήλικος πρώην της «ανηψιάς».

Στο άκουσμα και μόνο ενός τέτοιου παράταιρου ζεύγους, ξεχύνονται ευθύς οι σκύλες της λύσσας με βορά το «τσουλί» που «καλοβλέπει την περιουσία του τακτοποιημένου» και στο τέλος του «χαλάει και το σπίτι». Έχει πάει 2015 και συνεχίζουμε να αναμασάμε τα σενάρια καλτ ελληνικών ταινιών της δεκαετίας του ’50.

Όχι πως αποκλείεται να συμβεί. Θες από απωθημένο στο μπαμπά που δεν της έπαιρνε το «τροχόσπιτο της Μπάρμπι», θες από απλή και αμόλυντη αγάπη για τις μεγάλες τσέπες, βρίσκει η μικρούλα το sugar daddy και βλέπεις εσύ το «Τζέλλα Δ’» να πάει βόλτα στον Όλυμπο. Εδώ, η νόσος και των δύο είναι ανίατη και το ζήτημα δεν επιδέχεται περαιτέρω ανάλυσης.

Και γιατί να μην έχουν όντως ερωτευτεί; Κάθε μούσα χρειάζεται τον Πυγμαλίωνά της. Μην πάνε και χαμένα τα oκτώ αστέρια της «My fair lady» στο ΙΜDB.

Ο «θείος», αγάπες μου, έχει ένα χάρισμα μαγικό, το οποίο κάνει το σαλάκι να τρέχει ακόμα και από το στόμα του «Βαγγέλα» του γυναικείου φύλου. Είναι ταυτόχρονα μπαμπάς, δάσκαλος και εραστής.

Καμιά φορά τις συνδυάζει κιόλας τις ειδικότητες. Μπαίνει κι ο διάβολος στο ΚΑΤ με πολλαπά κατάγματα (σπάει ο διάολος το ποδάρι, άμα είναι δυσνόητο το αλλάζουμε) και η «ανηψούλα» βρίσκεται σε φάση στην οποία δεν έχει αποξενωθεί από κανέναν εκ των προαναφερθέντων ρόλων. Μπίνγκο!

Από τη βόλτα για ψώνια, μέχρι και τα «σούξου-μούξου μανταλάκια», η εναλλαγή αυτή των ρόλων είναι το λιγότερο συναρπαστική και καλύπτει απίστευτα πολλές ανάγκες.

Το ραντεβού περιλαμβάνει δείπνο σε εστιατόριο ή μπυραρία με τα κατάλληλα μαθήματα γευσιγνωσίας σε φαγητό και «αφεψήματα». Κερασμένα από τον κύριο, φυσικά. Συγκρίνεται με το πιτόγυρο, με τα κλεμμένα φραγκοδίφραγκα απ’ το πορτοφόλι της μαμάς του Γιωργάκη;

Συνέχεια στο ραντεβού έχουν τα μαθήματα απόλαυσης. Έχοντας ο «θείος» ανακαλύψει τον εαυτό του όταν η «ανηψούλα» έκανε –κυριολεκτικά– τα πρώτα της βήματα, είχε άπειρο χρονικό περιθώριο να πειραματιστεί με το τι και πώς μπορεί να ικανοποιήσει το αντίθετο φύλο και τον εαυτό του. Σε αντίθεση με το Γιωργάκη, που χριεαζόταν GPS τις πρώτες έξι φορές.  

Παράλληλα, όλη η περιποίηση και το αίσθημα ασφάλειας που δημιουργείται θυμίζουν κάτι οικείο, έτσι δεν είναι; Τι κι αν σκάνε μύτη καναδυό ρυτίδες; Όπως και να ‘χει άλλωστε, το γκρίζο μαλλάκι την έχει το γοητεία του.

«Άσπρο μαλλί στην κεφαλή είναι αγγελιοφόρος κακών ειδήσεων στα ανδρικά γενετικά όργανα», ενίσταται ο σοφός λαός. Ένα δίκιο το έχει.

Ο «θείος» μπορεί να είναι πάροχος ποιότητας, αλλά όχι και ποσότητας, γεγονός που δύσκολα μπορεί να αποδεχτεί μια κοπέλα στα 18.

Ο Γιωργάκης, όμως, δεν κουραζόταν ποτέ! Πάντα δεχόταν να βγει έξω, ακόμη και με την κοριτσοπαρέα. Με το «θείο» βγαίνανε σχεδόν πάντα μόνοι τους, και σε καμιά εξαίρεση, έφευγε πάντοτε νωρίς γιατί νύσταζε ή δούλευε την επόμενη μέρα.

Εκείνη τόσο χαρούμενη που τον γνώριζε στους φίλους της κι αυτός αδημονούσε την ώρα που θα άνοιγαν την πόρτα του σπιτιού. Θα μου πεις, πόσα χρόνια να επαναλαμβάνει κανείς τα ίδια και τα ίδια;

Η Τίνα θα σας πει, περί ορέξεως κολοκυθόπιτα.

Θέλει αμφίδρομη υπομονή μια τέτοια σχέση και κυρίως, σεβασμό στα «θέλω» του καθενός, πριν γίνουν απωθημένα. Είναι, όμως, εμπειρία άξια συλλογής.

Θα σας συμβουλέψει, λοιπόν, να ενδώσετε στον πειρασμό, αν παρουσιαστεί μπροστά σας. Πριν το ξεκινήσετε όμως, read the fucking manual!

Συντάκτης: Τίνα Μπαρμπάτσαλου