Είναι και αυτές οι μέρες οι γκρι και οι θαμπές. Που ούτε το πιο ζωηρό χρώμα δε γράφει πάνω τους. Που ακόμα κι ο ήλιος δεν τις φωτίζει. Εκείνες οι μέρες που όση ζέστη και να ‘χει  εσύ παγώνεις.

Είναι αυτές οι μέρες που δε φταις αλλά την πληρώνεις. Που η αγάπη σου γίνεται βραχνάς και σε ζορίζει. Που θα ευχόσουν στην κούνια να είχες  θηλάσει αναισθησία αντί γάλα. Που πρέπει ν’ ανέβεις στο 5ο από τις σκάλες, χωρίς στάση για ξεκούραση στα πλατύσκαλα.

Είναι αυτές οι ρημάδες οι μέρες, που θες να μοιραστείς το άγχος, την αγωνία, τον πόνο, όπως ένα κομμάτι τάρτα φράουλα. Όχι για να πονέσει κι ο άλλος, απλώς για να γευτεί πώς μπορεί να νιώθεις. Σαν μια αίσθηση που μόνο αν τη δώσεις μπορεί να την καταλάβει κανείς, για να μπορέσει κι εκείνος με τη σειρά του να τη βιώσει, να την αντιληφθεί.

Εκείνες οι μέρες που ξαγρυπνάς σε καρέκλες βλέποντας τους ανθρώπους που αγαπάς παραδωμένους. Που κάνεις σπίτι σου τους πιο αφιλόξενους χώρους. Που συντονίζεις τους χτύπους της καρδιάς σου με τις σταγόνες που πέφτουν από τον ορό και το παγωμένο φως θολώνει την όρασή σου. Οι μέρες αυτές που ψάχνεις με μανία σε λευκούς διαδρόμους παρηγοριά, σκεπτόμενος ότι υπάρχουν και χειρότερα. Που απορροφάς σαν σφουγγάρι όλων τα δάκρυα κι ας μην έχεις πού να τα χωρέσεις κι ας νιώθεις πως γέμισαν οι πόροι σου απ’ άκρη σ’ άκρη.

Που μετράς την υπομονή όπως τις ώρες και τα δευτερόλεπτα μέχρι να ξημερώσει. Που κοιτάς με απελπισία στους τοίχους για ένα σημάδι. Που το κεφάλι σου είναι γεμάτο από σκέψεις και τα συρτάρια σου γεμάτα παυσίπονα. Αυτές οι μέρες που η λογική σέρνεται ενώ το συναίσθημα καλπάζει.
Που ενώ περπατάς ανάμεσα σε κόσμο δε σε βλέπει κανείς. Ένα φάντασμα. Που ενώ νομίζεις ότι τα μάτια σου μούδιασαν, γεμίζουν ξανά και ξανά και στάζουν ασταμάτητα.

Αφόρητη μοναξιά. Και πες μου αλήθεια, τι σε πικραίνει περισσότερο. Αυτό που ζεις, ή ότι το ζεις μόνος; Τι σε πικραίνει περισσότερο; Που ενώ οι δικοί σου δείκτες μοιάζουν κολλημένοι, κάποιων άλλων η ζωή συνεχίζει ακάθεκτη; Που ενώ εσύ περιμένεις με αγωνία στο κόκκινο για το διανυκτερεύον κάποιος άλλος στο διπλανό αυτοκίνητο γελάει στο ακουστικό, λέγοντας στην παρέα που τον περιμένει στο γνωστό στέκι πως λιγάκι θ’ αργήσει;

Δεν είναι εγωιστικό, ανθρώπινο είναι. Μακάρι να υπήρχε ισότητα στον πόνο. Μακάρι η ζωή να κατέβαζε ταχύτητα και να σε περίμενε. Δίκαιο, άδικο αυτό είναι.Έτσι είναι τα πράγματα. Μόνος θα τη βρεις την άκρη. Βλέπεις, οι φίλοι θα έρθουν να σε δουν να σβήνεις τα κεριά όταν γιορτάσεις, αλλά δεν μπορούν να σου πάρουν τον πόνο μακριά. Θα προσπαθήσουν βέβαια, αλλά δε θα τα καταφέρουν. Όποιο χέρι κι αν είναι αυτό που θα θελήσει να σε σπρώξει να σηκωθείς και να συνεχίσεις, το μόνο που θα κάνει είναι να σ’ ενοχλήσει. Όχι επειδή το ήθελε.

Πάρε τον χρόνο σου. Και καμιά ανάσα. Σκέψου ποιος είσαι. Τι έχεις καταφέρει. Σκέψου ότι υπάρχουν κι οι άλλες μέρες. Κάνε όνειρα και κρατήσου γερά μόνο από αυτά. Ασ’ τα να σε παρασύρουν.

Δε μοιράζεται ο πόνος ούτε η χαρά. Είναι δικά σου.

Τα φιλιά μου.

 

Θέλουμε και τη δική σου ιστορία!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Μαριέττα Ματθαιάσσου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου