Τέλος: μια λέξη μόλις πέντε γράμματα, κι όμως βαρύνουσας σημασίας. Πόσο μάλλον όταν συνοδεύεται από χτύπημα του χεριού στο τραπέζι ή από υστερικό παραλήρημα κατόπιν ξεσπάσματος. Πρόκειται για μια μεγαλοπρεπή δήλωση παραίτησης, την οποία, εδώ που τα λέμε, δεν πολυσκέφτεσαι προτού την ξεστομίσεις. Γιατί, μεταξύ μας τώρα, όσο «βαρύνουσας» σημασίας και να είναι η λεξούλα αυτή, παραδέξου το, την έχουμε κάνει λίγο καραμέλα. Κάνε ένα flashback και πες μου, από όλες τις φορές που με πείσμα είπες «ως εδώ ήταν, τέλος!»  πόσες από αυτές κράτησες το λόγο σου;

Και είναι αυτή η τόση δα λεξούλα που πολλές φορές ευθύνεται, όχι μόνο για χωρισμούς, αλλά και για αλλεπάλληλες επανασυνδέσεις, για σχέσεις που διανύουν κύκλους ατέρμονους στο πέρασμα των χρόνων. Κύκλους που, όμως, τέμνονται σε σημεία, εκεί όπου ο ένας απ’ τους δύο  –ή καμιά φορά και οι δύο – θα πουν «τέλος» για πολλοστή φορά, πιθανότατα χωρίς να το εννοούν ούτε στο ελάχιστο.

Η επανασύνδεση, βέβαια, δεν είναι πάντα στο πρόγραμμα. Είναι κι εκείνες οι περιπτώσεις που δεν ήσουν έτοιμος να πεις «τέλος» κι όμως το έκανες. Και τι κατάλαβες; Έμεινες τώρα με ένα σωρό απωθημένα, ένα σωρό «κι αν…;» που όσο και να προσπαθείς να τ’ αγνοήσεις καταχωνιάζοντάς τα καλά σε μια γωνιά στο πίσω μέρος του κεφαλιού σου, αυτά έχουν κουρνιάσει εκεί και δεν πρόκειται να φύγουν. Σε κρατάνε πίσω, αυτό κάνουν. Κι εσύ εμμένεις.

Νομίζω πως αν κάναμε μια δημοσκόπηση όσον αφορά τους λόγους που φτάνει κανείς στο σημείο να πει «τέλος», τη θέση στην κορυφή θα κατείχε  –αν μη, τι άλλο!– ο εγωισμός. Αλίμονο, πανταχού παρόντας αυτός ο εγωισμός να καταστρέφει τις πιο όμορφες σχέσεις και είναι πραγματικά αστείο το πόσο εύκολα μπορεί να τα καταφέρει.

Κάποια στιγμή, όμως, η επίδραση του εγωισμού αρχίζει και ξεθυμαίνει και νιώθεις έντονη την έλλειψη εκείνου που σε μια στιγμή επιπολαιότητας έδιωξες απ’ τη ζωή σου, έντονη και την ανάγκη να βρεθείς ξανά κοντά του. Και κάπου εκεί βρίσκεται και ο κοινωνικός σου περίγυρος, οι φίλοι σου, που περισσότερο φαίνεται να τους νοιάζει μη ρίξεις τα μούτρα σου και την αξιοπρέπεια σου, παρά  η ψυχική σου ηρεμία. Δε τους κατηγορώ, πιθανώς πιστεύουν ότι αξίζεις κάτι καλύτερο, μα καιρός δεν είναι να ανατρέψουμε αυτά τα κλισέ και να πάμε να φάμε τα μουτράκια μας;

Μετά είναι κι αυτή η ριμάδα η ανασφάλεια, όταν έχουν προηγηθεί σκηνικά που λίγο-πολύ σου έχουν γκρεμίσει τον κόσμο σου και σιγά-σιγά γεννούν μέσα σου το φόβο και την αδυναμία να εμπιστευτείς πάλι απ’ την αρχή. Είναι ύπουλες οι ανασφάλειες. Τρυπώνουν στο μυαλό σου κι αρχίζουν να υφαίνουν σενάρια τρελά και καταλήγεις έτσι να πληγώνεσαι από μόνος σου, μέσω δημιουργημάτων της φαντασίας σου. Όλο αυτό σε συνδυασμό με το φόβο μην ξαναπληγωθείς που σαν σαράκι ροκανίζει κάθε μέρα κι από λίγο την ψυχή σου σε οδηγούν στο σημείο να πεις: «Δεν μπορώ άλλο, τέλος!». Οι συγκεκριμένες περιπτώσεις είναι ίσως οι δυσκολότερες. Μα εκείνοι που καταφέρνουν να τις υπερνικήσουν και να το παλέψουν είναι και οι πιο γενναίοι.

Και περνάμε στην αγαπημένη μου κατηγορία ανθρώπων, εκείνους που μπορεί μεν να είναι ερωτευμένοι μαζί σου, μα τυχαίνει να αγαπούν λίγο περισσότερο τη βολή τους. Οτιδήποτε έξω από αυτή τους τρομάζει. Επομένως μόλις αντιληφθούν ότι αρχίζουν να τους πλημμυρίζουν συναισθήματα πρωτόγνωρα και δυνατά, ότι έχουν αρχίσει και δένονται, καταφεύγουν τρέχοντας αλαφιασμένοι στην εύκολη λύση: να πούνε «τέλος» νομίζοντας ότι αυτό θα κόψει σαν μαχαίρι το μεταξύ σας δέσιμο.

Είναι αυτοί οι άνθρωποι που ενώ έχουν τόσα να δώσουν, φοβούνται να νιώσουν εκτεθειμένοι κι ευάλωτοι, αδυνατούν να διαχειριστούν τα συναισθήματά τους και προτιμούν να φεύγουν μακριά. Αυτούς τους ανθρώπους, αλήθεια, θέλω να τους πιάσω και να τους ταρακουνήσω, μπας και ξυπνήσουν και δουν τι χάνουν!

Όπως πιθανόν να έχεις ήδη καταλάβει σε καμία από τις παραπάνω περιπτώσεις η ιστορία δεν έχει τελειώσει οριστικά. Και κάπου εδώ θα σου αποκαλύψω ένα μυστικό: το τέλος δεν θα το δώσεις εσύ. Τουλάχιστον όχι έτσι αυθαίρετα. Θα έρθει από μόνο του και θα το καταλάβεις. Θα είναι η στιγμή που θα πεις «κουράστηκα, βαρέθηκα, ξενέρωσα, μου πέρασε». Θα έρθει όταν η επίδραση της φθοράς θα είναι τόσο μεγάλη που δε θα έχεις πια κάτι άλλο να δώσεις. Τότε μόνο μπορείς με σιγουριά να πεις «τέλος».

Μέχρι τότε όμως φρόντισε να το ζήσεις στο έπακρο. Να το πας εσύ μέχρι τέλους, εξάντλησε το κι όσο πάει. Καν’ το σαν χάρη στον εαυτό σου, να έχεις τη συνείδησή σου καθαρή, να ξέρεις ότι προσπάθησες κι ό,τι είχες να δώσεις, το έδωσες. Να μη μείνουν απωθημένα κι ερωτήματα αναπάντητα. Μη φοβάσαι να παραδεχτείς στον εαυτό σου ότι δεν σου έχει τελειώσει.

Απ’ την άλλη, όμως, να είσαι ειλικρινής μαζί του και να μην τρέφεις αυταπάτες. Να είσαι προετοιμασμένος για όλα και με αυτή την ωριμότητα συνέχισε να πορεύεσαι στην από κοινού σας διαδρομή με τον άλλο. Κι ακόμα κι αν σε προλάβει εκείνος και πει πρώτος «τέλος», εσύ να νιώθεις περήφανος για τον εαυτό σου. Για τον εαυτό σου και τον αγώνα που τόλμησες να δώσεις.

Συντάκτης: Δάφνη Μαυρίδου