Για ακόμα μία φορά οι χρήστες του διαδικτύου -και όχι μόνο- βρήκαν νέο γεγονός για σχολιασμό και κριτική. Στο στόχαστρο αυτή τη φορά βρίσκεται η βασίλισσα της Pop μουσικής σκηνής, Μαντόνα. Όλα ξεκίνησαν από το τελευταίο αναρτημένο βίντεό της στο Tik Tok, όπου η ίδια εμφανίζεται να χορεύει αισθησιακά μπροστά στην κάμερα κάνοντας twerk και γλείφοντας τα χείλη της. Υπάρχουν άνθρωποι που ήταν εκτός της επικαιρότητας και έπεσαν από τα σύννεφα στο αντίκρισμα αυτού του περιεχομένου, παρ’ όλα αυτά όμως η «αλλαγή» στη συμπεριφορά της έχει αρχίσει να γίνεται αισθητή αρκετά χρόνια τώρα.

Συγκεκριμένα, οι σχολιασμοί ξεκίνησαν μαζί με τις πλαστικές επεμβάσεις. Οι θαυμαστές της, με κάθε ευκαιρία, σχολίαζαν κάθε κίνησή της που θεωρούσαν ότι δεν αρμόζει στην εικόνα που είχαν συνηθίσει γι’ αυτήν. Πολλοί είναι αυτοί που θεώρησαν ότι για τη συμπεριφορά της οφείλεται κάποια ψυχική διαταραχή ή χρήση ουσιών. Άλλοι θεώρησαν πως αποτελεί «ένα αστέρι που πέφτει» με σχόλια όπως: «Η Μαντόνα, ως καλλιτέχνης, πέθανε χρόνια πριν! Αυτό είναι απλά ένα λυπηρό βίντεο με μια απεγνωσμένη ηλικιωμένη γυναίκα που αναζητά προσοχή.» Στον αντίποδα των αρνητικών αυτών σχολίων βρίσκονται κι εκείνοι που την υποστηρίζουν, αναφέροντας: «Νομίζω πως τα παιδιά δεν μπορούν να καταλάβουν ότι είναι απλώς η Μαντόνα που φέρεται σαν τη Μαντόνα» και «Η Μαντόνα πάντα ήταν μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα. Γιατί όλοι πιστεύατε ότι θ’ αλλάξει με τα χρόνια; Την αγαπώ!».

Την τελευταία άποψη έρχεται να επιβεβαιώσει κι η ίδια η Μαντόνα σε δημοσίευμά της το 2015, όπου ανέφερε ότι «πρέπει να είσαι πολύ ανοιχτόμυαλος για να χωρέσεις στον κόσμο μου», αναφερόμενη αφενός στις σχέσεις της με νεότερους άντρες κι αφετέρου υποδηλώνοντας και τη γενική αντίληψή της για τη ζωή, την οποία επιβεβαιώνει μέχρι και σήμερα. Επιπλέον, η ίδια τόνισε ότι οι στενόμυαλοι άνθρωποι προσπάθησαν να την ντροπιάσουν όλα αυτά τα χρόνια επειδή φαίνεται να τα έχει βρει με τον εαυτό της κι έχει γίνει μια δυναμική γυναίκα.

Είναι όλα αυτά μια στάση ζωής; Ή αποτελεί ένα καλοστημένο παιχνίδι δημοσιότητας και μάρκετινγκ για να μη σβήσει το όνομά της από την επικαιρότητα; Αυτά είναι δύο βασικά ερωτήματα που μάλλον δε θ’ απαντηθούν ποτέ. Επιβεβαιώνουν όμως το γεγονός ότι η κοινωνία στην οποία ζούμε, ενώ παλεύει για τα δικαιώματα σε κάθε ευκαιρία, ενώ υποστηρίζει διακαώς τη διαφορετικότητα, εμμένει στο να επικεντρώνεται σε κάθε τι διαφορετικό και να το επικρίνει.

Πώς γίνεται να αποδεχόμαστε τη διαφορετικότητα και παράλληλα να την τοποθετούμε στο στόχαστρο της κριτικής; Και πώς γίνεται να υιοθετούμε την ταμπέλα των ανοιχτόμυαλων και ν’ ασχολούμαστε τόσο πολύ με τη ζωή και τις επιλογές των άλλων; Γιατί να μας νοιάζει το πόσο γέρασε η Μαντόνα ή το πόσες ρυτίδες έχει; Μήπως αυτά τα σχόλια την έκαναν να έχει τόση μανία να μας αποδείξει το αντίθετο και γι’ αυτό οδηγήθηκε σε τόσες επεμβάσεις; Διατυμπανίζουμε ότι ο καθένας είναι ελεύθερος να κάνει τις επιλογές του και να ζει τη ζωή που θέλει, αλλά σχολιάζονται με κάθε ευκαιρία οι νεότεροι σύντροφοι της Μαντόνας και της κάθε Μαντόνας εκεί έξω.

Θα σκεφτεί κανείς: «Αφού εκείνη μας δίνει τη ζωή της στο πιάτο, μπορούμε κι εμείς να σχολιάζουμε ελεύθερα. Δημόσια τα κάνει εξάλλου». Ας σκεφτούμε όμως ότι εμείς βλέπουμε μόνο τη μία όψη του νομίσματος. Δε βλέπουμε ό,τι μπορεί να την οδήγησε στην έκθεση. Είναι η πολλή δόξα και φήμη; Είναι λόγοι μάρκετινγκ; Είναι ανασφάλειες που προκύπτουν επειδή μεγαλώνει και δεν μπορεί να τις διαχειριστεί; Ή είναι απλώς ο εαυτός της κι όσοι δεν έχουν βρεθεί στα «παπούτσια» της, δεν μπορούν να τη κατανοήσουν;

Σίγουρα η έκθεση πρέπει να έχει και κάποια όρια, αλλά ποιος είναι ικανός, σωστός κι αλάνθαστος και μπορεί να τα προσδιορίσει; Πιο εύκολο είναι να θέσει όρια στον εαυτό του, στο ότι δεν του πέφτει λόγος να φέρεται σαν παντογνώστης και να κρίνει τους άλλους με κάθε ευκαιρία. Αλλά ακόμα κι αυτό, όσο αυτονόητο κι αν θεωρείται χρόνια τώρα, τόσο απίθανη είναι η εφαρμογή του. Πόσο ενδιαφέρον θα ήταν ν’ ανταποκρινόμαστε περισσότερο στις ανοιχτόμυαλες ταμπέλες που διατυμπανίζουμε ότι έχουμε. Ευκαιρίες να το αποδείξουμε μας δίνονται πολλές και καθημερινά. Στο θέμα της Μαντόνας, καλό θα ήταν να κρατήσει ο καθένας τη Μαντόνα που θέλει να θυμάται -αν κάτι τον ενοχλεί τόσο πολύ- και να επικεντρωθούμε λίγο περισσότερο στην εικόνα που βγάζουμε εμείς οι ίδιοι προς τα έξω. Έτσι, για την αλλαγή!

 

Πηγή φωτογραφίας

Συντάκτης: Νίκη Χατζηευστρατίου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου