«Θέλω να με διεκδικείς.
 
Θέλω κάθε μέρα που περνάει να με κατακτάς. Να βάλεις στοίχημα με τον εαυτό σου να είσαι όπως στις αρχές, όπως τις πρώτες μας μέρες.
 
Δεν είναι εγωιστικό. Είναι ανάγκη, επιβεβαίωση, είναι ο μόνος τρόπος να επιβιώσουμε. Ο μόνος τρόπος να αντέξω.
 
Θέλω να ανυπομονείς να με δεις, να αργώ και να φωνάζεις. Να μη σου αρέσει το λίγο-λίγο μου, να θες πολύ-πολύ.
 
Να νευριάζεις με το σιγά-σιγά μου και να το θες γρήγορα. Να σε αγχώνει ο χρόνος που περνάει και να θες να γεμίζουμε κάθε δευτερόλεπτο.
 
Θέλω να με θες κι εγώ θα σε θέλω δυο φορές. Κάθε μέρα θέλω να γνωριζόμαστε απ την αρχή. Να πέφτει το βλέμμα σου στο δικό μου και να μένουμε σκαλωμένοι, για ώρες. Να με φλερτάρεις και να παίζουμε το γνωστό μας παιχνίδι «ενδίδω; δεν ενδίδω». 
 
Να με διεκδικείς αντρίκια κι όχι κλισεδιάρικα. Να βρίσκεις τρόπους μικρούς κι έξυπνους.
 
Θέλω να ‘χεις ευθύνη για μας. Θέλω να ‘μαστε ακόρεστοι και πλεονέκτες. Να αγαπάμε τις στιγμές μας, να μπορούμε να τις ζούμε έντονα και να μας αρκεί.
 
Θέλω να μ αγγίζεις, όπως στις αρχές. Να ‘χεις εκείνο τον γλυκό δισταγμό κι εγώ εκείνη την εσκεμμένη αφροδισιακή ντροπή μου.
 
Θέλω να ‘σαι περήφανος, που είμαι δίπλα σου, χωρίς να το φωνάζεις στους δρόμους, να το φωνάζει το σώμα σου και η ψυχή σου μόνο.
 
Θέλω να μη με μοιράζεσαι και μόνο στην ιδέα να τρελαίνεσαι. Θέλω να με κάνεις να μη γουστάρω να δίνομαι κι αλλού.
 
Να με φυλακίσεις χωρίς να με βάλεις σε κελί. Να με δέσεις χωρίς να μου περάσεις σχοινιά. Θέλω να ‘σαι μικρός δάσκαλος κι εγώ ανοιχτό βιβλίο. Να γράφεις μέσα μου ανεξίτηλα και να χαράζεσαι.
 
Στον περιορισμένο χρόνο σου θέλω να ‘μαι απεριόριστη ανάγκη.
 
Να ‘μαι όλα εκείνα τα βλαβερά που αγαπάμε να καταχραζόμαστε. Δεν είμαι εγωίστρια. Εγώ θα ξυπνάω κάθε μέρα και θα δίνω πιο πολλά από όσα έδωσα χθες και πιο πολλά από αυτά που αντέχεις.
 
Δεν απαιτώ, ούτε επαιτώ. Σου μιλώ για τα αυτονόητα. Εσύ θέλω μόνο να με διεκδικείς.
 
Δεν υπάρχει για πάντα και το ξέρουμε. Αλλά θέλω να βαφτίζουμε την στιγμή πάντα και εμάς αιωνόβιους.
 
Να κολυμπάμε στα ρηχά των ψευδαισθήσεών μας και να παίζουμε κρυφτό με τον χρόνο.
 
Να κάνουμε στην άκρη όλα τα «θα» του κόσμου, όλους τους μέλλοντες.
 
Να μας νοιάζει το «τώρα» και να μη χωράμε μέσα του. Να ξεχειλίζουμε από όλες τις πτυχές του, να τις ξεχειλώνουμε και να απλωνόμαστε μέσα τους.
 
Θέλω να με διεκδικείς βροντερά, με όλο σου το είναι. Να τρέμουν τα μέσα σου κάθε που λείπω.
 
Να μη μ’αφήνεις να λείπω. Μόνο να με διεκδικείς.»
 
Κι έπεσε το τηλέφωνο απ τα χέρια. Όλα τα «θέλω» πεταμένα σε ακουστικά, αραδιασμένα σε τηλεφωνητές.
 
Ανάγκες γνωστές κι ανείπωτες. Επιβεβαιώσεις ποθητές στα αζήτητα. Εκείνες που ζητούν την επιβεβαίωση αν δεν μπορείς να τις αντέξεις, τρέξε. Αλλιώς πλησίασε τις και δώσε τους αγάπη.
 
Όχι, μη βιαστείς να πεις πως έχουν πληγές, τραύματα, ανασφάλειες και ψυχολογικά.
 
Μη καταφεύγεις στα κοινότυπα.
 
Πλησίασέ τις κι άκουσέ τις. Βρες το θάρρος να μιλάς σε αυτιά κι όχι σε τηλεφωνητές.