Παρεξήγηση. Τσακωμός. Και μετά, απόσταση, ίσως και μόνιμη. Η μία κατάσταση μπορεί αναπόφευκτα να οδηγήσει στην άλλη, εκτός κι αν κάνουμε κάτι για να ανατρέψουμε έστω το ένα βήμα από την όλη διαδικασία. Συνδέονται από έναν και μόνο κρίκο κι αυτός δε θα μπορούσε να είναι άλλος από το έντονο συναίσθημα που μας προκαλούν. Εν προκειμένω, μιλάμε για πόνο, ένα έντονο, δυσάρεστο συναισθηματικό δρώμενο, το οποίο επιφέρει διαταραχές στο ψυχικό μας γίγνεσθαι. Κάθε φορά που συμβαίνει μας λυγίζει, μας τραυματίζει διασπώντας μας σε μικρά κομμάτια, με αποτέλεσμα να μας κλέβει ύπουλα λίγο λίγο από το εσωτερικό μας φως.

Δεν είναι λίγες οι φορές που ακολουθούμε τη λάθος προσέγγιση στην αναζήτηση μιας βιώσιμης -και για τους δύο – λύσης∙ επιλέγουμε να τα βλέπουμε όλα μονόπλευρα. Εμπιστευόμαστε τυφλά τη δική μας οπτική γωνία. Διστάζουμε, έστω και να προσπαθήσουμε να μπούμε στη θέση του άλλου, στον επιτρεπτό βαθμό βέβαια και πορευόμαστε με βάση τον εγωισμό μας. Μήπως, όμως είναι η αντικειμενικότητα το κλειδί για την ελάφρυνση από συναισθηματικά βάρη;

Αφελής όποιος θεωρεί τον χωρισμό ένα απλό πέρασμα στη ζωή του ανθρώπου που δεν τον ακούμπησε, ανίδεος όποιος δεν τον έχει βιώσει και κρίνει. Είναι ένας δεσμός που δημιουργείται λόγω φυσικής ανάγκης και λύεται λόγω απρόβλεπτων παραγόντων. Όταν εμπλεκόμαστε στη διαδικασία του χωρισμού (είτε από την πλευρά αυτού που χωρίζει είτε αυτού που τον χωρίζουν), συνήθως αφήνουμε την ορμή του συναισθήματος να μας παρασύρει. Κι όταν λέμε ορμή, εννοούμε μεγαλύτερη από την αντίστοιχη ενός παλιρροϊκού κύματος που κινείται με μέση ταχύτητα 210 μέτρων/δευτερόλεπτο. Δε σκεφτόμαστε λογικά. Πώς θα μπορούσαμε, άλλωστε; Όταν το συναίσθημα υπερτερεί της λογικής, δεν αναγνωρίζει φραγμούς και όρια. Εκτοξεύουμε λεκτικές βόμβες δίχως να λάβουμε υπόψη τον συνομιλητή μας.

Για αλλαγή, ας δοκιμάσουμε να τον καταλάβουμε, να μην τον κρίνουμε με βάση τα φαινόμενα και να κατανοήσουμε τη δική του οπτική. Γνωρίζουμε πράγματα για αυτόν, εφόσον τον επιλέξαμε να συμπληρώσει την ύπαρξή μας και να της προσδώσει ένα επιπλέον νόημα. Με βάση τις πληροφορίες που κατέχουμε, ας πάρουμε αρχικά μια βαθιά ανάσα και εν συνεχεία μπορούμε να δουλέψουμε με αυτές. Θα έρθουμε αντιμέτωποι με ερωτήσεις στις οποίες δε δώσαμε ποτέ τη βάση που έπρεπε. Τι συμβαίνει στη ζωή του; Ποιοι εξωτερικοί παράγοντες τον επηρεάζουν ή τον πιέζουν, ώστε να επιθυμεί τον χωρισμό από το άτομό μας; Υπάρχει κάτι που κουβαλά μαζί του και του έχει μείνει ανεξίτηλο όπως κάποια κατάλοιπα από προηγούμενη σχέση; Δύσκολος ο ρόλος ενός εν δυνάμει ντετέκτιβ της καρδιάς, όχι όμως ακατόρθωτος.

Οι ίδιες συνθήκες συναντώνται και σε έναν καβγά ή παρεξήγηση οποιουδήποτε μεγέθους (σοβαρά ή μη), τα οποία αποτελούν υποσύνολα ενός χωρισμού. Σε αυτές τις περιπτώσεις, όμως τα πράγματα φαίνονται λιγότερο περίπλοκα. Ο λόγος; Μπορεί απλά να πρόκειται για μια κακή μέρα βρε αδερφέ και να μην έχει να κάνει με συναισθήματα που κρύπτονται ή αχνοφαίνονται. Το δικαιούμαστε όλοι μας πού και πού να μην βλέπουμε παντού ουράνια τόξα και ροζ συννεφάκια.

Ασυναίσθητα, ξεσπάμε στο σύντροφό μας, καθιστώντας τον αποδιοπομπαίο τράγο για το οτιδήποτε μας συμβαίνει που αδυνατούμε να εξηγήσουμε. Όταν βιώνουμε μια επώδυνη κατάσταση που βρίσκεται εκτός του ελέγχου μας, καταριόμαστε μέχρι και τον αέρα που αναπνέουμε. Ακριβώς, επειδή η οπτική μας γωνία είναι μονοδιάστατη, απόλυτη και κάθετη. Φοράμε παρωπίδες, ακουστικά, γυαλιά κι οτιδήποτε είναι σε θέση να εμποδίσει την ακοή ή την όρασή μας. Τι οδήγησε το απέναντι άτομο στο να καβγαδίσει μαζί μας;  Ήταν λογικός ο λόγος που οδήγησε στην παρεξήγηση; Ποιο είναι το mood του συνομιλητή μας σήμερα; Ποιο το vibe του;

Θα μπορούσαμε κάλλιστα να προσλάβουμε έναν παντογνώστη για να κάνει τη βρώμικη δουλειά. Ένα επάγγελμα που αν υπήρχε θα έκανε θραύση και ταυτόχρονα θα γέμιζε με θέσεις εργασίας μια κοινωνία που μαστίζεται από ανεργία. Τα καθήκοντά του τα εξής: τοποθετείται στον χώρο όπου συμβαίνουν τα δρώμενα, χωρίς να μετέχει σε αυτά. Φοράει κιάλια και παρατηρεί από απόσταση. Είναι συναισθηματικά αποσυνδεδεμένος από τους πρωταγωνιστές. Είναι η αντικειμενική γνώμη που θα κρίνει καθαρά με βάση σοβαρές ενδείξεις και όχι φαινόμενα. Δεν καταφεύγει σε αθέμιτες κινήσεις, διότι δεν έχει να κερδίσει κάτι.

Εφόσον, όμως για κακή μας τύχη, δεν υπάρχει κάτι τέτοιο στην πραγματικότητα, το συνετό θα ήταν να αναλάβουμε εμείς αυτόν τον απαιτητικό ρόλο. Εάν έχουμε την αίσθηση ότι είναι αδύνατο να νιώσουμε αυτό που νιώθει ο άλλος, να ζήσουμε αυτό που ζει, ας έχουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας κι αυτήν την πρακτική.  Η πλήρης συναισθηματική αποσύνδεση, πιθανόν να μην είναι εφικτή στο μέγιστο, αλλά σίγουρα δε βλάπτει μια προσπάθεια.

Στην τελική, πρόκειται για κάτι που θέλουμε να σώσουμε. Οποιοδήποτε είδος σχέσης και αν είναι αυτό. Κι όταν κάτι το επιθυμούμε πολύ, είμαστε σε θέση να βγούμε από το comfort zone μας και να το τολμήσουμε. Γιατί γνωρίζουμε ότι η έκβαση δεν αποκλείεται να μας ανταμείψει.

Συντάκτης: Δήμητρα Παναγιωτίδου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου