Αλλά, όντως, από κάπου πρέπει να ξεκινήσεις. Γιατί το μόνο που θες εκείνη τη στιγμή είναι να ξεσπάσεις ανελέητα.

Οι πρώτες αντιδράσεις είναι, ανεξαρτήτως ηλικίας, πανομοιότυπες, σπασμωδικές και σχεδόν αυτοματοποιημένες. Δεν έχει καμία σημασία αν φταις ή αν φταίει, αν το διάλεξες ή στο επέβαλε, εσύ κάπως πρέπει να διοχετεύσεις τη διάχυτη, κακή ενέργεια που σ’ έχει κατακλύσει μετά το χωρισμό. Γεγονός είναι ένα: αλλάζει η ζωή σου, η καθημερινότητά σου, πρέπει να μάθεις σε νέους ρυθμούς και να ξεμάθεις απ’ τους παλιούς. Καλείσαι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο να βγάλεις έναν άνθρωπο απ’ την σκέψη και την ψυχή σου. Αυτό από μόνο του δεν ακούγεται και τόσο απλό.

Ας αρχίσουμε με τις πάγιες τακτικές που λυτρώνουν -υποσυνείδητα τουλάχιστον- στο ξεκίνημα, ώστε να ξεθυμάνει λίγο η ένταση των συναισθημάτων. Ο μέχρι χθες άνθρωπός σου, αυτή τη στιγμή τίθεται στην απέναντι, εχθρική όχθη, κι εσύ σχεδιάζεις, με την παραμικρή λεπτομέρεια, το πλάνο ριζικής εξόντωσής του απ’ τη ζωή σου. Πετάς με μανία τα πράγματά του, cd, αναπτήρες, μπρελόκ, ρούχα, δώρα, αρκουδάκια, καρδούλες, σουβενίρ από κοινές σας εξορμήσεις. Σκίζεις όλες τις φωτογραφίες που είστε μαζί, από καλοκαιρινά ηλιοβασιλέματα στη Σαντορίνη μέχρι χιονισμένα σαλέ στην Αράχωβα. Σβήνεις τηλέφωνα, μηνύματα, διαγράφεις τη «φιλία» σας απ’ όλα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που μέχρι τώρα συνδιαλεγόσασταν, αλλάζεις στέκια για να μην πέσετε ποτέ και πουθενά μούρη με μούρη, ξορκίζεις οποιονδήποτε κοινό γνωστό να μη σου ψελλίσει ξανά ούτε το όνομά του.

Αρκούν, λοιπόν, αυτά για να ξεχάσεις; Mία διαγραφή προφίλ στο facebook ισοδυναμεί με την εκρίζωση ενός ανθρώπου απ’ τη ζωή μας; Αν σκίσεις μια ντουζίνα ερωτικά σημειώματα κι αφιερώσεις, πιστεύεις, αποκόπτεσαι γρηγορότερα από κάποιον που στα μάτια του είδες τον καλύτερό σου εαυτό; Το ίδιο εύκολα με τα αντικείμενα, μπορείς να πετάξεις στιγμές, αναμνήσεις κι όνειρα μ’ ένα άτομο που σκέφτηκες τα βαθιά σου γεράματα μαζί του;

Θυμάσαι, κι αυτό εκτός από ανθρώπινο είναι κι επώδυνο. Πονάει να πρέπει να τ’ αφήσεις όλα πίσω, να γυρίσεις σελίδα, ν’ αλλάξεις τρόπο ζωής, αγαπημένες συνήθειες και γλυκιές ρουτίνες. Όσο περνάνε οι ώρες, οι μέρες, οι εβδομάδες δεν το χωρά ο νους σου. Αρχίζει να σου φαίνεται βουνό, δεν ξέρεις καν, αν μπορείς να τα καταφέρεις.

Συνειδητοποιείς ότι είναι πολύ πιο επίπονο απ’ όσο φαινόταν στην αρχή. Γιατί δεν είναι τόσο δύσκολο το βράδυ του Σαββάτου, όσο το πρωινό της Κυριακής. Τότε που σε ξυπνούσε μ’ ένα γλυκό φιλί στο μέτωπο, ένα τρυφερό χάδι στα μαλλιά, μια αγκαλιά κομμένη και ραμμένη στο σώμα σου, τότε που παρακαλούσες να σταματήσει ο χρόνος. Είναι που δεν υπάρχει μέρος, τραγούδι ή αντικείμενο που να μη σου αναμοχλεύει κάτι μέσα σου. Βλέπεις, δεν είσαι ρομπότ και τα συναισθήματά σου δεν υπακούουν στις εντολές της λογικής.

Κλάψε ελεύθερα, κάνε την εσωτερική σου αναζήτηση, μάζεψε τα κομμάτια σου, ανασυγκροτήσου και ξεκίνα ξανά απ’ το σημείο μηδέν. Κλισέ, αλλά όντως ο χρόνος λειτουργεί επικουρικά και γιατρεύει σταδιακά σ’ αυτές τις περιπτώσεις. Πετώντας πράγματα κι ενθύμια στα σκουπίδια, πέρα απ’ την κάθαρση της στιγμής, νομίζοντας ότι απαρνείσαι το παρελθόν σου, επί της ουσίας δεν πετυχαίνεις κάτι ολιστικό.

Είναι προτιμότερο να συγκεντρώσεις και να κρύψεις σ’ ένα κουτί, όλα αυτά που σου θυμίζουν έναν έρωτα που έληξε και που δε σ’ αφήνουν να πάρεις ανάσα. Άλλωστε, το παρελθόν αυτό, υπήρξε κάποτε έξοχο παρόν, και σε κάθε περίπτωση αποτελεί και θα αποτελεί για πάντα, κομμάτι της δικής σου ζωής. Το σημαντικό είναι ν’ αναγνωρίσεις τι έμαθες εσύ από αυτό, για σένα και για τους άλλους, κι αν βγήκες σοφότερος και καλύτερος άνθρωπος μέσα απ’ αυτήν την εμπειρία.

Προχωράς μπροστά, πραγματικά κι ανήκεις ξανά στον εαυτό σου, όταν αποτραβηχτείς απ’ τα γεγονότα, όταν τα δεις στεγνά, με το μάτι ενός τρίτου, όταν αποστασιοποιηθείς πλήρως, όταν όλα φαντάζουν μακρινά και τίποτα δε σε πληγώνει πια. Για την ακρίβεια όταν τίποτα δε σε αγγίζει καν. Όταν το κουτί με τις αναμνήσεις, κατά λάθος, πέσει απ’ το ντουλάπι που το ‘χες καταχωνιασμένο κι ανοίξει, κι εσύ το κλείσεις βιαστικά, βάζοντάς το πίσω στη θέση του χωρίς δεύτερη σκέψη.

Συντάκτης: Κάτια Σκίτσου
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου