«Σκέφτομαι, άρα υπάρχω» είχε πει ο Ρενέ Ντεκάρτ, γνωστός κι ως Καρτέσιος, κι είχε απόλυτο δίκιο. Είμαστε κατά ένα τεράστιο ποσοστό οι σκέψεις μας. Αυτά που σκεφτόμαστε και τα εξωτερικεύουμε, αυτά που τα λέμε μόνο σε δικούς μας ανθρώπους κι αυτά που τα κρατάμε καλά φυλαγμένα μόνο για εμάς τους ίδιους. Οι σκέψεις που κάνουμε, οι συνειρμοί,  τα σενάρια -φανταστικά ή μη- απαρτίζουν το «εγώ» μας σε μεγάλο βαθμό.

Τι συμβαίνει, όμως, όταν η πόρτα του σπιτιού κλείσει και μείνουμε μόνοι μας; Μονάχα εμείς και το μυαλό μας που μας μεταφέρει σε άλλα μήκη και πλάτη του συναισθηματικού μας κυρίως ορίζοντα; Όταν αρχίζεις να φτιάχνεις σενάρια κι υποθέσεις; Όταν η πλασματική πραγματικότητα που δημιουργείς μόνος σου είναι πιο ανυπόφορη απ’ όσο θα έπρεπε;

Ωρύονται οι ψυχολόγοι πως πρέπει να σταματήσουμε να υπεραναλύουμε τις καταστάσεις κι ό,τι συμβαίνει γύρω μας, διότι δημιουργούμε ασυνείδητα πολύ αρνητικά συναισθήματα που στην ουσία δεν έχουν λόγο να υπάρχουν.

Υπάρχει όμως κι ο αντίλογος. Ο αντίλογος, λοιπόν, υποστηρίζει πως είναι τουλάχιστον εποικοδομητικό να σκεφτόμαστε και να αναλύουμε τα όσα μας συμβαίνουν. Είναι σαν ένα διάλειμμα ανατροφοδότησης κι αναστοχασμού.

Μας βοηθάει να επεξεργαζόμαστε τα όσα έγιναν ή τα όσα θα γίνουν. Εντοπίζουμε τα λάθη μας, τις κινήσεις τις βεβιασμένες που κάναμε και μάλλον δε θα έπρεπε. Αναθεωρούμε για πράγματα κι ανθρώπους που τα θεωρούσαμε δεδομένα. Αναθεωρούμε για τον ίδιο μας τον εαυτό. Είμαστε πιο αντικειμενικοί όταν είμαστε παρατηρητές κι όχι πρωταγωνιστές. Είμαστε πιο αυστηροί με τον εαυτό μας κι αυτό μας ωθεί στο να επιζητούμε το καλύτερο.

Η υπερανάλυση δεν πραγματοποιείται μόνο για καταστάσεις που έχουν ήδη συμβεί. Μπορεί ο εγκέφαλός μας να σκέφτεται με τις ώρες ένα πρόσωπο, ένα άτομο, μια συνομιλία, μια προσδοκώμενη συνάντηση, κάτι που επιθυμούμε να ζήσουμε στο άμεσο μέλλον. Φτιάχνουμε ολόκληρα σκηνικά και σενάρια που θα μπορούσαν να κερδίσουν βραβείο. Μοιάζουν όλα τόσο αληθινά όταν τα αναλύουμε που ως ένα σημείο μπορεί και να πειστούμε ότι τα ζούμε στ’ αλήθεια.

Μια μερίδα ανθρώπων θα έλεγαν πως αυτό μπορεί να σε οδηγήσει στην παράνοια, διότι απ’ την τόση σκέψη «καις» το μυαλό σου και καταλήγεις να γίνεις φαντασιόπληκτος κι απρόσεκτος σχετικά με τις κινήσεις σου. Μία άλλη, παρ’ όλα αυτά, κατηγορία ανθρώπων θα έλεγε πως το να σκέφτεσαι λίγο παραπάνω απ’ το σύνηθες, είναι σαν να οργανώνεσαι λίγο καλύτερα.

Οι σκέψεις μας έχουν τη δυνατότητα να μας οδηγήσουν σε άλλα μονοπάτια, όχι πολυσύχναστα. Μας παρέχουν την ευκαιρία της πρόληψης και κάποιες φορές της πρόγνωσης. Βάζοντας κάτω κι αναλύοντας όλες τις πιθανές εκβάσεις είμαστε σε θέση να δράσουμε με περισσότερη σύνεση και προσοχή. Να είμαστε πιο καλά προετοιμασμένοι και να μη βρεθούμε προ εκπλήξεως σηκώνοντας τα χέρια ψηλά αγνοώντας τι να κάνουμε.

Αν θέλουμε να καταλήξουμε, όμως, κάπου πρέπει να θυμηθούμε και να το έχουμε γενικότερα σαν γνώμονα πως στη ζωή δεν είναι τίποτα μόνο άσπρο ή μόνο μαύρο. Είναι μια μίξη για να μπορεί να υπάρχει η κατάλληλη ισορροπία. Έτσι και με τις σκέψεις μας. Το να σκεφτόμαστε πάρα πολύ επιφέρει αρνητικά αποτελέσματα κι οδυνηρές συνέπειες. Το ίδιο, όμως, συμβαίνει και με το να μη σκεφτόμαστε τίποτα αφήνοντας τα πάντα στην τύχη τους. Η χρυσή τομή και πάλι δίνει τη λύση!

Συντάκτης: Ανδριάνα Νίκου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη