Φεύγεις γιατί νομίζεις ότι όλα θα είναι καλύτερα. Θα βρεις κάτι καλύτερο. Έναν άνθρωπο με τον οποίο δε θα σκοτώνεστε τόσο, ο οποίος θα είναι πιο ευγενικός, πιο ειλικρινής, πιο όλα. Και κάπως έτσι την πατάς. Βλέπεις δεν είναι ότι ψάχνεις το καλύτερο. Είναι ότι βρήκες όλα όσα έψαχνες, τρόμαξες και φεύγεις. Φεύγεις γιατί έτσι. Γιατί το γέλιο του άλλου ήταν στραβό και θες να βρεις ένα πιο ίσιο. Φεύγεις γιατί έτσι έμαθες να κάνεις.

Έμαθες να δίνεις αγάπη μόνο στα κατοικίδια, τη μάνα και τους φίλους σου. Οτιδήποτε από εκεί και πέρα σε τρομάζει, δεν μπορείς, το φοβάσαι. Κι αν αγαπήσεις και σε αφήσει; Κι αν υπάρχει κάτι καλύτερο για σένα εκεί έξω κι αν δεν είναι όσα πρεσβεύει; Κι αν σε δουλεύει κι εσύ το αγοράζεις;

Μια θάλασσα από «αν» η οποία σε πνίγει και σε καταπίνει. Κι εσύ δεν αντιστέκεσαι, αφήνεσαι. Διότι έτσι έμαθες. Να φεύγεις πριν η κατάσταση σοβαρέψει. Κι αυτή τη φορά δεν είναι μόνο ότι έχει σοβαρέψει, είναι ότι κι εσύ για πρώτη φορά έχεις αισθήματα για τον άνθρωπο απέναντί σου. Για πρώτη φορά πραγματικά σε νοιάζει το ταίρι σου. Για πρώτη φορά δε θέλεις να πληγώσεις τον άλλο.

Κι όμως το πέτυχες. Για άλλη μια φορά έκανες ό,τι ξέρεις να κάνεις καλύτερα. Τράπηκες σε φυγή. Με το που ένιωσες, έφυγες για να μην πληγώσεις τον άλλο. Κι ας σ’ αγαπούσε κι ας σε νοιαζόταν κι ας θα έδινε και τη ζωή του για σένα. Θέλοντας να μην τον πληγώσεις, κατάφερες να τον πληγώσεις. Πόσο οξύμωρο. Δε στέκεσαι στιγμή να σκεφτείς ότι κι ο άλλος είναι εξίσου, αν όχι περισσότερο, φοβισμένος από σένα.

Σκληρός δικαστής περιμένεις το κάθε του λάθος για να έρθεις μετά να το τονίσεις αγνοώντας τα δικά σου. Θεωρείς τον εαυτό σου θεό γιατί έτσι σου είναι ευκολότερο να αποχωρήσεις όταν έρθει η ώρα. Δε σε νοιάζει τι έχεις πράξει εις βάρος του άλλου. Σε νοιάζει μόνο τι έχει παιχτεί σε βάρος σου κι ας είναι μηδαμινά λάθη μπροστά σε τόσα όμορφα και τόσες γλυκές χειρονομίες. Είσαι έτοιμος να σταυρώσεις για να μη σταυρωθείς.

Κι είναι οι ώρες εκείνες που μένεις μόνος με τον εγωισμό σου και για λίγο το ρίχνεις και παίρνεις δήθεν να δεις πώς τα πάει ο άλλος, αλλά και πάλι το εγώ σου θα υπερνικήσει και θα βιαστείς να εγκαταλείψεις κακήν κακώς. Όχι για οποιοδήποτε άλλο λόγο. Για να μην πληγωθείς. Και καταλήγεις να πληγώνεις και πάλι αυτό που αγάπησες. Καταλήγεις να αφήνεις τους δαίμονές σου να σε κυριεύουν και να καταστρέφουν ό,τι όμορφο έχτισες. Και γνωρίζεις πως όσο κι αν σε νοιάζεται κι αν σε αγαπά ο άλλος, έχει κι αυτός τα όριά του.

Θα σου επιτρέψει να φωνάξεις, να βρίσεις, να ουρλιάξεις να τα βάλεις μαζί του χωρίς να αντιδράσει, υπενθυμίζοντάς σου ότι πάντα θα είναι εκεί για σένα no matter what. Θα έρθει όμως η στιγμή που όλο αυτό  θα τον κουράσει και θα αρχίσει να αντιδρά, όχι αδίκως. Ό,τι κι αν έχετε περάσει μαζί, ό,τι άσχημο κι αν έχεις βιώσει εξαιτίας του ξέρεις πολύ καλά ότι άλλα τόσα έχει βιώσει κι αυτός εξαιτίας σου και των αντιδράσεών σου. Κι όμως δεν εγκατέλειψε.

Ίσως έκλαψε, φώναξε, κατηγόρησε, ούρλιαξε κι αυτός αλλά φρόντιζε καθ’ όλη τη διάρκεια να σου υπενθυμίζει ότι η αγάπη του για σένα είναι πιο δυνατή από όλα αυτά κι εσύ για να γλιτώσεις και να αποφύγεις τον κίνδυνο φρόντιζες να το χλευάζεις και να τον κατηγορείς. Μόνος σε ένα δωμάτιο εσύ, μόνος σε ένα δωμάτιο κι αυτός. Γιατί δεν μπορούσες να δεχτείς ότι ένας άνθρωπος νοιαζόταν τόσο για σένα ώστε να κλαίει και να χαλιέται, δεν πίστεψες ότι τα συναισθήματά του ήταν αληθινά, δεν πίστεψες στον εαυτό και την αξία σου.

Και τώρα τι κατάλαβες; Σε ένα δωμάτιο να αναμασάς τον εγωισμό σου εσύ, σε ένα δωμάτιο να μετρά τα γιατί αυτός και κανείς από τους δυο να μην κάνει το γαμημένο βήμα. Σήκωσε το τηλέφωνο. Πληκτρολόγησε τον αριθμό και καν’ τον τον πιο ευτυχισμένο άνθρωπο στον πλανήτη.  Άστον να σε κάνει τον πιο ευτυχισμένο άνθρωπο στον πλανήτη. Ένα «μου λείπεις» είναι αρκετό.

 

Συντάκτης: Γεωργία Ευστρατίου
Επιμέλεια κειμένου: Κατερίνα Καλή