Φαγητό. Φαγητό. Φαγητό. Τώρα που έχω το εκατό τοις εκατό της προσοχής σας θα προσπαθήσω να μη φύγω πολύ απ’ το θέμα μας. Είναι κάποια άτομα, (μη βγάζω τον εαυτό μου απ’ έξω), είμαστε μάλλον μία κατηγορία ατόμων που μας αρέσει πολύ το φαγητό. Δεν τρώμε απλώς για να καλύψουμε μια βιολογική μας ανάγκη. Απολαμβάνουμε το καλό φαγητό κι είμαστε κακομαθημένοι να τρώμε αμέσως αφού πεινάσουμε.

«Ναι, χαίρω πολύ» θα πεις «όλοι θέλουμε να φάμε μόλις πεινάσουμε». Εμείς, όμως, μοιάζουμε με ‘κείνη τη διαφήμιση που λέει πως δεν είσαι ο εαυτός σου όταν πεινάς. Έτσι κι εμάς γυαλίζει το μάτι μας. Εσείς, μας καταλαβαίνετε, έχετε νεύρα όταν γουργουρίζει το στομάχι σας ή είστε τίποτα ξενέρωτοι; Δεν είμαστε υπερβολικοί (εντάξει, δηλαδή, είμαστε), αλλά το αίσθημα της πείνας είναι σκληρό. Κι αυτό το γράφω φαγωμένη.

Πεινάς και το μυαλό παίρνει περίεργες στροφές, ο εγκέφαλος στέλνει προκλητικά μηνύματα κι εσύ τρίβεις την κοιλιά σου και σκέφτεσαι δεκατρία είδη μακαρονάδας, Κρέπες, μπέργκερ και σουβλάκι σου σπάνε τα ρουθούνια, κι ας είσαι στη μέση του πουθενά. Βλέπεις άνθρωπο να τρώει μπροστά σου και θες να του επιτεθείς. Θες αλμυρό, θες και γλυκό, τα πάντα θες για να μπορέσεις να ηρεμήσεις την πείνα σου αλλά και τα νεύρα σου, για να πάψεις να ‘σαι επικίνδυνος για τους γύρω σου. Αφού όλοι ξέρουμε την τσατίλα που υπάρχει στην ατμόσφαιρα εκείνη τη στιγμή που δεν υπάρχει φαγητό.

Νεύρα. Όχι αστεία. Και δεν είναι αυτά τα των τεσσάρων δευτερολέπτων. Είναι απ’ τα άλλα, εκείνα του θηρίου που ψάχνει απεγνωσμένα για το θήραμά του, στην προκειμένη ένα παστίτσιο θα ‘ταν ό,τι πρέπει. Savoir vivre, υπομονή, χαμόγελα και λοιπά ευγενή αισθήματα τη στιγμή της πείνας χάνονται. Άρα, ναι, είσαι ένα πεινασμένο λιοντάρι με τα νεύρα σου να ‘χουν χτυπήσει κόκκινο.

Πεινάμε και θέλουμε να φάμε. Εδώ και τώρα. Δεν μπορούμε να περιμένουμε. Το φαγητό, βλέπεις, για κάποιους είναι ιδέα κι ίσως ενίοτε να μπερδεύουν το νόημα του «τρώω για να ζω» καταλήγοντας να ζούνε για να τρώνε. Κοιλιόδουλοι, λιχούδηδες, όπως θες πες τους. Σε κάποιες φάσεις της ζωής μας όλοι τους νιώσαμε.

Εσύ; Μπορείς να ‘σαι ζεν, όταν πεινάς; Να μιλάς χαλαρά και να μη σε νοιάζει αν η παραγγελία σου αργεί; Δε σε ενοχλεί που αυτό το τραπέζι στη γωνία, που ήρθε μετά από σένα, τρώει ήδη; Δε χτυπάς ρυθμικά (κι απειλητικά) το μαχαίρι του κουβέρ όταν η μπριζολίτσα σου η γάλακτος καθυστερεί κι εσύ αισθάνεσαι πως θα λιποθυμήσεις απ’ την αφαγία; Δεν έχει σημασία αν έφαγες πριν μια ώρα. Όταν πεινάς χάνονται οι δυνάμεις σου κι η παραξενιά σου πολλαπλασιάζεται.

Εκνευρισμός για τα πάντα, μέχρι και για το πόσο γρήγορα αναπνέει ο διπλανός σου. Η επιθυμία σου για φαγητό σου θολώνει το μυαλό. Σου δημιουργεί το αίσθημα της αδυναμίας με μοναδική ικανότητα τα στραβομουτσουνιάσματα και τις απότομες απαντήσεις που δίνεις σε οποιονδήποτε διανοηθεί να σε ρωτήσει το οτιδήποτε που δεν αφορά το πώς θα γεμίσεις το στομάχι σου. Θέλεις τον χρόνο σου και τη συγκέντρωσή σου για να αποφασίσεις τι θα φας. Άσε που θες να ονειρευτείς και το επιδόρπιο.

Συμβουλή από μία μονίμως νευριασμένη απ’ την πείνα, περιόρισε όσο μπορείς την πείνα σου…πλάκα κάνω! Δεν πιστεύουμε σε θαύματα. Αν έχεις στραβώσει επειδή πεινάς δεν μπορείς να κάνεις τίποτα πέρα απ’ το να γκρινιάζεις μέχρι να σε ταΐσουν. Φάε, λοιπόν, χωρίς καμία αναστολή, φάε για την ψυχική σου ηρεμία και την ασφάλεια των γύρω σου. Δεν είναι να παίζεις μ’ αυτά τα πράγματα.

Συντάκτης: Δήμητρα-Μαρία Κοσμά
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη