Πρώτο ραντεβού· φαντάσου πως είσαι μαζί με το άτομο που έχεις αποφασίσει σε ένα μέρος που είτε διάλεξε ένας από τους δύο, είτε και οι δύο μαζί, άλλωστε αυτό μικρή σημασία έχει. Η ώρα περνάει, εσείς ανακαλύπτετε τα κοινά και τις διαφορές σας, προσπαθείτε να καταλάβετε αν υπάρχει σπίθα ή κάτι που μπορεί να εξελιχθεί σε οτιδήποτε παραπάνω, γενικά υπάρχει παιχνίδι κι όλο αυτό σημιουργεί μια ευχάριστη ατμόσφαιρα.

Δεν θα αναλύσουμε την περίπτωση να μην υπάρχει connection μεταξύ σας, αν δεν υπάρχει άλλωστε ή φεύγεις επιτόπου, ή κάνεις υπομονή να τελειώσει το ρημαδοραντεβού και κάπου εκεί στις χαιρετούρες λες ένα απλό «πέρασα πολύ ωραία αλλά όχι τόσο ωραία ώστε να θέλω να ξαναβγούμε, γεια» και συνεχίζεις τη ζωή σου, καθώς ποιος έχει χρόνο και νεύρα για πέταμα στη σημερινή εποχή;

Έχετε χημεία, λοιπόν· το νιώθει κι ο άλλος ή το νιώθεις μόνο εσύ; Όχι, όχι, αποκλείεται, το νιώθει κι ο άλλος, άλλωστε φαίνεται από τον τρόπο που σε κοιτάζει, που σε ακουμπάει ή που γελάει με τα αστεία σου. Και τι κάνουμε τώρα; Περιμένουμε να κάνει κίνηση. Κι αν δεν κάνει; Όχι, σίγουρα θα κάνει, δεν μπορεί, τα βλέπεις τα σημάδια.

Και περνάει η ώρα και τίποτα. Τζίφος. Βρε μπας και ήταν η ιδέα σου; Το σκέφτεσαι λίγο καλύτερα και λες «ναι, μπορεί να ήταν η ιδέα μου». Υπάρχει βέβαια περίπτωση οι ίδιες σκέψεις να τριβελίζουν και το κεφάλι του απέναντί σου, ο οποίος σε κοιτάει και αναρωτιέται αν σου αρέσει, αν δείχνεις κάτι παραπάνω ή απλά συμπεριφέρεσαι άνετα και φιλικά επειδή έτσι είσαι ως άνθρωπος, και ίσως γενικότερα να συγκρατεί τον εαυτό και τις σκέψεις του για να μη σου ορμήξει και φανεί σαν κάποιος που κάνει αυστηρή δίαιτα εδώ κι έξι μήνες και ξαφνικά αποφασίζει να απολαύσει τρίπατο μπέργκερ με πατάτες, τυριά και σάλτσες με τέσσερα τυριά.

Σε αυτό το σημείο κάτι πρέπει να γίνει, δε νομίζεις; Εκτός αν θέλεις να αναρωτιέσαι μέχρι να αποφασίσει ο άλλος να ξεκουνηθεί, ή σκοπεύεις να τον αφήσεις να νομίζει ότι δεν παίζει τίποτα από τη μεριά σου, ειδικά αν είσαι από εκείνη τη φάρα ανθρώπων που φαντάζονται πως στέλνουν ερωτικά σήματα στον άλλον ενώ στην πραγματικότητα μοιάζουν με εκείνο το emoji που είναι κάπως έτσι ·_·.

Ρίξε λοιπόν το μπαλάκι στην απέναντι πλευρά με μια ερώτηση που ο άλλος δε θα περιμένει αλλά και δε θα σε εκθέσει ό,τι απάντηση κι αν πάρεις.

«Πιστεύεις πως φιλάς ωραία;»

Δεν έχει σημασία τι λέγατε πριν, μπορείς να την κάνεις κι εντελώς στο άσχετο, ακόμα καλύτερα δηλαδή καθώς θα προκαλέσεις στον άλλον ένα μικρό ηλεκτροσόκ, θα τον ξεκουνήσεις τόσο ώστε να πει από μέσα του «τι έγινε τώρα ρε παιδιά;».

Πρώτον, η συγκεκριμένη ερώτηση είναι προβοκατόρικη. Αν απέναντί σου έχεις κάποιον που πραγματικά γουστάρει είναι φυσικό κι επόμενο να σου απαντήσει, «θέλεις να σου δείξω;» και τότε ίσως πάρεις το καλύτερο ή το χειρότερο φιλί της ζωής σου, αυτό δεν το ξέρω σίγουρα όμως θα πάρεις μια απάντηση. Αν πάλι ο άλλος είτε δε γουστάρει, είτε είναι ντροπιάρης (παίζει κι αυτό), τότε θα σου πει πως δεν ξέρει, πως του έχουνε πει πως ναι, ή απλά θα έρθει σε ψιλοδύσκολη θέση. Σε αυτή την περίπτωση μπορείς εύκολα να το γυρίσεις στην πλάκα, να πεις πως ρώτησες από καθαρή περιέργεια ή από καθαρά ανθρωπολογικό ενδιαφέρον. Ό,τι κι αν πεις σημασία έχει πως δεν κρεμάσαι επί ξύλου, αλλά μπορείς να συνεχίσεις τη συζήτησή σας απρόσκοπτα καθώς εσύ την πάσα σου την έδωσες, τι άλλο να κάνεις, σπαθιά να καταπιείς;

Ακόμα όμως κι αν δεν πάρεις άμεσα την απάντηση που θέλεις, μην ανησυχείς. Μπορεί το ραντεβού σου να θέλει λίγο παραπάνω χρόνο να επεξεργαστεί τις πληροφορίες και τα δεδομένα, να το σκεφτεί και να αποφασίσει να δράσει όταν θα είσαστε μόνοι σας, όταν θα σε έχει γνωρίσει λίγο καλύτερα, όταν νιώσει ετοιμότητα, ή ακόμα και στην επόμενή σας συνάντηση. Σίγουρα όμως δεν θα αργήσει πολύ. Άλλωστε είπαμε, ούτε χρόνο, ούτε νεύρα έχουμε για πέταμα, σωστά;

Και για να έχουμε καλό ερώτημα, εσύ πώς πιστεύεις ότι φιλάς;

Συντάκτης: Φρόσω Μαγκαφοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου