Εσείς έχετε ποτέ αναγκαστεί να προβείτε σε πράξεις αντίθετες με τις πεποιθήσεις σας; Μη βιαστείτε να απαντήσετε. Το 2018 ο διάσημος ταχυδακτυλουργός Derren Brown επιβεβαίωσε με το πείραμά του “The Push”, αυτό που ήδη είχε προαναγγείλει ο διακεκριμένος Κοινωνικός Ψυχολόγος S. Milgram τη δεκαετία του 1960, ότι δηλαδή η έκθεσή μας σε διαφορετικές κρίσεις, απόψεις και στάσεις επιφέρει την ανάλογη αλλαγή των προσωπικών μας στάσεων και πεποιθήσεων. Η διαδικασία αλλαγής δεν είναι βέβαια κάτι εύκολο που γίνεται αβίαστα, αλλά λαμβάνει χώρα σταδιακά και πολύ προσεκτικά μέσα από διάφορες μικρές πράξεις που μοιάζουν ασήμαντες και προοδευτικά προκαλούν ενδοτικότητα στα υποκείμενα. Ακολουθούν συνοπτικά τα πειράματα των Milgram και Brown, ώστε να γίνει κατανοητή η εξαιρετική σημασία τους.

Το πείραμα του Milgram πραγματοποιήθηκε υπό την αιγίδα του Πανεπιστημίου του Yale και στηρίχθηκε στο ζεύγος μαθητής-δάσκαλος. Συγκεκριμένα ζητήθηκε από το μαθητή να μάθει κάποια ζευγάρια λέξεων και κάθε φορά που ο δάσκαλος του ανέφερε μια λέξη έπρεπε να βρει την αντίστοιχη που θα συμπλήρωνε το εν λόγω ζευγάρι. Όταν ο μαθητής -που δεν ήταν άλλος από έναν ταλαντούχο ηθοποιό- έκανε λάθος την αντιστοιχία, ο δάσκαλος -άντρας, περίπου στα σαράντα του οποίου η εργασιακή εμπειρία δεν είχε σχέση με διδασκαλία- παρακινούνταν -από το άτομο που διεξήγαγε το πείραμα- να εφαρμόσει μικρής τάσης ηλεκτροσόκ στο μαθητή, ακολουθώντας οδηγίες του τύπου «Παρακαλώ συνεχίστε, είναι απολύτως απαραίτητο. Δεν έχετε άλλη επιλογή από το να προχωρήσετε παρακάτω». Το ηλεκτροσόκ, ανάλογα με τα λάθη που έκανε ο ηθοποιός-μαθητής, μπορεί να ήταν από ήπιο, 15 Volt, έως και πολύ ισχυρό, 450 Volt, σε σημείο που θα επέφερε το θάνατο. Οι πιέσεις του πειραματιστή στο δάσκαλο όλο και αυξάνονταν και ο τελευταίος αναγκαζόταν σε κάθε λάθος του μαθητή να εφαρμόσει όλο και μεγαλύτερης έντασης ηλεκτροσόκ. Μπορείτε να φανταστείτε το τελικό στάδιο;

Στην περίπτωση του πειράματος “The Push”, ο Brown επέλεξε τα άτομα, αφού πρώτα ζήτησε από τους ακολούθους του στον προσωπικό του λογαριασμό στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να δηλώσουν συμμετοχή στο show που παρουσίαζε στην τηλεόραση. Οι πρωταγωνιστές, αγνοώντας ότι θα συμμετέχουν σε πείραμα, επιλέχθηκαν μετά από υποβολή σε δοκιμασία, κατά την οποία υποτίθεται ότι απλώς θα συμπλήρωναν μια φόρμα με προσωπικά στοιχεία. Κατά τη διαδικασία αυτή ο Brown και η ομάδα του παρατηρούσαν ενδελεχώς τις ενέργειες των πιθανών συμμετεχόντων στο πείραμα, αλλά και τη δεκτικότητά τους στο να μιμηθούν τα πεπραγμένα άλλων συμμετεχόντων, όπως η άρση τους από την καρέκλα στο άκουσμα ενός κουδουνιού. Μήπως αυτό φέρνει στη μνήμη σας το πείραμα του Νομπελίστα Pavlov με το σκύλο, κατά το οποίο ένα αρχικά ουδέτερο ερέθισμα -όπως ο ήχος ενός κουδουνιού- προκαλούσε στο σκύλο μια συγκεκριμένη αντίδραση -όπως η σιελόρροια- μέσω συνδέσεων με ένα άλλο εξίσου ανεξάρτητο ερέθισμα, όπως η τροφή; Όπου «σκύλος» βάλτε «συμμετέχων» και όπου «τροφή», «επιλογή στο show».

Η αρχική ωστόσο επιθυμία των συμμετεχόντων να λάβουν μέρος στο show σκόπιμα δεν πραγματοποιήθηκε για να μην κινηθεί καμία υποψία γι’ αυτό που θα ακολουθούσε. Έτσι, μετά από ορισμένο χρονικό διάστημα ενημερώθηκαν, ώστε να συμμετέχουν σε μια δημοπρασία με φιλανθρωπικό σκοπό κατά την οποία θα συναντούσαν έναν πολύ σημαντικό άνθρωπο, τον Μπέρνι, που θα προωθούσε την εργασία τους. Ο τελευταίος θα έκανε επίσης δωρεά πέντε εκατομμυρίων δολαρίων σε παιδιά, γι’ αυτό και ήταν πολύ σημαντικό να είναι ευχαριστημένος.

Για το event είχαν ακόμη δημιουργηθεί σποτ στα οποία διάσημοι ηθοποιοί, που γνώριζαν ότι η εκδήλωση δεν ήταν πραγματική, τόνιζαν τη σημασία της και επαναλάμβαναν μεταξύ άλλων τη φράση “Whatever it takes”. Τα άτομα ξεκίνησαν να υποκύπτουν σταδιακά σε πιέσεις, επιβεβαιώνοντας την τακτική των πωλήσεων γνωστή ως “foot-in-the door”, κατά την οποία ένα μικρής εμβέλειας αίτημα προηγείται ενός κεντρικού αιτήματος, αφού είναι σίγουρο ότι θα γίνει αποδεκτό. Ενέδωσαν λοιπόν να βάλουν σήμανση «για χορτοφάγους» σε φαγητό που μόνο για χορτοφάγους δεν ήταν ή να μεταφέρουν τα πράγματα του ανθρώπου που ήταν ιδιαίτερα σημαντικός για την οργάνωση. Κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης, όμως, ο Μπέρνι υπέστη θανατηφόρο καρδιακό επεισόδιο, κάτι που εάν γινόταν αντιληπτό θα κατέστρεφε την εκδήλωση, αλλά και τη χορηγία του με την πολυπόθητη επιταγή των πέντε εκατομμυρίων δολαρίων. Μέσω παρεξήγησης οι πρωταγωνιστές του πειράματος παρακινήθηκαν και τελικά αναγκάστηκαν να τον υποδυθούν μπροστά σε κοινό για να βοηθήσουν. Προς το τέλος του πειράματος (καθ)οδηγούνταν να προβούν ακόμη -υποκινούμενοι από μια ομάδα πολύ καλά εκπαιδευμένων ηθοποιών- στην ύψιστη πράξη που θα επιβεβαίωνε την αρχική υπόθεση των ερευνητών, ώστε να γλιτώσουν τη φυλάκιση.

Και στα δύο πειράματα εννέα στους δέκα συμμετέχοντες έφτασαν στο τελικό στάδιο και εφάρμοσαν την ύψιστη ένταση ηλεκτροσόκ ή έσπρωξαν κάποιον από την ταράτσα αντίθετα στον πρώιμο έντιμο βίο τους και τη συνηθισμένη συμπεριφορά τους που κάθε άλλο παρά αποκλίνουσα ή επιθετική ήταν. Οι άνθρωποι αυτοί υπάκουσαν προοδευτικά, πολύ μεθοδευμένα και μη έχοντας επίγνωση σε πιέσεις άλλων που είχαν τη δεδομένη στιγμή μια εξουσία. Η τοποθεσία, συγκεκριμένες παραινέσεις, η εγγύτητα που ένιωθαν με τα άτομα κύρους που τους υπαγόρευαν τι να κάνουν, αλλά πάνω από όλα η αποποίηση της προσωπικής τους ευθύνης ήταν που τους έκαναν να διαπράξουν όσα έκαναν.

Πράγματι, η κοινωνική επιρροή υφίσταται καθημερινά στη ζωή μας με πολλούς και ποικίλους τρόπους, χωρίς να το γνωρίζουμε συνειδητά από την πλευρά μας. Άλλοτε λαμβάνοντας συνεχώς μηνύματα που ξεγελούν τις αισθήσεις μας και γίνονται αντιληπτά από την υποουδική μας αντίληψη και άλλοτε υπακούοντας σε εντολές που λέγονται ή υπονοούνται μέσω κλασικής εξαρτημένης μάθησης. Όπως αναφέρει ο Brown, «Το θέμα είναι ότι όλοι είμαστε επιρρεπείς σε τέτοιου είδους επίδραση είτε από μια ομάδα ομοίων είτε από μια ιδεολογία. Κατανοώντας τον τρόπο που μπορούν να μας χειραγωγήσουν, μπορούμε να γίνουμε πιο δυνατοί, μπορούμε να αρνηθούμε». Είναι στο χέρι μας να μην παραδώσουμε το σενάριο της ζωής μας σε κάποιον άλλο. Αρκεί να θυμόμαστε: “We can push back! Whatever it takes!”.

Υ.Γ. Στόχος μας ήταν να γίνει κατανοητό κάθε πείραμα, χωρίς ωστόσο να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση σε ψυχολογικούς όρους. Για περισσότερες πληροφορίες και βιβλιογραφία, θα πρέπει να αναζητηθεί και να μελετηθεί διεξοδικά η κάθε έρευνα σε διακεκριμένα βιβλία Κοινωνικής Ψυχολογίας.

Συντάκτης: Εύη Λεγάτου
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.