Δεν είναι ότι δεν έχω ξαναπεί «σ’αγαπώ». Το έχω πει.
Ίσως και πιο πολλές φορές απ’ όσες έπρεπε.
Το είπα από ανάγκη, το είπα από συνήθεια,
Το είπα για να μη φύγει κάποιος.

Άλλες φορές το είπα για να το νιώσω, μήπως και το νιώσω.
Το είπα όπως λέμε «καλημέρα» σε κάποιον που δεν ξέρουμε καν καλά.
Ή το άφησα να γλιστρήσει στα χείλη μου, απλά και μόνο γιατί κάποιος είχε ανάγκη ν’ακούσει κάτι γλυκό.
Κι εγώ είχα ανάγκη να μείνω.

Μα εσένα…
Εσένα σε κοίταξα αλλιώς.
Δε σου είπα «σ’ αγαπώ».
Σου το φύλαξα.

Κι ήταν αλλιώτικο, χωρίς φανφάρες, χωρίς κόκκινα τριαντάφυλλα,
χωρίς υπερβολές.
Ένα «σ’αγαπώ» που δε φοβάται τη σιωπή.
Που δεν ντύνεται επίσημα για να εντυπωσιάσει, αλλά φοράει το πιο απλό του βλέμμα και κάθεται δίπλα σου
χωρίς να χρειάζεται να πει πολλά.

Σου έχω κρατήσει ένα «σ’ αγαπώ» που δε θέλει τίποτα πίσω.
Δεν απαιτεί, δε ζητιανεύει. Είναι εκεί για να σου θυμίζει ότι κάποιος σε βλέπει. Σε βλέπει πραγματικά.
Στα φώτα, αλλά κυρίως στα σκοτάδια.

Δεν είναι το «σ’αγαπώ» που λες στα πρώτα ραντεβού.
Είναι αυτό που λες όταν έχεις δει τον άλλον στις χειρότερές του στιγμές,
Και παρ’  όλα αυτά θες να μείνεις. Είναι το «σ’αγαπώ» που δεν έχει ανάγκη να ειπωθεί κάθε μέρα, γιατί φαίνεται.

Στον τρόπο που σου κρατάω το χέρι.
Στο τρόπο που σωπαίνω όταν πρέπει. Στον τρόπο που κάθομαι δίπλα σου,
Χωρίς να ζητάω ν’ αλλάξεις.

Σου έχω κρατήσει ένα «σ’αγαπώ» διαφορετικό από τα άλλα.
Κι αν μία μέρα στο πω, θα είναι γιατί δε θα χωράει πια μέσα μου.
Όχι γιατί πρέπει να τ’ακούσεις. Αλλά γιατί έτσι νιώθω.
Και γιατί μ’ έναν τρόπο, μου άλλαξες τον ορισμό του έρωτα.

Συντάκτης: Μάξιμος Mcgrath