Μία λέξη παγίδα, άλλοι την πολεμούν, την αποφεύγουν, τη φοβούνται μάλλον και άλλοι την αποζητούν σε όλη τους τη ζωή. Ευχή και κατάρα. Κρύβει ασφάλεια, σταθερότητα μα και ακαταλληλότητα. Κάποιες στιγμές τη χρειάζεσαι κι άλλες τη σιχαίνεσαι. Η συνήθεια, αυτή η τρομερή και παρεξηγημένη λέξη. Υπάρχει λόγος όμως που παρεξηγείται.

Οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στη συνήθεια και στον τρόπο που θέλουμε να ζούμε δεν είναι και τόσο αυστηρά τοποθετημένες, τα όρια είναι δυσδιάκριτα και συχνά χάνουμε την ισορροπία μας στην προσπάθεια να μην πέσουμε στο λάκκο της συνήθειας. Ο Αριστοτέλης μάς σύστησε τις συνήθειες ως «έξεις», είχαν ηθική διάσταση και αφορούσαν  τα μόνιμα στοιχεία του εαυτού μας, που αποκτήθηκαν από επίπονη άσκηση κι επανάληψη συγκεκριμένων ενεργειών. Σήμερα, ο όρος έχει αποκτήσει ψυχολογικό περιεχόμενο, μιλώντας για μία συμπεριφορά που επαναλαμβάνεται και όχι πάντα συνειδητά, αφού πολλές από τις συνήθειές μας γίνονται αυτόματα.

Στην αρχή, παλεύεις να κατακτήσεις τη συνήθεια και μετά κινδυνεύεις να σε κατασπαράξει. Ευθύνεται για πολλές ακατάλληλες σχέσεις που συνεχίζονται, σαν να είναι υγιείς. Μπορεί να είναι ερωτικές, φιλικές ή ακόμα κι επαγγελματικές σχέσεις και δεσμοί, που δε διακόπτονται, γιατί συνηθίσαμε πια. Απ’ την άλλη, το άγνωστο που μας γοητεύει, αλλά μας φοβίζει κιόλας. Όσο κι αν το θέλουμε το απρόβλεπτο και μας γαργαλάει μέσα μας, κάποια στιγμή κουράζεσαι και θες να πας στα γνωστά, σ’ εκείνα που ξέρεις και σε ξέρουν. Εκεί που μπορείς να προβλέψεις τι θα συμβεί, που γνωρίζεις πως θα αντιδράσει ο άλλος και ποια θα είναι η συνέχεια, εκεί που θα εξοικονομήσεις ενέργεια αφού ξέρεις ήδη με ποιον τρόπο να φερθείς και φαντάζεσαι πως θα κυλήσει η μέρα.

Πόσοι και πόσοι άνθρωποι παραμένουν σε εργασιακούς χώρους που αν τους δινόταν η ευκαιρία, θα έφευγαν χθες. Σιχτιρίζουν κάθε μέρα που ξεκινούν να πάνε στη δουλειά, καταβάλλονται ψυχολογικά, αλλά συνεχίζουν και διατηρούν τη θέση τους μόνο και μόνο επειδή συνήθισαν τώρα μωρέ και πού να πάνε να ξεκινήσουν απ΄την αρχή; Και θα ‘ναι καλύτερα; Γιατί τώρα είσαι καλά, περνάς καλά, έχεις αυτό που θέλεις και φοβάσαι μην το χάσεις; Περνώντας ο καιρός όμως και «η δύναμη της συνήθειας» που λένε και όχι αδίκως, σε κατακλύζει, σκέφτεσαι ότι αυτό μπορείς να κάνεις, ότι μέχρι εκεί αξίζεις και δε θα βρεις κάτι καλύτερο. Πείθεις τον εαυτό σου κάθε μέρα και αναζητάς τα θετικά για να κρατηθείς λίγο ακόμα, για να έχεις επιχειρήματα απέναντι στους άλλους που ρωτάνε και στον εαυτό σου που δεν τον κοροϊδεύεις εύκολα. Η συνήθεια σε κάνει να μη βλέπεις καθαρά την πραγματικότητα, σου κόβει τα φτερά, με αποτέλεσμα να μην τολμάς να αλλάξεις και το πιθανότερο να εξελιχθείς κιόλας.

Τομέας φίλοι: εδώ δημιουργούνται τρύπες χωρίς καν να το καταλάβουμε. «Τόσα χρόνια κάνουμε παρέα μωρέ, ‘ντάξει καλό παιδί, έχει κι αυτός τις παραξενιές του, αλλά τί να γίνει, τον συνηθίσαμε πια.» Οι άνθρωποι αλλάζουν, μεγαλώνουν, προχωράνε και δε σου μοιάζουν πια, δεν κολλάτε τόσο πολύ, δε χρειάζεται να συνεχίσεις την παρέα επειδή είστε από μικρά παιδιά μαζί. Γιατί κρατάς αυτό κι όχι ό, τι σε γεμίζει συνέχεια με αρνητική ενέργεια, σου δυσκολεύει την καθημερινότητα και σε παγιδεύει άθελά του ίσως σε μία σχέση που δεν προσφέρει τίποτα σε κανένα σε τελικό απολογισμό. Εσύ σκέφτεσαι πως μετά από τόσα χρόνια, ποιος είναι ο τρόπος να κόψεις το δεσμό; Και άντε τώρα να βγεις προς αναζήτηση νέας παρέας και φίλων, φαντάζει μερικές φορές πιο δύσκολο ακόμα και από την αναζήτηση νέας επαγγελματικής στέγης. Αξίζει τον κόπο όμως, είναι μικρή η ζωή για να βλέπεις κάθε μέρα φάτσες που δε θέλεις.

Ας πάμε όμως και στις ερωτικές σχέσεις και την συνύπαρξή τους με τη συνήθεια. Ξέρεις ζευγάρια που σε κάνουν να αναρωτιέσαι γιατί είναι μαζί αυτοί οι δύο κι ενδεχομένως να αναρωτιούνται κι εκείνοι το ίδιο μέσα τους. Κάποτε αναρωτήθηκες κι εσύ για τον εαυτό σου. Η συνήθεια σκέφτεσαι, μεγάλο πράγμα! Όσο είσαι με τον άλλον, γνωρίζεστε, τον μαθαίνεις και παράλληλα συνηθίζεις τις παραξενιές, τις ιδιοτροπίες του, αυτές που αν σε ρωτούσαν δε θα άντεχες με τίποτα. Γιατί αλίμονο στον άνθρωπο που δεν έχει ελαττώματα. Βλέπεις όμως ότι χάνεις τον εαυτό σου, τον έρωτα, την όρεξη και τη διάθεσή σου. Φοβάσαι όμως να αφήσεις τη σιγουριά, την ασφάλεια και τη συντροφικότητα που σου προσφέρει. Κι ας μη μοιάζει καθόλου αυτό που ζεις με την ουσία αυτής της λέξης, εσύ δεν το καταλαβαίνεις κι εν τέλει δεν τολμάς να βγεις από τη ζώνη ασφαλείας σου.

Προτιμάς αυτό που γνωρίζεις καλά, παρά το ρίσκο για κάτι άλλο που μπορεί να περνάς καλύτερα. Η συνήθεια σκεπάζει τα όσα ακατάλληλα βιώνεις και απ’ την άλλη φοβάσαι να μείνεις μόνος. Η μοναξιά είναι δύσκολο πράγμα και δεν είναι για όλους, άλλοι τη λαχταρούν κι άλλοι την τρέμουν. Αν δεν έχεις μάθει να ζεις μόνος σου, βλέπεις μπροστά σου μόνο απροσπέλαστα εμπόδια και όχι τα όμορφα που μπορεί να σου χαρίσεις με μία θαρραλέα κίνηση κόντρα στην ασφάλειά σου. Λες «με το ταίρι μου κουτσά-στραβά, θα τα καταφέρω», γιατί δε θες όμως να τα καταφέρεις ευθυτενώς και ολοκάθαρα, είτε μόνος σου είτε με κάποιο άλλο ταίρι, λειτουργικότερο για τις ανάγκες και τις επιθυμίες σου;

Η συνήθεια κρύβεται στα πιο μικρά πράγματα, είναι ύπουλη, δεν την αναγνωρίζεις εύκολα. Σου δίνει το προνόμιο να καταβάλλεις μηδενική προσπάθεια ρυθμίζοντας καθημερινά θέματα, έτσι σε γλυκαίνει γιατί μοιάζει να σε ξεκουράζει. Όμως κάποιες συνήθειες είναι για να κόβονται. Ο μύθος λέει πως χρειάζονται 21 ημέρες για να αυτοματοποιήσουμε μία νέα συνήθεια, οι έρευνες όμως συγκλίνουν στις 66 ημέρες. Όπως και να ‘χει, όσο κι αν χρειάζεται, σε μία ζωή που αλλάζει διαρκώς, οι συνήθειες μας γιατί να περιμένουν ίδιες; Λοιπόν, πότε ξεκινάμε;

Συντάκτης: Ελεάννα Μαυροπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου