Φθάνοντας έξω από μια δημόσια τουαλέτα, τα κορίτσια κατευθύνονται από τη μία κατεύθυνση και τα αγόρια από την άλλη. Μήπως όμως κάποιοι μένουν εκτός; Κάποια άτομα στέκονται μπροστά σε αυτόν τον διαχωρισμό αμήχανα, μη γνωρίζοντας ποια είναι η δική τους πλευρά, αφού καμία δε μοιάζει να τους χωρά. Το έχεις αναρωτηθεί ποτέ αυτό; Σκέφτομαι ότι οι ταμπέλες που κρέμονται έξω από τις τουαλέτες και κάθε δημόσιο χώρο που προβαίνει σε αυτόν τον «παραδοσιακό» διαχωρισμό αντικατοπτρίζουν με έναν τρόπο την εποχή, τις αντιλήψεις και τα βαθιά ριζωμένα στερεότυπα. Στις καφετέριες, στα μπαρ, στα μουσεία, στον κινηματογράφο, στα θέατρα, στα πανεπιστήμια, στα εστιατόρια, στα γήπεδα και όπου αλλού μπορείς να φανταστείς, υπάρχει ακόμα αυτός ο διαχωρισμός των δύο φύλων. Ενώ θα ήταν πιο χρήσιμο να αναθεωρήσουν τις παραδοσιακές τουαλέτες -αφού έτσι αποκλείονται κάποιες ομάδες ανθρώπων- και να είναι κοινές για όλα τα φύλα. Μία ταμπέλα «all gender» θα έμοιαζε ίσως πιο ιδανική.

Ας δούμε όμως πώς ξεκίνησε αυτός ο διαχωρισμός, αφού φαίνεται πως νομοθετικά οι διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών αναγνωρίστηκαν με βάση τα φυσικά ανατομικά τους χαρακτηριστικά. Ένας τέτοιος διαχωρισμός στις αρχές του 19ου αιώνα βασίστηκε στην ιδεολογία των «διαφορετικών σφαιρών». Ήταν η εποχή που οι γυναίκες βγήκαν από το σπίτι και το νοικοκυριό, άρα και στην αγορά εργασίας και αυτός ήταν ένας τρόπος της πολιτείας για να προστατευθούν. Κάτι που στη σύγχρονη εποχή μοιάζει αρκετά λάθος, αφού αναγνωρίζονταν οι γυναίκες ως αδύναμο φύλο που χρειαζόταν προστασία. Νομικά ο διαχωρισμός των δύο φύλων στις δημόσιες τουαλέτες ήταν υποχρεωτικός, οπότε για οποιαδήποτε αναθεώρηση, επομένως κάποια αλλαγή κι επανεξέταση στο συγκεκριμένο ζήτημα, είναι απαραίτητη η νομική κάλυψη.

Τον 19ο αιώνα υιοθετήθηκε αυτός ο διαχωρισμός από τις ΗΠΑ, με ειδική νομοθεσία και με πρόσχημα την προστασία των γυναικών, δημιουργώντας διαφορετικές ζώνες μέσα στους δημόσιους χώρους για να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά από τις γυναίκες. Υπήρχε ξεχωριστό δωμάτιο ανάγνωσης το οποίο έπρεπε να ταιριάζει σε ένα ιδιωτικό σπίτι, ώστε να νιώθει η γυναίκα ότι βρίσκεται σε οικείο περιβάλλον. Στη δεκαετία του 1840, δημιουργήθηκε το «βαγόνι κυριών», για αποκλειστική χρήση γυναικών εντός των αμερικανικών σιδηροδρόμων και αργότερα ειδικοί χώροι κι αίθουσες, σε φωτογραφικά στούντιο, τράπεζες, πολυκαταστήματα, ξενοδοχεία.

Αναρωτιέμαι τελικά ποια είναι η οπτική του φύλου μέσα στον δημόσιο χώρο; Με ποιους τρόπους ενσωματώνονται και αναπαράγονται αντιλήψεις για τον προσανατολισμό, το σώμα, το φύλο και τα κοινωνικά στερεότυπα; Η ανάγνωση του χώρου και της πόλης μέσω του φύλου είναι μια οπτική που στηρίζεται στην αντίληψη ότι ο αστικός ιστός δεν είναι ένα λειτουργικό σύστημα για όλους τους ανθρώπους που τον περιβάλλουν, αλλά ένα σύνολο πολύπλοκων κοινωνικών σχέσεων που εντέλει δημιουργούν προβλήματα αντί για διευκολύνσεις. Ο δημόσιος χώρος θα μπορούσε και θα έπρεπε να αποτελεί ένα πεδίο διαλόγου για όλες τις κοινωνικές ομάδες χωρίς τη διάκριση σημαντικών και λιγότερο σημαντικών, πλειοψηφίας και μειοψηφίας και γενικά χωρίς να αποκλείονται και να εξαιρούνται κάποιες, αφού ουσιαστικά δεν αναγνωρίζονται. Είναι αλήθεια και αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι οι χώροι της κοινωνικής και δημόσιας διαβίωσης αποκτούν έμφυλο χαρακτήρα, άλλοτε φιλικό και άλλοτε επίφοβο.

Στην περίπτωση του απόλυτου αυτού διαχωρισμού με την αυστηρή διάκριση των δύο φύλων σίγουρα ο χαρακτήρας αποκτά επίφοβο χαρακτήρα για κάποιες κοινότητες. Τα διαφυλικά άτομα αντιμετωπίζουν άβολα αυτόν τον διαχωρισμό με τα αδιάκριτα αγενή βλέμματα, αλλά και με περιστατικά παρενόχλησης, λεκτικής ή και σωματικής και σίγουρα προβλήματα υγειονομικής φύσεως. Μάλιστα για να αποφευχθούν όλα τα παραπάνω στην Αμερική σε κάποιες πολιτείες υπάρχει online οδηγός που δείχνει πού μπορείς να βρεις εγκαταστάσεις που ο διαχωρισμός μεταξύ των δύο φύλων δεν υπάρχει. Πολλά άτομα μαρτυρούν πως κανονίζουν την ημέρα, οργανώνουν το πρόγραμμα και τη διασκέδασή τους αναλόγως το αν και το πού μπορούν να πάνε τουαλέτα. Αυτή είναι όμως η μία πλευρά, καθώς η άλλη πλευρά η πιο σκοτεινή, φέρει σχολικά συμβούλια να ορίζουν τουαλέτες ξεχωριστές για κάθε φύλο, το οποίο ορίζεται ως η φυσική του κατάσταση, αν είναι δηλαδή αρσενικό ή θηλυκό.

Θεωρητικά και ιδανικά μιλώντας, οι δημόσιοι χώροι θα έπρεπε να συμβάλλουν και να αναβαθμίζουν την ποιότητα ζωής των ανθρώπων που τους περιβάλλουν, να μη στέκονται εμπόδιο αλλά να είναι μία σημαντικά θετική προϋπόθεση που διαφυλάσσει την ψυχική υγεία των πολιτών. Να τους βγάζει από τη δύσκολη θέση, να μην τους απομονώνει, να αναδεικνύει τη διαφορετικότητα κι όχι να την κρύβει πίσω από παλιομοδίτικες ταμπέλες. Αφού αυτή η διάκριση είναι ένα υπαρκτό πρόβλημα, γεγονός που αποδεικνύεται και από μία έρευνα του πανεπιστημίου της Μασαχουσέτης, όπου οι φοιτητές προσδιορίζονται ως κάτι διαφορετικό από αρσενικό ή θηλυκό, αναφέροντας πως το μεγαλύτερο πρόβλημα για όλους ήταν η χρήση της δημόσιας τουαλέτας. Εξάλλου όταν αναφερόμαστε στους ανθρώπους δεν υπάρχει μόνο το άσπρο και το μαύρο.

Κάποιες φορές υπάρχουν φορείς, επιχειρήσεις και άνθρωποι που αναγνωρίζουν την ανασφάλεια και την παρωχημένη αυτή διάκριση μεταξύ των ανθρώπων, αλλά ουσιαστικά δεν μπορούν να αλλάξουν κάτι, αφού η πραγματικότητα είναι πιο περίπλοκη. Στην Νέα Υόρκη οι νόμοι για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, ορίζουν πως η χρήση της τουαλέτας πρέπει να συνάδει με την ταυτότητα του φύλου του κάθε ανθρώπου. Επίσης, στην πράξη υπάρχουν αυστηροί και πολλαπλοί κώδικες που εγκλωβίζουν τις επιχειρήσεις σε οποιαδήποτε αλλαγή αφού υπάρχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις, ανάλογα με τον τύπο του κτιρίου, τη χρονιά που κτίστηκε και άλλα τέτοια πάντα περίπλοκα, γραφειοκρατικά, βαρετά, παρωχημένα και αχρείαστα.

Κάπου εδώ θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι μία λύση θα ήταν η μετατροπή των δημόσιων χώρων σε unisex=ουδέτερες και κάπως έτσι να καταργηθεί αυτός ο διαχωρισμός των φύλων. Κάποιοι βρίσκουν αυτήν την επιλογή παράξενη και κάποιοι άλλοι δραστική για να λυθεί αυτό το αδιέξοδο. Η κοινότητα όμως δεν υποδέχεται με ιδιαίτερο ενθουσιασμό αυτόν τον ορισμό και χαρακτηριστικά αναφέρουν «λέγοντας ότι το φύλο είναι ουδέτερο, είναι σαν να λέμε ότι κάποιος έχει αχρωματοψία. Δεν πρέπει να αρνούμαστε την πραγματικότητα των ανθρώπων. Προσπαθούμε να προβάλουμε τη διαφορετικότητα των φύλων και όχι να την αποκρύψουμε».

Το 2016 πραγματοποιήθηκε ένα ντόμινο εξελίξεων και διαφορετικών αντιμετωπίσεων απέναντι στη φροντίδα των αναγκών των διεμφυλικών ατόμων. Στη Βόρεια Καρολίνα ψηφίστηκε ένας νόμος που επιβάλλει στους ανθρώπους να χρησιμοποιούν μόνο τη δημόσια τουαλέτα που αντιστοιχεί στο φύλο που αναγράφεται στο πιστοποιητικό γέννησής τους, αλλά ο Λευκός Οίκος τοποθετήθηκε αντίθετα σε αυτόν τον νόμο, εκδίδοντας οδηγία που επιτρέπει στους διεμφυλικούς μαθητές να χρησιμοποιούν την τουαλέτα που ταιριάζει με την ταυτότητα φύλου τους. Η αντίδραση σε αυτήν την οδηγία του τότε προέδρου, Μπάρακ Ομπάμα δεν άργησε να έρθει, αφού ένα μήνα αργότερα έντεκα πολιτείες μήνυσαν την κυβέρνηση Ομπάμα έτσι ώστε να εμποδίσουν την ομοσπονδιακή κυβέρνηση από την εφαρμογή αυτής της οδηγίας. Αντιλαμβάνεται κανείς ότι πρόκειται για βαθιά ριζωμένες αντιλήψεις, κοινωνία με παρωπίδες που αρέσκεται στους διαχωρισμούς με αναχρονιστικά κριτήρια, μη λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες των πολιτών.

Καταλαβαίνουμε ότι πριν την ευαισθητοποίηση της κοινωνίας για θέματα προσανατολισμού, ταυτότητας φύλου, τη διαφύλαξη της διαφορετικότητας και την ενσωμάτωση στους κοινωνικούς κύκλους, οφείλουν πρώτα να δημιουργήσουν θεσμικές αποφάσεις και πρωτοβουλίες. Μια καταγραφή των αναγκών που προκύπτουν μέσα από τη διαφορετικότητα και τα καθημερινά προβλήματα που αντιμετωπίζουν, θα μπορούσε να βοηθήσει. Αφού -καλώς ή κακώς- όποιος δε βρίσκεται στη δική τους μεριά, αλλά βρίσκεται και στην ευνοϊκή θέση να μη διχάζεται για το αν θα ακολουθήσει το χαριτωμένο φορεματάκι ή το αλήτικο παντελονάκι, δεν μπορεί εύκολα να μπει στη θέση τους και αν αφουγκραστεί την ανησυχία τους για τις καθημερινές αθέατες δυσκολίες. Η ενίσχυση και η υποστήριξη ατόμων που αποκλείονται κοινωνικά βάσει ψυχρών διακρίσεων είναι αναγκαία. Υπάρχουν τόσες δυσκολίες για αυτά τα άτομα, ας μην είναι και οι δημόσιοι χώροι ένας ακόμα ιδιωτικός μπελάς.

Συντάκτης: Ελεάννα Μαυροπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Ρουσσάκη