Βρίσκεστε με τον/τη σύζυγο στο αμάξι. Διαφωνείτε έντονα επειδή ο καθένας σας έχει διαφορετική άποψη ως προς τη διαδρομή που θα ακολουθήσετε για τον προορισμό σας. «Σταμάτα να μου λες πώς θα πάω», «Αντί να γκρινιάζεις, άκουσέ με». Χάνεται η μπάλα και φαίνεται να μην καταλαβαίνετε ο ένας τον άλλον. Φαντάζει γνώριμο το σκηνικό;

Επικοινωνία το θέμα μας. Από τις πρώτες φυσικές διαδικασίες του ανθρώπου. Μετά τις θεμελιώδεις της επιβίωσης, όπως φαγητό, ύπνος, αναπαραγωγή. Κατατάσσεται στις βασικές λειτουργίες και ανάγκες του ανθρώπου και όχι μόνο. Όντας κοινωνικά πλάσματα, και ερημίτες να είμαστε, η επαφή με τους άλλους είναι πρωτεύον ζήτημα. Έτσι, μαθαίνουμε να επικοινωνούμε σταδιακά.

Βγαίνοντας από την κοιλιά της μητέρας μας, ήδη, το πρώτο που κάνουμε είναι να κλαίμε, σαν ένας τρόπος να εκφράσουμε τη δυσαρέσκειά μας για την τραυματική μετάβαση από το ασφαλές ζεστό περιβάλλον των εννέα μηνών σε τούτο τον ασήκωτο κόσμο. Με τη μάνα ξεκινάει η αλληλεπίδραση. Ή με όποιον είναι ο φροντιστής μας. Για την επιβίωσή μας. Για να εκφράσουμε τις ανάγκες μας: «Πεινάω. Πονάω. Νυστάζω.» Στα πρώτα στάδια, χρησιμοποιούμε ήχους και αφή, με κάπως άγριες διαθέσεις και η απάντηση που λαμβάνουμε ως μωρά στα αιτήματά μας, αν είμαστε τυχερά, είναι χάδι, αγκαλιά, τραγούδι, παιχνίδι.

Μεγαλώνοντας, μαθαίνουμε να επικοινωνούμε κυρίως χρησιμοποιώντας λέξεις. Μπορούμε πια να δώσουμε όνομα στις πληροφορίες που θέλουμε να μοιραστούμε, στις σκέψεις και τα συναισθήματά μας. Μπορούμε να το κάνουμε προφορικά, γραπτά, με την κίνηση. Η επικοινωνία μας γίνεται ο χαρακτήρας μας. Ο χαρακτήρας μας γίνεται η επικοινωνία μας. Η συμπεριφορά μας. Είναι κάτι που εκδηλώνουμε, ως πομπός, μια δεδομένη στιγμή σε κάποιον δέκτη. Είναι τα λόγια αλλά και ο τρόπος που τα εκφράζουμε.

Επικοινωνούμε κάθε στιγμή. Δε γίνεται αλλιώς. Ακόμα κι όταν νομίζουμε ότι δεν το κάνουμε, καθώς δε βγαίνει λέξη από το στόμα μας. Στη σιωπή. Στο eye contact ή στην αποφυγή του. Καθώς πέραν της λεκτικής επικοινωνίας, υπάρχει η μη λεκτική, η οποία συχνά είναι πιο εκκωφαντική και αυθεντική. Το σώμα, ως γνωστόν, δεν ψεύδεται.

Δυο άνθρωποι που θα βρεθούν σε έναν ίδιο χώρο, εκδηλώνουν ένα είδος επικοινωνίας. Ακόμα κι αν συμβαίνει ασυνείδητα. Υπάρχει αλληλεπίδραση. Και το είδος αλληλεπίδρασης καθορίζει και το είδος της σχέσης τους. Αναλόγως αν είμαστε με οικογένεια, φίλους, γνωστούς, συναδέλφους, συντρόφους. Τι γίνεται, λοιπόν, όταν είμαστε ενήλικες πια και μπαίνουμε σε σχέσεις;

Στο τεράστιο αυτό ζήτημα, σκάει σαν απάντηση, στη δεκαετία του ενενήντα, η Θεωρία Διαφοροποίησης (Genderlect Theory). Επικεφαλής η Deborah Tannen, καθηγήτρια γλωσσολογίας και συγγραφέας, η οποία ενδιαφέρθηκε από κοντά να ψάξει τι συμβαίνει και δε συνεννοούμαστε μεταξύ μας οι άνθρωποι. Και γιατί, τέλος πάντων, γυναίκες και άντρες παραπονιόμαστε, καθένας από την πλευρά μας, ότι δεν καταλαβαινόμαστε.

Η Tannen υποστηρίζει πως άνδρες και γυναίκες έχουμε ριζικά διαφορετική προσέγγιση στην επικοινωνία. Ότι χρησιμοποιούμε την ομιλούμενη γλώσσα διαφορετικά. Και καθώς κάθε φύλο ερμηνεύει διαφορετικά λόγω κοινωνικών και πολιτισμικών παραγόντων, οδηγούμαστε συχνά σε παρεξηγήσεις στις διαπροσωπικές μας σχέσεις. Εξηγεί πως όλο αυτό ξεκινάει από την κοινωνικοποίησή μας στην πιο τρυφερή ηλικία. Εκεί όπου οι ρόλοι μας στην κοινωνία μοιράζονται σύμφωνα με τα πρότυπα. Όπου το αγόρι μαθαίνει να είναι αγόρι, και το κορίτσι να είναι κορίτσι. Με ό,τι συνεπάγεται αυτό.

Η χρήση του λόγου που κάνουμε αντικατοπτρίζει το φύλο μας και επισημαίνει την ισχύ μας ανάλογα τον ρόλο μας, ως φύλο, στην κοινωνία στην οποία βρισκόμαστε. Ο άντρας χρησιμοποιεί την επικοινωνία και τον λόγο για επιβολή, δίνει έμφαση στην ανεξαρτησία, ενώ η γυναίκα για να χτίσει στενές σχέσεις, δίνει έμφαση στην αλληλεξάρτηση. Πιο απλά, εκφραζόμαστε εντελώς διαφορετικά επειδή έτσι μας έμαθαν. Και όταν πάμε να κάνουμε κουβέντα και να βρούμε σημείο επαφής, αδυνατούμε να καταλάβουμε ο ένας τον άλλον. Στο μυαλό μας η ερμηνεία συντελείται με παντελώς αλλιώτικο τρόπο.

Κάποια δείγματα της θεωρίας όπως τα παρακάτω μας βοηθούν να κατανοήσουμε τον λόγο που δεν έχουμε την επιθυμητή ανταπόκριση από τον συνομιλητή μας:

• Η γυναίκα όταν επικοινωνεί το πρόβλημα που την απασχολεί, αναζητά στήριξη.
• Ο άντρας, στην αντίστοιχη περίπτωση, αναζητά λύση.
• Ο άντρας που επικοινωνεί, είναι κυρίως για να μοιραστεί πληροφορία.
• Η γυναίκα για να χτίσει επαφή και βαθιά σύνδεση.
• Η γυναίκα τείνει να χρησιμοποιεί και να ανταποκρίνεται σε ενθάρρυνση και συμβουλές.
• Ο άντρας, αντιθέτως, θέλει ξεκάθαρο αίτημα για να δράσει. Αλλιώς αισθάνεται πως χειραγωγείται και αντιδρά.
• Ο άντρας θεωρεί πολύ σημαντικό το κοινωνικό και επαγγελματικό στάτους. Έτσι, θα εξαντλήσει τις επικοινωνιακές του ανάγκες εκεί έξω.
• Η γυναίκα, αντιστρόφως, εκφράζεται λιγότερο προς τα έξω, κι αναζητά την επικοινωνία εντός σπιτιού. Έτσι χτίζεται οικειότητα και σύνδεση.

Ανεξάρτητα από το αν συμφωνούμε ή όχι με τα λεγόμενα της Tannen, μπορούμε να παραδεχτούμε πως, ξεπερνώντας το σεξιστικό υπόβαθρο ενδεχομένως να υπάρχει μια βάση. Πως τα στερεότυπα που έχουν ριζώσει και οι κοινωνικές «φορεσιές» των φύλων προέρχονται κυρίως από την αδυναμία μας να αντιληφθούμε διαφορετικά από ό,τι μας έμαθαν. Και πως τελικά αναπαράγουμε όσα αποτυπώθηκαν μέσα μας ως εξαιρετικοί μιμητές.

Η Deborah Tannen παρέβλεψε, βέβαια, το γεγονός ότι είμαστε ρευστά όντα. Και πως πλέον, συντελείται —ή τουλάχιστον έχει ξεκινήσει— η αποδόμηση φύλων και ρόλων. Απώτερος σκοπός ας είναι η πρόθεση για επικοινωνία και επαφή ως ανθρώπινα όντα πάνω από όλα. Ώστε τελικά να διαπιστώσουμε πως αυτά που μας χωρίζουν, πέραν των λέξεων, είναι πολύ λιγότερα από αυτά που μας ενώνουν.

Συντάκτης: Pierrette Fortin