Κάθεσαι ήρεμα και ωραία και απολαμβάνεις το καφεδάκι σου, μέχρι που χτυπάει το κινητό. Η μάνα σου. Παίρνεις μια βαθιά ανάσα για κουράγιο και απαντάς. Τι το ‘θελες; Ούτε τι κάνεις δε σε ρώτησε. Πέρασε κατευθείαν στο ψητό. Έλαβε πρωί-πρωί προσκλητήριο γάμου από την ξαδέρφη της που παντρεύει το καμάρι της και της άναψαν τα λαμπάκια. Όλα. Σε πήρε τηλέφωνο και έβαλε τη γνωστή κασέτα να παίξει. Πότε θα παντρευτείς να σε καμαρώσει και εκείνη, να νοικοκυρευτείς, να ραφτεί -ναι το είπε και αυτό-, να καλέσει τη συννυφάδα από το χωριό που της έχει και υποχρέωση και άλλα παρεμφερή, κουραστικά και χιλιοειπωμένα. Μόλις σταματήσει για να πάρει ανάσα πετάς ένα «έχω δουλειά θα σε πάρω σε λίγο» και κλείνεις.

Φυσικά και δεν την καλείς ξανά, τουλάχιστον για τις επόμενες 3-4 μέρες. Της το έχεις πει αμέτρητες φορές, το έχεις αναλύσει ήρεμα, με επιχειρήματα, το έχεις πει ουρλιάζοντας, δε λέει να το καταλάβει. Μόνο χαρτί γιατρού δεν της έχεις πάει, το οποίο να επιβεβαιώνει την αλλεργία βαριάς μορφής που έχεις στην ημέρα του γάμου. Και όχι μόνο στην ημέρα του περιβόητου γεγονότος, αλλά και σε ό,τι προηγηθεί.

Δεν είναι ότι δε θες να παντρευτείς ή να δημιουργήσεις τη δική σου οικογένεια (είναι ανεξάρτητο το ένα από το άλλο έτσι κι αλλιώς), ούτε φτύνεις τον κόρφο σου κάθε φορά που σου εύχονται «και στα δικά σου» –τη συγκεκριμένη ευχή απλά την έχεις βαρεθεί. Το τυπικό μέρος είναι που δε γουστάρεις. Τη διαδικασία του γάμου, από τις μπομπονιέρες μέχρι τα γλέντια και τις φωτογραφήσεις. Να βρεθεί το ονειρεμένο νυφικό, το τέλειο κουστούμι, οι πρωτότυπες προσκλήσεις, τα σπάνια και δυσεύρετα λουλουδικά και να καλέσεις τον κάθε άσχετο ξεχασμένο συγγενή.

Δε θυμάσαι πώς και πότε σου προέκυψε όλο αυτό. Σαν πιτσιρίκι σου άρεσε να πηγαίνεις σε γάμους -για την ακρίβεια ήταν η καλύτερή σου- και παρομοίαζες τη νύφη με τη βασίλισσα της βραδιάς, έπαιζες, χόρευες, έτρωγες και κυρίως ξενυχτούσες. Όλοι ήταν χαρούμενοι και γλεντούσαν, έτσι συνέδεσες το γάμο με θετικές αναμνήσεις συνεπώς, δε γινόταν να μη σου αρέσει.

Στην πορεία κάτι στράβωσε. Ίσως έπεσες από το συννεφάκι στο οποίο ζούσες μέχρι πρότινος και αντίκρισες την πραγματική ζωή και έτσι διαμορφώθηκε η μετέπειτα άποψή σου. Και ποια είναι αυτή; Ο γάμος, είτε θρησκευτικός είτε πολιτικός, είναι μια καλοστημένη παράσταση, με τους πρωταγωνιστές να λάμπουν από τα glitter, το μακιγιάζ και τον ιδρώτα μέσα στα ακριβοπληρωμένα κοστούμια τους, τους δευτεραγωνιστές να λάμπουν για τους ίδιους λόγους και να κορδώνονται για τα πάντα, τους κομπάρσους να σχολιάζουν όλο το concept και να ανυπομονούν για το φαΐ και τους συντελεστές να τρίβουν τα χεράκια τους με τις πωλήσεις και ενοικιάσεις που πραγματοποίησαν. Ποιο το νόημα λοιπόν; Μήπως χάνεται η ουσία;

Η ημέρα του γάμου σου πρέπει να είναι η πιο όμορφη και ξεχωριστή στιγμή της ζωής σου, επειδή επιλέγεις να ενωθείς και να συμβιώσεις με τον άνθρωπο που αγαπάς και σέβεσαι. Αυτή τη μέρα πλέον την έχουν μετατρέψει, με συστηματική πλύση εγκεφάλου, σε ημέρα διαφήμισης, καταπίεσης και άγχους για να γίνουν όλα σωστά και το αποτέλεσμα να είναι τέλειο. Πώς ακριβώς θα σε κάνουν ευτυχισμένο μερικά υλικά αγαθά και 300 άτομα, αν δε μπορεί να σε γεμίσει η παρουσία μόνο του ενός; Είναι υπόθεση για δυο και ο ντελάλης δε χωράει.

Έχεις ενστερνιστεί τη νοοτροπία ότι οφείλεις να μοιραστείς τη χαρά σου με φίλους, γνωστούς και συγγενείς. Στην ουσία μετατρέπεις, εν αγνοία σου, κάτι τόσο σημαντικό σε υποχρέωση και πορεύεσαι με το «τι θα πει ο κόσμος αν δεν καλεστεί;». Πόσοι από αυτούς που θα παραβρεθούν θα παρατηρήσουν και θα νιώσουν τη συγκίνησή σου και πόσοι θα βγάζουν selfie ενώ εσύ ρίχνεις τα θεμέλια για τη μετέπειτα ζωή σου; Λίγοι θα προσέξουν την ευτυχία στο πρόσωπό σου και πολλοί τον ατυχή συνδυασμό πέπλου-νυφικού και γραβάτας-κοστουμιού.

Καθώς περνούν τα χρόνια έχει εξελιχθεί σε ένα εμπορικό γεγονός με μόνο σκοπό το φαίνεσθαι. Γιατί να κάνεις επίδειξη της δημοτικότητας, του γούστου και των χρημάτων σου σε μια τόσο ιδιαίτερη και προσωπική στιγμή; Κάν’ το σε μια έξοδο σου και όχι τη στιγμή που θα ευλογείσαι ενώπιον Θεού –ή Δημάρχου, δική σου επιλογή.

Αν η απλή συμβίωση χωρίς χαρτιά και υπογραφές δε σου φτάνει, και θέλεις να πάρεις την ευλογία Του ή απλά θέλεις να δέσεις και νομικά πλέον το σύντροφό σου, αλλά απεχθάνεσαι το πανηγύρι, κάν’ το χωρίς τα φρούφρου κι τα αρώματα. Το ζευγάρι, οι κουμπάροι και ο άνθρωπος που θα τελέσει τη διαδικασία είναι οι απαραίτητοι και είναι αρκετοί.

Κι αν θες να γιορτάσεις το νέο ξεκίνημα κάν’ το χαλαρά ένα βραδάκι σε μια ταβέρνα μόνο με τους ανθρώπους, που ξέρεις καλά ότι θα χαρούν με την ευτυχία σου και δε θα υπάρχει ίχνος ζήλιας και κακίας.

Θυμήσου το νόημα και νιώσε τη στιγμή με τον άνθρωπό σου χωρίς παρεμβολές και ανούσιες παρεξηγήσεις μεταξύ συγγενών και φίλων. Ο γάμος δεν είναι γιορτή. Είναι μια τελετή, ένα μυστήριο, μια κοινωνική σύμβαση και μια πνευματική ένωση που οδηγεί στη δημιουργία μιας οικογένειας.

 

Eπιμέλεια Κειμένου Ελεονόρας Κοκκίνη: Σοφία Καλπαζίδου

Συντάκτης: Ελεονόρα Κοκκίνη