Ήταν βράδυ. Το αεράκι απαλό κι ο ήχος της θάλασσας το μόνο που ακούγονταν. Καθόταν και με κοίταζε σιωπηλός καθώς αναπολούσα τα όσα είχαν συμβεί.

«Εσένα περίμενα όταν την είδα πρώτη φορά. Θυμάσαι που είχες αργήσει; Της άναψα φωτιά για το τσιγάρο και τη ρώτησα «Πιστεύεις στον έρωτα με την πρώτη ματιά;» Τόσο ηλίθια η ατάκα μου. Τόσο ηλίθιος γινόμουν πάντα όταν ήμουν γύρω της. Απ’ την πρώτη στιγμή.»

Τρία ολόκληρα χρόνια πέρασαν από εκείνη τη στιγμή. Εκείνη την καταραμένη πρώτη στιγμή που την είδα. Δε λέω ότι δεν υπήρχαν καλές στιγμές. Λέω απλά ότι οι κακές ήταν περισσότερες. Αποκορύφωμα οι τελευταίοι καβγάδες. Λόγια με στόχο να πονέσουν τον άλλον. Λες και, τελικά, ήμασταν δυο άσπονδοι εχθροί. Και τώρα; Τώρα τέλος. Πετάξαμε τα πάντα στα σκουπίδια κι εμείς μείναμε κενοί. Δύο κενοί άνθρωποι που στόχο πλέον έχουν μόνο να καταφέρουν να ορθοποδήσουν ξανά.

«Το μόνο που θέλω, φίλε μου, είναι να γυρίσω τον χρόνο πίσω. Να βρω αυτό το μαγικό κουμπάκι που τα σβήνει όλα. Να μην τη γνώριζα ποτέ. Να μην είχε μπει ποτέ στη ζωή μου.»

Κι εκείνη τη στιγμή, κάπου στον σκοτεινό ουρανό, ένα αστέρι έπεσε. Κι ο χρόνος γύρισε.

Πόσοι από εμάς, κάποια στιγμή στη ζωή μας, δεν έχουμε ευχηθεί κάτι αντίστοιχο εξαιτίας ενός έρωτα που δεν πήγε καλά;

Ας είμαστε ειλικρινείς. Κι εγώ το έχω κάνει, λογικά κι εσύ το ‘χεις κάνει κι όλοι μας. Κι αν υπάρχει κάποιος που δεν το ‘χει πει ακόμη, και πάλι θα ‘ρθει κάποτε αυτή η αναθεματισμένη στιγμή που θα την κάνει κι αυτός την ευχούλα του. Κι αυτό γιατί η ζωή δεν έρχεται πάντα όπως την ονειρευόμαστε και κάποιες καταστάσεις μπορεί να μας πληγώσουν παραπάνω από όσο –πιστεύουμε– μπορούμε να αντέξουμε. Θα θέλαμε, όμως, πραγματικά να συνέβαινε κάτι τέτοιο; Να γύριζε ο χρόνος πίσω; Να έσβηναν όλα;

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το ποιοι είμαστε σήμερα είναι καθαρά αποτέλεσμα των όσων έχουμε ζήσει. Η κάθε σκέψη μας, η κάθε αντίδρασή μας, η κάθε στιγμή που ζούμε, είναι ένα συνονθύλευμα όλων των μικρών ή μεγάλων αποφάσεων που ‘χουμε πάρει στο παρελθόν. Ποιοι θα ήμασταν σήμερα χωρίς αυτές τις αποφάσεις; Χωρίς τους ανθρώπους που πέρασαν απ’ τη ζωή μας; Και, κυρίως, μπορούμε να ‘μαστε σίγουροι ότι αν μπορούσαμε να διαγράψουμε αυτή τη μία κατάσταση, το ένα πρόσωπο, που μας πόνεσε, όλα θα ήταν καλύτερα τώρα;

Μη γελιόμαστε. Οι περισσότεροι από εμάς αν, όντως, είχαμε την ευκαιρία να πάμε τον χρόνο πίσω στη στιγμή που τα καθόρισε όλα, θα κάναμε ακριβώς την ίδια επιλογή. Και θα την κάναμε επειδή άσχετα με το πού κατέληξε, τελικά, η σχέση, το ταξίδι ήταν μαγικό. Οι μεγαλύτεροι έρωτες δεν είναι –πάντα– αυτοί που κρατάνε όσο διαρκεί ένα «για πάντα». Οι μεγαλύτεροι έρωτες είναι, καμία φορά, αυτοί που μας σημαδεύουν πιο βαθιά.

Σκέψου το άτομο εκείνο και πες με το χέρι στην καρδιά: Αντέχεις να μην το είχες γνωρίσει ποτέ σου; Θα αρνιόσουν μερικά απ’ τα δυνατότερα συναισθήματα της ζωής σου, απλά και μόνο επειδή το τέλος δεν ήταν αυτό που ήθελες; Αν απάντησες «ναι», τότε έχεις πολλή δουλειά μπροστά σου. Όχι για να καταφέρεις να ξεπεράσεις αυτό που τόσο σε πόνεσε, αλλά για να καταφέρεις να τα βρεις με τον εαυτό σου.

Πραγματικά ελεύθερος από ό,τι σε πλήγωσε θα ‘σαι μόνο όταν καταφέρεις να υψώσεις το ανάστημά σου και να φωνάξεις στον εαυτό σου πως, όχι, δε θα άλλαζες τίποτε από όλα αυτά. Ούτε μισό δευτερόλεπτο. Κι όχι επειδή δεν πληγώθηκες, αλλά επειδή κάποια πράγματα αξίζει να τα ζούμε στο έπακρο, με οποίο τίμημα.

Αν ακόμη θέλεις να γυρίσεις τον χρόνο πίσω, θα σου παραθέσω το τελευταίο μου επιχείρημα. Υπάρχουν δύο ενδεχόμενα για την ιστορία σου. Είτε την εν λόγω στιγμή θεώρησες ότι η απόφαση που παίρνεις είναι η σωστότερη είτε κάτι μέσα σου σού έλεγε ότι είναι λάθος, αλλά εσύ ήθελες πολύ να το δοκιμάσεις. Αν ισχύει το πρώτο σενάριο τότε είτε γύριζες τον χρόνο πίσω είτε όχι θα έπαιρνες ακριβώς την ίδια απόφαση. Γιατί πολύ απλά τη θεώρησες σωστή. Έστω, όμως, ότι ισχύει το δεύτερο σενάριο. Το ένστικτό σου σού λέει ότι κάτι δεν πάει καλά. Οι συνθήκες δεν ευνοούν. Το σκέφτεσαι λίγο καλύτερα αυτή τη φορά και κάνεις πίσω. Θέλεις, όντως, να ζήσεις την υπόλοιπη ζωή σου με την απορία του τι θα μπορούσε να ‘χε συμβεί;

Ξύπνησα απ’ τον επίμονο ήχο του κινητού.

«Ναι;»

«Σε μισή ώρα θα ‘μαι εκεί. Μην αργήσεις.»

Σηκώθηκα απρόθυμα κι άρχισα να ετοιμάζομαι. Το κεφάλι μου βαρύ, έτοιμο να σπάσει. Γύρω μου σκοτάδι. Μα καλά, τι έχει συμβεί; Τι ώρα είναι; Ποτέ πήγε βράδυ; Δε θυμάμαι καθόλου πώς γύρισα σπίτι χθες. Φαντάσου τι ήπιαμε πάλι.

Ετοιμάστηκα και πήγα στο μπαράκι που πηγαίναμε πάντα. Έριξα μια μάτια γύρω μου, αλλά δεν τον είδα. Ε, βέβαια, σιγά μην ερχόταν στην ώρα του. Και λέει για εμένα μετά. Έκατσα στην μπάρα, παρήγγειλα το ποτό μου και τον περίμενα. Δίπλα μου, μια κοπέλα παλεύει να ανάψει τσιγάρο. Τι μάτια είναι αυτά!

Της προσφέρω φωτιά και της λέω «Πιστεύεις στον έρωτα με την πρώτη μάτια;».

Όχι, δεν είναι ούτε κάρμα ούτε πεπρωμένο. Είναι έρωτας. Κι όταν ο έρωτας είναι να μας βρει, θα μας βρει -όσο κι αν θελήσουμε να του ξεφύγουμε.

Συντάκτης: Μαρία Ρουσσάκη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη