Ρίχνοντας μια ματιά στις ζωές μας και των οικείων άλλων δεν είναι δύσκολο να αντιληφθούμε πως κάθε φορά που ένας άνθρωπος ερωτεύεται ακολουθεί την πεπατημένη, έναν δικό του οδηγό χρήσης για τη σχέση που ξεκινά και το πώς αυτή θα εξελιχθεί, ίσως ακόμη και το πώς θα λήξει. Και βάζουμε πάντα τις ίδιες ταμπέλες, προσέχουμε τις ίδιες λεπτομέρειες, οργανώνουμε τα ίδια πράγματα. Κάνουμε τις ίδιες εκπλήξεις και λέμε τα ίδια λόγια (ίσως να δίνουμε και τα ίδια χαριτωμένα παρατσούκλια) για να δείξουμε τον έρωτά μας στον άλλο.

Κάνουμε, λοιπόν, το συναίσθημα ένα επιτραπέζιο παιχνίδι καλά οργανωμένης στρατηγικής σε μία εποχή που δεν ταιριάζει καθόλου επιπλέον οριοθέτηση και τάξη, μιας κι όλη μας η ζωή περιβάλλεται από πιεστικά προγράμματα κι ασφυκτικές ρουτίνες.

Ξεχνάμε την ομορφιά (και το απρόβλεπτο) της διαφορετικότητας από άνθρωπο σε άνθρωπο κι ακολουθούμε ακόμα και στο παιχνίδι της έλξης το ίδιο καλά διαβασμένο μας ποίημα. Υποτιμάμε έτσι κάθε νέο άνθρωπο που μπαίνει στη ζωή μας, τσουβαλιάζοντάς τον, αλλά κυρίως υποτιμάμε τον εαυτό μας, καταδικάζοντάς τον να ζει απ’ την αρχή τις ίδιες ιστορίες, πάντα προορισμένες να τελειώνουν.

Είναι εξαιρετικά άδικο να φερθείς στο νέο σου καρδιοχτύπι όπως στο προηγούμενο, χωρίς να μπεις στη διαδικασία να το εκτιμήσεις γι’ αυτό το αλλιώτικο που ‘χει να σου προσφέρει, κι είναι πολύ κρίμα για ‘σένα να πατρονάρεις το συναίσθημά σου, χάνοντας κάθε συγκίνηση που θα μπορούσε να σου προσφέρει ο αυθορμητισμός σου. Δεν αφήνεσαι, δεν παραδίνεσαι, στην ουσία δε νιώθεις. Ζεις απλά μια επανάληψη με άλλο συμπρωταγωνιστή.

Και κάπως έτσι ξεκινάνε σχέσεις με μία καθορισμένη νόρμα, εξαρχής τελειωμένες, αφού ακολουθούν ένα πρότυπο που περιέχει την εισαγωγή, το κυρίως θέμα μα μοιραία και τον επίλογο.

Ίσως αυτή μας η τάση να συντηρείται από εξωγενείς παράγοντες που ενδόμυχα επηρεάζουν τον συναισθηματισμό και την κρίση μας, όπως οικογένεια, η ζωή μας μέχρι τώρα, τα προσωπικά μας βιώματα κι ούτω καθεξής.

Το ενδεχόμενο να αφεθούμε σε έναν άγνωστο καινούριο κόσμο στον έρωτα μας φοβίζει και συνεπώς ο φόβος μας αυτός απλώνεται σ’ ένα φόβο απόρριψης που μας καθιστά δειλούς και συγκρατημένους ή στο φόβο να μην τα θαλασσώσουμε σε ένα ερωτικό παιχνίδι, βυθίζοντάς μας έτσι στην απόλυτη αδράνεια. Δεν παίζουμε, λοιπόν, καν για να μη χάσουμε.

Ας ξεχάσουμε, λοιπόν, συνταγές, που ούτως ή άλλως ποτέ δε μας βγαίνουν ακριβώς κι ας ξεκινήσουμε να ερωτευόμαστε χωρίς κανόνες και πατήματα, αβίαστα και μαγικά. Να αφήνουμε κάθε φορά τους φραγμούς μας, τις δεύτερες σκέψεις μας, τις προσδοκίες και τα δεδομένα μας μαζί μ’ αυτά που ήδη γνωρίζαμε πίσω μας και να δίνουμε στον εαυτό μας μία ευκαιρία να ανοίξει το βλέμμα του πιο πέρα από εκεί που τα μάτια μας επιτρέπουν, μήπως νιώσουμε πιο βαθιά κι αυθεντικά.

Με κάθε καινούργια είσοδο στη ζωή μας να ξεχνάμε τα παλιά, να πηγαίνουμε κόντρα σε όσα ήδη ζήσαμε πριν και να προσπαθούμε να κατανοήσουμε πως αυτός ο νέος άνθρωπος είναι ένας νέος ανεξερεύνητος κόσμος και μία νέα ευκαιρία για ευτυχία.

Να ερωτευόμαστε διαφορετικά, κάθε φορά και πιο απελευθερωμένα, πιο τολμηρά, πιο βαθιά. Και να σκίζουμε θάλασσες και να τα πατάμε τα εμπόδια και να δίνουμε τον καλύτερό μας εαυτό και την πιο γνήσια εκδοχή μας, με σημαία μας την παρόρμηση. Το συναίσθημα δε θέλει σκέψη. Κι ας μη μας βγει ούτε αυτή τη φορά, τουλάχιστον θα ‘χουμε ζήσει το αλλιώτικο, θα ‘χουμε αποκτήσει μια εμπειρία, αμίμητη κι ανεπανάληπτη.

Να ερωτεύεσαι λοιπόν πρωτότυπα, αλήτικα, διαφορετικά, γιατί αν κάτι αρμόζει περισσότερο στον έρωτα είναι το θάρρος να καλωσορίζεις το νέο με ελπίδα και να πατάς τον φόβο και τα όρια, πηγαίνοντας κάθε φορά πιο μακριά από ‘κει που νόμιζες πως μπορείς να φτάσεις.

Συντάκτης: Δέσποινα Δημησιάνου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη