Το να αγαπά κανείς τον εαυτό του αναγνωρίζοντας εκτός από τα ελαττώματα και τα προτερήματά του θα έπρεπε να είναι όχι απλώς θεμιτό αλλά στοιχειώδες. Αντιθέτως ζούμε σε έναν κόσμο τόσο ενοχικό και γεμάτο ανασφάλειες, τις οποίες δεν ξέρει καν πώς να διαχειριστεί, που το να αναγνωρίζει κανείς τα όμορφα χαρακτηριστικά του καταλήγει τουλάχιστον παρεξηγήσιμο.

Μέσα σε μια κοινωνία όπου άνθρωποι γεμάτοι συμπλέγματα υιοθετούν συμπεριφορές μεγαλομανίας ώστε να κρύψουν τον εσωτερικό τους πόλεμο, μέσα σε μια κοινωνία όπου οι πραγματικά άξιοι άνθρωποι έχουν μάθει να κάνουν ησυχία λόγω της ευγενικής τους φύσης με αποτέλεσμα πολλές φορές το καπέλωμά τους από ανούσιες φωνές, όποιος τολμήσει να σταθεί συνειδητοποιημένος απέναντι και στα θετικά του στοιχεία κινδυνεύει να χαρακτηριστεί νάρκισσος γιατί πολύ απλά το μοντέλο του ναρκισσιστή μας είναι κάτι πιο οικείο από εκείνο του συνειδητοποιημένου που τα έχει καλά με την ψυχή του.

Κάπως έτσι όμως πέφτουμε σε ένα μεγάλο σφάλμα διότι η αυτοπεποίθηση κι ο ναρκισσισμός είναι δυο διαφορετικά πράγματα που μόνο με την πρώτη ματιά ίσως θα μπορούσε κανείς να τα συνδέσει στεκόμενος ωστόσο στην επιφάνεια. Ο ναρκισσισμός είναι μια κατάσταση ψυχοπαθολογική που στο βάθος της κρύβει πολλές πιθανές αιτίες ριζωμένες στο υποσυνείδητο του ανθρώπου. Αιτίες που συνήθως έχουν να κάνουν με κενά τα οποία ο ναρκισσιστής προσπαθεί είτε να κρύψει είτε να επιβεβαιώσει μέσω της συμπεριφοράς του. Άλλοι αποζητούν την επιβεβαίωση και τον θαυμασμό λόγω έλλειψης προσοχής από το οικογενειακό τους περιβάλλον όσο ακόμη ήταν παιδιά. Άλλοι έχουν μάθει έτσι να εδραιώνουν το υψηλό κοινωνικό status που κληρονόμησαν επίσης από μία οικογένεια συνήθως μεγαλομανών. Άλλοι πασχίζουν να αποδείξουν πως είναι κάτι παραπάνω από άξιοι διότι στην παιδική τους ηλικία είχαν να αντιμετωπίσουν υπερβολικά απαιτητικούς γονείς που δε δέχονταν τίποτε λιγότερο από ένα παιδί θαύμα. Κι αυτές είναι μόνο λίγες από τις πιθανές αιτίες εκδήλωσης ναρκισσιστικής συμπεριφοράς.

Ο ναρκισσιστής χαρακτηρίζεται από αναλγησία, ανάγκη για θαυμασμό, χειριστική συμπεριφορά, έλλειψη ευγένειας, αλαζονεία, εγωκεντρισμό, δεν αποδέχεται την ήττα ή την κριτική και σε ακραίες περιπτώσεις δολιότητα μιας και δε θα διστάσει να σαμποτάρει κάποιον αν πρόκειται αυτό να του εξασφαλίσει κάποια νίκη. 

Ωστόσο όση αυτοπεποίθηση κι αν αποπνέουν τα συγκεκριμένα άτομα κάπου μέσα τους στην πραγματικότητα ελοχεύει η ανασφάλεια. Διότι κανείς πραγματικά συνειδητοποιημένος άνθρωπος δεν έχει ανάγκη να δείχνεται τόσο ή να ρίχνει άλλους για να ανέβει ο ίδιος διψώντας διαρκώς για επιβεβαίωση. Ξέρει ποιος είναι, τι αξίζει και κάνει το καλύτερο που ο ίδιος μπορεί ώστε να το πετύχει χωρίς παρεμβολές τρίτων ή τρικλοποδιές σε τρίτους. Σπανίως νοιάζεται για την άποψη των άλλων ένας άνθρωπος που τα έχει καλά με τον εαυτό του και μια καλοπροαίρετη κριτική όχι μόνο δε θα τον πειράξει αλλά θα αποτελέσει αφορμή ώστε να γίνει ακόμη καλύτερος.

Έχουμε συνδέσει παρ’ όλα αυτά τη μετριοφροσύνη με συμπεριφορές μετριοπάθειας κρυμμένοι πίσω από το δάχτυλό μας λες κι είναι μεμπτό κάποιος να παραδέχεται ότι είναι σε κάτι καλός όταν εξίσου μπορεί άνετα να παραδεχτεί πως δεν είναι αρκετά καλός σε κάποιον άλλον τομέα. Θαρρείς κι ένας άξιος άνθρωπος θα πρέπει διαρκώς είτε να υποτιμά τον εαυτό του στα μάτια των άλλων ώστε να θεωρηθεί ταπεινός είτε όταν το φέρνει η κουβέντα να το παίζει ανήξερος ως προς τα ταλέντα του και τα προτερήματά του.

Έχουμε μπερδέψει την αυτοπροβολή σε κάθε ευκαιρία με την παραδοχή -όταν χρειαστεί- των δυνατοτήτων μας ή των όμορφων χαρακτηριστικών μας. Ακόμη και για την εξωτερική εμφάνιση ή τις επιτυχίες στον ερωτικό τομέα θεωρείται απαράδεκτο το να έχει κανείς επίγνωση πως είναι γοητευτικός. Λες κι είναι πιο ειλικρινές το να αμφισβητεί κανείς όσες φιλοφρονήσεις δέχεται μην τυχόν και του κοτσάρουν την ταμπέλα του ψωνισμένου.

Ε, λοιπόν, όχι κύριοι. Είναι μεγάλη μαγκιά το να ξέρει κανείς ποιος είναι, τι κάνει, πόσο μπορεί, πόσο δεν μπορεί, πόσο θα μπορούσε, πόσο θέλει, πόσο μετράει, πού το ‘χει, πού δεν το ‘χει κι όλα τα παραπάνω να τα διαχειρίζεται συνειδητοποιημένα με τα πόδια στο έδαφος χωρίς ούτε να τα κρύβει από ενοχή ούτε να τα προβάλει διαρκώς από μεγαλομανία κι ανασφάλεια. Αγαπάω τον εαυτό μου σημαίνει των γνωρίζω, τον δέχομαι, τον αντιμετωπίζω όπου χρειαστεί και δουλεύω μαζί του για να γίνομαι κάθε μέρα και καλύτερος άνθρωπος. Δε χρειαζόμαστε ούτε τις ψευτο-ταπεινότητες για να αποδείξουμε μια ντεμέκ ευγένεια που βασίζεται μόνο σε κενούς τύπους ούτε και τον αντίποδα του ναρκισσισμού ο οποίος δεν είναι παρά ανασφάλεια με μάσκα αυτοπεποίθησης.

Είμαστε αυτοί που είμαστε και σε όποιον αρέσουμε. Και στο τέλος της ημέρας αυτό είναι που μετράει. Η φωτιά που καίει μέσα μας για τα όνειρά μας κι όσα μπορούμε να καταφέρουμε. 

 

Συντάκτης: Έλλη Πράντζου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου