Ήταν κάποτε ένα από τα αμέτρητα αδέσποτα ώσπου είπαν πως την έσωσα, ενώ στην ουσία έσωσε εκείνη εμένα. Μια ομάδα εθελοντών τη βρήκε στην άκρη του δρόμου παρατημένη μαζί με τα αδερφάκια της μέσα σε μια κουφάλα δέντρου. Κινδύνευε να την παρασύρει κάποιο αμάξι, εκείνη και τις υπόλοιπες ψυχούλες που ήρθαν μαζί της στον τουλάχιστον αμφιλεγόμενο κόσμο μας.

Η δική μου αγάπη λέγεται φεγγάρι, Λούνα. Κι είναι όντως η αγάπη προσωποποιημένη όπως κάθε πλάσμα εκεί έξω που παραμένει αμόλυντο από τα κατώτερα ένστικτα της ανθρώπινης «λογικής». Την ονόμασα φεγγάρι γιατί πάντα ένιωθα ταύτιση με τη μοναχική, άγρια και σκοτεινή φύση του φεγγαριού. Το οποίο όμως είναι πάντα έτοιμο να φωτίσει τις νύχτες μας έστω κι αν αυτό σημαίνει ότι επιτρέπει στον ήλιο να ρίξει φως πάνω στο απείραχτο σκοτάδι του.

Η δική μου αληθινή αγάπη έσκασε μύτη στη ζωή μου σε μια ακραία καθοριστική φάση και με άντεξε. Και με έμαθε. Και με στήριξε. Και μου στάθηκε. Και μου έδωσε. Και κάθισε δίπλα μου χωρίς να συνειδητοποιεί -όπως το είδος μας εννοεί τη συνειδητότητα- το πόση αγάπη ήταν ικανή να μου δώσει. Αγάπη που κάνεις άνθρωπος δεν μπόρεσε μέχρι σήμερα να μοιραστεί -ούτε εγώ η ίδια. Κι αυτό ήταν το μεγαλύτερο μάθημα, η πιο ακραία πληρότητα, πτυχίο ολόκληρο πάνω στην ανιδιοτελή αγάπη. Στην αγάπη χωρίς εγωισμό, χωρίς όρους, χωρίς φόβο, χωρίς ναι μεν αλλά. Κι έτσι αντίστοιχα, μέσα απ’ εκείνη κατάλαβα τι σημαίνει να αγαπώ κι εγώ χωρίς εγωισμούς και χωρίς όρια.

Η δική μου αγάπη λέγεται φεγγάρι λοιπόν, Λούνα. Μεγαλώνει δίπλα μου όσο μεγαλώνω κι εγώ, αφού παράλληλα με τη δική της ανατροφή ανέλαβα -αργά για τους πολλούς- και τη δική μου ενηλικίωση μέσα σ’ έναν κόσμο σκέτο θρίλερ. Το δικό μου ταίρι διαχειρίστηκε τα σκοτάδια μου αφήνοντας τις στιγμές μας να της χαρίσουν φως. Φως που επέστρεφε πάντα σ’ εμένα για να μου θυμίζει ότι υπάρχει αγνότητα στον κόσμο. Κι όλα αυτά όταν είχα πλέον φτάσει σε σημείο να μην πιστεύω σε κανέναν και σε τίποτε.

Είπαν πως την έσωσα. Κι η αλήθεια είναι ότι θα έκανα για εκείνη τα πάντα. Όμως αν ήξερε πόσο καθοριστικά συνέβαλε στη δική μου σωτηρία, οι αγκαλιές μου κι η δική μου αγάπη δε θα της ήταν αρκετές. Τότε όμως θα λειτουργούσε ως άνθρωπος κι εκεί είναι τελικά η διαφορά. Γιατί η δική μου αγάπη, το δικό μου φεγγάρι, δεν έχει τίποτε να μάθει από τους ανθρώπους. Μόνο να διδάξει αγάπη έχει, σαν σοφή δασκάλα που αγκαλιάζει τα παιδιά της δίχως φραγμούς.

Κι όταν -όπως είπαν- την έσωσα, βρήκα εγώ τον λόγο να πιστέψω ξανά στο πιο αγνό και μάλλον ανύπαρκτο ανόθευτα μεταξύ των ανθρώπων συναίσθημα. Κι έτσι σώθηκα εγώ, έτσι συνέχισα να προσπαθώ και να μαθαίνω.

Σ’ αγαπάω Λούνα. Κι αυτή είναι μια απάντηση στα δικά σου αμέτρητα «σ’ αγαπάω» που βιώνω κάθε μέρα, όχι μέσα από λέξεις πια -ευτυχώς- μα μέσα από εκκωφαντικά σιωπηλές μεγαλειώδεις πράξεις. Απ’ αυτές που μόνο εσύ θα μπορούσες να χαρίσεις στο μικροπρεπές είδος μας. Σ’ αγαπάω Λούνα. Και δεν το έχω εννοήσει με τόση αλήθεια ποτέ πριν στη ζωή μου.

 

Συντάκτης: Έλλη Πράντζου
Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου