Τα συναισθήματα, οι ιδέες, οι απόψεις, οι ιδιοσυγκρασίες δεν είναι κάτι μονοδιάστατο χρώματος γκρι. Οι άνθρωποι είμαστε τόσο πολύχρωμοι όσο οι ψυχές μας ή αλλιώς όσο τα ερεθίσματά μας, όσο τα γονίδιά μας, όσο ο εγκέφαλός μας κι ο τρόπος με τον οποίο έχει αυτός εξελιχθεί στον καθέναν από εμάς. Όταν η στάση ζωής των γύρω μας δεν ταιριάζει με τη δική μας δε σημαίνει πως είναι πάντα αρνητική μόνο και μόνο επειδή δε μας βρίσκει σύμφωνους βάσει δικών μας βιωμάτων.

Ωστόσο υπάρχουν περιπτώσεις ακραίων συμπεριφορών κι εξορισμού βίαιων απόψεων που μας αφήνουν τουλάχιστον αμήχανους απέναντι στη σκέψη ότι δεν μπορούμε να τις αλλάξουμε. Πολλές φορές εξοργιζόμαστε όταν τις συναντούμε και κάπως έτσι χάνουμε το δίκιο μας και τους εαυτούς μας έστω στιγμιαία καθώς αφοπλιζόμαστε από τον ίδιο τον φανατισμό κάποιων πέφτοντας στην παγίδα τους.

Ποιο είναι το χρέος μας κάθε φορά που αντιμετωπίζουμε έναν άνθρωπο με βίαιες αντιλήψεις, έναν άνθρωπο ρατσιστή, σεξιστή, ομοφοβικό ή υπέρμαχο οποιασδήποτε κοσμοθεωρίας που προάγει τις ανισότητες κάθε είδους; Το πρώτο πράγμα που θα σκεφτούμε, δικαίως, είναι πως δε γίνεται να τον αφήνουμε να δρα ανενόχλητος είτε πρακτικά είτε επηρεάζοντας άλλους και δη τις νεότερες γενιές. Παρ’ όλα αυτά αμέσως μετά σκεφτόμαστε πως με βίαιο τρόπο και με το έτσι θέλω κανείς δεν άλλαξε ουσιαστικά κι αληθινά τη στάση ζωής του.

Για να συμβεί μια αλλαγή χρειάζεται πρώτα κατανόηση. Αλλιώς δεν είναι αλλαγή αλλά επιβολή και καταστολή, στοιχεία που σπανίως έχουν μόνιμα αποτελέσματα αν όχι ποτέ. Στις περιπτώσεις όσων ανθρώπων φορώντας παρωπίδες και μη έχοντας λάβει την απαραίτητη ψυχοπνευματική παιδεία αρνούνται από μόνοι τους να ερευνήσουν, να δουν, να κατανοήσουν κι απλώς παπαγαλίζουν τις φορεμένες καταστροφικές τους ιδέες, όμως, τι κάνουμε, θα σκεφτεί κανείς. Πριν φτάσουμε σε ακραίες καταστάσεις καλό είναι να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε ότι δεν έχουν όλοι τις ίδιες προσλαμβάνουσες από την παιδική ακόμη ηλικία η οποία είναι κι η πιο καθοριστική. Όταν ένας άνθρωπος έχει ήδη διαμορφωθεί είναι ακόμη δυσκολότερο να του αλλάξεις ρώτα. Ίσως, λοιπόν, χρειαστεί να τον φέρεις καθοριστικά αντιμέτωπο με την ίδια τη ζωή την οποία δεν ένιωσε σε κανένα επίπεδο όταν έπρεπε.

Προτού καταφύγουμε στον δρόμο της επιβολής, λοιπόν, ίσως να ήταν καλό να δοκιμάσουμε τον δρόμο της ενσυναίσθησης. Μπορούμε έμμεσα να αποτελέσουμε μέσα από τις πράξεις μας και τα λεγόμενά μας παράδειγμα για ορισμένους ανθρώπους όχι για να αλλάξουν πορεία βλέποντας εμάς αλλά για να έρθουν αντιμέτωποι με καταστάσεις κι ιδέες που ως εκείνη τη στιγμή δεν είχαν καν διανοηθεί. Μέσα από απτά παραδείγματα, μέσα από συσχετισμούς με καταστάσεις που έχουν συμβεί στο παρελθόν και στο πού αυτές κατέληξαν, μέσα από την άμεση και πραγματική επαφή με όσα φοβούνται οι με μισαλλοδοξία μεγαλωμένοι, πολλές φορές μπορεί να εκπλαγεί κανείς διαπιστώνοντας το πόσο λεπτή είναι η γραμμή της μεταστροφής στον ψυχισμό ενός ανθρώπου.

Οι φανατισμένοι άνθρωποι λειτουργούν τυφλωμένα. Ακολουθούν όσα τους έχουν μάθει να πιστεύουν με στρατιωτική πειθαρχία χωρίς να έχουν μπει ποτέ στη διαδικασία της παραμικρής αμφισβήτησης από μόνοι τους. Ίσως να ήταν, λοιπόν, πιο χρήσιμο μακροπρόθεσμα αν γινόμασταν μέσα από το έργο μας και με τον δικό μας τρόπο αφορμές αμφισβήτησης αντί για φωνές οργής που ίσως οδηγούν στα αντίθετα αποτελέσματα. Θα φέρω εδώ ένα παράδειγμα μιας αγαπημένης μου ταινίας η οποία βασίζεται σε ιστορία αληθινή.

Ο τίτλος της είναι “Freedom Writers” κι έχει να κάνει με μια νέα δασκάλα που καλείται για πρώτη φορά να διδάξει σε μια τάξη παιδιών τα οποία έχουν μεγαλώσει μέσα στη βία, στο περιθώριο και δεν έχουν μάθει τίποτε άλλο πέρα από το μίσος και τον άγριο αγώνα για επιβίωση σε γειτονιές όπου όλοι πρέπει να ανήκουν σε κάποια συμμορία κι όλοι έχουν σκοτώσει κι έχουν χάσει έναν τουλάχιστον φίλο. Η εκπαίδευση κι η παιδεία για τα παιδιά αυτά αποτελεί ανούσια πολυτέλεια και όπλα τους απέναντι σε όλα είναι η οργή κι η αντίδραση. Εκεί που οι πάντες τα αντιμετωπίζουν σαν καμμένα χαρτιά εκείνη βλέπει μια ευκαιρία να εμπνεύσει και να τα αγαπήσει. Να τους προσφέρει ουσιαστικά όσα όλοι οι υπόλοιποι αρνήθηκαν να τους δώσουν.

Μετά από αρκετές αποτυχημένες προσπάθειες αποφασίζει να παρεκκλίνει της πεπατημένης ακολουθώντας ένα μονοπάτι πιο ταιριαστό με τις ψυχές που είχε να αντιμετωπίσει. Κι εκεί έρχεται η ενσυναίσθηση όπως κι η συνειδητοποίηση πως δεν έχουμε όλοι τις ευκαιρίες από μικροί να αγγίξουμε το 100% των δυνατοτήτων μας σε κάθε επίπεδο, δεν έχουμε όλοι τα ίδια ερεθίσματα και κανείς δε γεννιέται βουτηγμένος στο μίσος. Το στοίχημα, λοιπόν, έγκειται στο να καταφέρουμε να αποτελέσουμε έμπνευση αφύπνισης για όλους εκείνους τους ανθρώπους που κάποτε με τον έναν ή τον άλλον λόγο έμαθαν πρώτα να μισούν. Πριν τους επιτεθούμε αντιδρώντας χειρότερα από εκείνους πολλές φορές, ίσως θα ήταν καλό να τους πλησιάσουμε, εμείς, που ως μη τυφλωμένοι, μπορούμε ακόμη να καταλάβουμε τι ίσως συμβαίνει μέσα τους.

Πριν χρησιμοποιήσουμε βία στη βία ίσως θα ήταν καλό να προσεγγίσουμε τις αιτίες. Ίσως θα ήταν καλό να ασχοληθούμε με αυτούς τους ανθρώπους μαθαίνοντάς τους κι επενδύοντας σε όσα δεν είχαν την ευκαιρία μέχρι σήμερα να σκεφτούν. Ίσως θα ήταν καλό να επενδύσουμε και στα ερεθίσματα που ως τώρα δεν είχαν φέρνοντάς τους σε επαφή με όσα έχουν μάθει να μισούν επειδή τα φοβούνται. Στα πλαίσια της ανθρώπινης επαφής, της άμεσης γνωριμίας με της συνθήκες διαβίωσης και τα δεινά του άλλου καμιά φορά ξυπνούν κοιμισμένα συναισθήματα. Άλλο είναι παραδείγματος χάριν να έχεις απλώς ακούσει για μια μειοψηφία έχοντας μάθει να την πολεμάς άλλο είναι να έρχεσαι σε πραγματική επαφή με τους ανθρώπους της.

Το παν είναι να κερδίζουμε έναν άνθρωπο μέσα από την πραγματική κατανόηση των δεδομένων κι όχι να του επιβάλλουμε τη δική μας άποψη πράγμα που δημιουργεί μια αέναη εναλλαγή αντιδράσεων χωρίς στόχο και τέλος. Μόνο όταν ένας άνθρωπος αλλάζει με τη θέλησή του κι έπειτα από προσωπική επαφή με τις αλήθειες των άλλων έχει αξία η αλλαγή γιατί μόνο τότε είναι αληθινή και μπορούμε να πούμε πως αποτελεί βήμα αλλαγής του κόσμου. Η στείρα καταστολή αργά ή γρήγορα ξαναξεσπάει οδηγώντας τα πράγματα ξανά στο μηδέν.

Δυστυχώς δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός πως υπάρχουν κι εκείνοι, οι ανεπίδεκτοι, που δε θα θελήσουν ποτέ καν να εμπνευστούν, ή έστω να ακούσουν. Είναι εκείνες οι δύσκολες περιπτώσεις που σε κάνουν να φλερτάρεις με την ιδέα της βίαιης αντίδρασης προκειμένου να σταματήσει η δική τους βία. Ωστόσο πάντα πρέπει να σκεφτόμαστε πως δεν είναι μονόδρομος αυτή η οδός, πως δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι δοκιμαστεί, πως δεν είμαστε όλοι ίδιοι, ώστε να επιλέξουμε πρώτα και πριν από όλα την ευκαιρία.

Συντάκτης: Έλλη Πράντζου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου