Κανείς δεν μπόρεσε ποτέ να υποσχεθεί πως ο δικός του έρωτας θα κρατήσει για πάντα. Αυτό το συναίσθημα είναι τόσο καθοριστικά έντονο όταν γεννιέται, που πολλές φορές δεν αντέχει τον ίδιο του τον εαυτό. Στις περισσότερες περιπτώσεις ξεκινάει χειμαρρωδώς. Σε παρασέρνει κάνοντάς σε να νιώθεις ότι βολοδέρνει άβουλος στα κύματα που σε πετάνε όπου σκάνε και τα ίδια με κίνδυνο ουκ ολίγες φορές να πληγωθείς στα βράχια θανάσιμα. Παρ’ όλα αυτά πάντα βουτάς. Δε γίνεται να μη βουτήξεις. Κι ας μην ξέρεις πού θα σε βγάλει ή ίσως γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο. Και καλά κάνεις.

Στο παιχνίδι του έρωτα παίζει, λοιπόν, τα ρέστα του κι ο χωρισμός. Αποτελεί μια πιθανή έκβαση κι ας σκέφτεσαι κάθε φορά στην ιδέα του πόσο ανεξήγητα κρίμα είναι να χωρίζουν οι άνθρωποι όταν κάποτε υπήρξαν ο ένας για τον άλλον τα πάντα -ή έτσι πίστευαν. Κι όμως. Πολλές φορές το να χωρίσουν δυο άνθρωποι αποτελεί καλώς ή κακώς λύτρωση ακόμη κι αν δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως κατάσταση το απόλυτο happy end μιας κατά τα άλλα πολλά υποσχόμενης κάποτε ιστορίας.

Όταν δυο άνθρωποι χωρίζουν σχεδόν πάντα υπάρχουν λόγοι βασικοί. Είναι δύσκολο, βέβαια, από τη στιγμή που έχεις μοιραστεί τόσο τις πιο όμορφες στιγμές σου όσο και τις πιο δύσκολες με έναν άνθρωπο να ξεπεράσεις τις ίδιες σου τις αναμνήσεις μαζί του. Είναι ακόμη πιο δύσκολο γιατί όντες ερωτευμένοι κάποτε χτίσατε εσείς οι ίδιοι στιγμές κατάδικές σας εκ νέου, μαζί. Όταν έρχεται η ώρα του χωρισμού, λοιπόν, τις πιο πολλές φορές ως δια μαγείας επικρατούν όλα τα όμορφα συναισθήματα που μοιραστήκατε και σπανιότερα τα άσχημα που κι αυτά ίσως φαντάζουν παλέψιμα ξαφνικά.

Κι είναι απολύτως λογικό ξέροντας πως θα χάσεις αυτόν, τον έναν άνθρωπο, από τη ζωή σου ή την καθημερινότητά σου να επικρατεί το «θα μου λείψεις» ή το «μου έχεις λείψει» αντί των λόγων που σας οδήγησαν εκεί, ακόμη κι αν η απόφαση ήταν δική σου ή κοινή, πόσο μάλλον αν δεν ήταν. Ωστόσο αν καταφέρεις κάποια στιγμή να δεις τα πράγματα πιο ψύχραιμα θα καταλάβεις πως οι πρώην είναι πρώην για κάποιον λόγο κι ίσως έτσι θα έπρεπε να παραμένουν μέσα μας. Δε μιλάμε φυσικά εδώ για τις περιπτώσεις που ο χωρισμός αποτελεί κατάληξη καπρίτσιου, φόβου ή εγωισμού. Σε αυτές τις καταστάσεις η ψυχραιμία μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι μιλάει η συναισθηματική μας ανωριμότητα κι όχι τα αληθινά συναισθήματά μας κι αυτό δεν είναι δύσκολο να το συνειδητοποιήσουμε αρκεί να μη λειτουργούμε θολωμένοι.

Οι αιτίες ενός αναπόφευκτου χωρισμού θα μπορούσαν να είναι πολλές. Η φθορά, η διαφορετικοί δρόμοι που ο καθένας επιλέγει να ακολουθήσει στη ζωή του, η απόσταση, το χάσμα μεταξύ δυο ανθρώπων που στην αρχή σπάνια λαμβάνεται υπόψη ως εμπόδιο λόγω καψούρας, η προδοσία κι ίσως η λίστα να είναι ατελείωτη. Το θέμα είναι πως δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε τους ρεαλιστικούς και πρακτικούς λόγους που τελικά μας οδήγησαν σε αυτόν γιατί διαφορετικά θα καταλήξουμε να κάνουμε άσκοπα πισωγυρίσματα πολύ πιο ψυχοφθόρα μακροχρόνια από τον ίδιο τον χωρισμό.

Ένας άλλος συχνός λόγος πισωγυρίσματος -ο οποίος δεν υποκινείται καν από κάποιο όμορφο συναίσθημα- είναι το τέλμα στα προσωπικά μας. Με το να επιστρέφουμε κάθε φορά που δεν έχουμε με τι άλλο να ασχοληθούμε σε κάποιον πρώην, όμως, υποβιβάζουμε τόσο τον εαυτό μας όσο και τον ίδιο αλλά και τα συναισθήματα που κάποτε μοιραστήκαμε.

Γι’ αυτό κάθε νύχτα ή μέρα που επικρατεί μέσα μας η εικόνα εκείνης ή εκείνου που δεν είναι πια εδώ για πολύ συγκεκριμένους λόγους ας σκεφτόμαστε τα γιατί που μας οδήγησαν στον χωρισμό κι αν θα αντέχαμε να περάσουμε τα ίδια στεκόμενοι δίπλα σε αυτό το άτομο ξανά. Αν κάτι έχει κάνει τον κύκλο του, αν κάτι δε στάθηκε αντάξιο των συναισθημάτων μας ή των προσδοκιών μας, αν κάτι μας πλήγωσε πολύ κι υπάρχει τεράστια πιθανότητα να ξανασυμβεί τότε καλά κάνει κι ανήκει στο παρελθόν μας κι εκεί να μείνει.

Συντάκτης: Έλλη Πράντζου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου